Εντός των εγκαταστάσεων της Σχολής των Ναυτικών Δοκίμων υπάρχει ένα καταφύγιο, το οποίο κατασκευάστηκε την περίοδο 1936 -1940.
Το καταφύγιο χρησιμοποιήθηκε επιχειρησιακά κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.[1]
Επί Κατοχής, οι εγκαταστάσεις της Σχολής φιλοξένησαν την Γερμανική «Ναυτική Διοίκηση Νοτίου Αιγαίου», άρα η αξιοποίηση του καταφυγίου και από τις Γερμανικές δυνάμεις, πρέπει να θεωρείται δεδομένη σύμφωνα με το perialos.blogspot.gr.
Παρά το απλοϊκό σχήμα του και την απουσία μεγάλων θαλάμων, το εν λόγω καταφύγιο είναι αρκετά ενδιαφέρον. Το μήκος των στοών του σίγουρα δεν είναι μικρό, ενώ τις εντυπώσεις κλέβουν αναμφισβήτητα οι βαριές θωρακισμένες πόρτες.
Περιγραφή του καταφυγίου
Το υπόγειο αυτό καταφύγιο, είναι σκαμμένο κάτω από βραχώδη λοφίσκο, σε βάθος περίπου 4 μέτρων κάτω από την επιφάνεια του εδάφους (αν κάποιος συνυπολογίσει και το πρόσθετο ύψος του λοφίσκου, τότε το βάθος του καταφυγίου είναι σαφώς αρκετά μεγαλύτερο).
Κάθε μια από τις δύο εισόδους τους καταφυγίου ξεκινάει από μια μικρή υπερκατασκευή (που προστατεύεται με μια «πλεχτή» μεταλλική πόρτα). Στο εσωτερικό της υπερκατασκευής βρίσκεται μια σειρά από καθοδικά τσιμεντένια σκαλοπάτια που οδηγούν στα ενδότερα του καταφυγίου.
Το κυρίως καταφύγιο αποτελείται από δύο μεγάλες στοές, που σχηματίζουν μεταξύ τους ένα νοητό «Γ» (αν και οι στοές δεν είναι απολύτως ευθείες). Στο μέσο του καταφυγίου υπάρχει και ένα μικρός θάλαμος (2Χ5μ) που φιλοξενεί μια μεταλλική δεξαμενή νερού (μήκος 2 μέτρα, πλάτος 1μ, ύψος 1 μέτρο). Η μία στοά είναι πλήρως καλυμμένη με σκυρόδεμα, ενώ η άλλη στοά είναι «γυμνή» (λαξευμένη στον βράχο)[2]. Το πλάτος των στοών είναι περίπου 2 μέτρα, ενώ τα μήκη τους είναι αντίστοιχα 25 και 32 μέτρα. Λαμβάνοντας υπόψη και τους προθαλάμους και τα κλιμακοστάσια, μιλάμε για ένα καταφύγιο μήκους τουλάχιστον 80 μέτρων (από τη μία άκρη στην άλλη). Το ύψος του κυμαίνεται μεταξύ 2 και 2,5 μέτρα, ενώ η οροφή στο εσωτερικό έχει αψιδωτή διατομή.
Σε ένα συγκεκριμένο σημείο του εσωτερικού, υπάρχει ένα μικρό φάτνωμα στα πλάγια του τοίχου, ίσως για να τοποθετείται κάποια λάμπα λαδιού, σε περίπτωση μη-λειτουργίας του ρεύματος.
Επίσης, σε άλλο σημείο του καταφυγίου υπάρχει ένας μικρός θαλαμίσκος (μικρότερος από 1Χ1), με άγνωστη χρήση. Υπάρχουν ίχνη από μεντεσέδες που σημαίνει ότι κάποτε έκλεινε με πόρτα. Ίσως επρόκειτο περί μικρού χώρου υγιεινής.
Στην αρχή κάθε στοάς υπάρχει από ένας μικρός προθάλαμος, που σφραγίζει με δύο θωρακισμένες πόρτες. Η εξωτερική πόρτα[3] είναι η τυπική που απαντάται στα περισσότερα καταφύγια, ενώ η εσωτερική είναι βαρέως τύπου. Το σχήμα των βαρέων εσωτερικών θυρών καταμαρτυρεί ότι μάλλον αυτές έχουν προέλθει από κάποιο παροπλισμένο θωρηκτό (μια συνήθης πρακτική σε καταφύγια του Πολεμικού Ναυτικού). Οι συγκεκριμένες πόρτες είναι από τις βαρύτερες και εντυπωσιακότερες που έχουμε ποτέ δει, σε καταφύγιο. Στο κέντρο τους υπάρχει μια στρογγυλή θυρίδα, η οποία ανοίγει/κλείνει αυτόνομα, επιτρέποντας τον έλεγχο της εξωτερικής περιοχής, ακόμα και εφόσον η θωρακισμένη πόρτα είναι κλειστή.
Υπάρχει ηλεκτρικός φωτισμός σε όλο το μήκος του καταφυγίου. Επίσης υπάρχει ηλεκτρική εγκατάσταση εξαερισμού. Το μοτέρ της εγκατάστασης βρίσκεται σε ένα μικρό πατάρι (κοντά στην είσοδο), η πρόσβαση στο οποίο γίνεται με επιτοίχια μεταλλικά σκαλοπάτια τύπου «Π». Αρκετά εντυπωσιακό είναι και το μεγάλο (1,5 Χ 3μ) φίλτρο αέρος που βρίσκεται στην άκρη της μίας στοάς και συμπληρώνει την εγκατάσταση εξαερισμού. Εκτός του μηχανικού αεραγωγού, υπάρχει και ένα μικρό κάθετο φρεάτιο αεραγωγού που επικοινωνεί με την επιφάνεια.
Μπροστά από έναν εκ των δύο προθαλάμων, βρίσκονται σημάδια υδραυλικής εγκατάστασης (από εκεί ξεκινάει και μεταλλική σωλήνα, που καταλήγει στη δεξαμενή ύδατος, στο εσωτερικό).
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι στο καταφύγιο υπήρχε πρόνοια για δεξαμενή νερού (μια πολυτέλεια που δεν απαντάται σε πολλά καταφύγια), αλλά όχι για τουαλέτα (χώρος σχεδόν υποχρεωτικός στα καταφύγια).
Έμπροσθεν του καταφυγίου υπάρχει μεταλλική πινακίδα με την επιγραφή «ΕΙΣΟΔΟΣ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟΥ ΧΩΡΟΥ ΝΟ.330» χωρίς να είναι ξεκάθαρο τι υποδηλώνει η συγκεκριμένη αρίθμηση.
Τρέχουσα κατάσταση του καταφυγίου
Το καταφύγιο διατηρείται σε ικανοποιητική κατάσταση. Λόγω του χώρου στον οποίο βρίσκεται, είναι δεδομένο ότι δεν υπάρχει ίχνος γκράφιτι ή απορριμμάτων.
Υπάρχουν σημάδια ότι έχει υποστεί πρόσφατη συντήρηση, όπως μερικές σύγχρονες παροχές ρεύματος (πρίζες) στο εσωτερικό του. Επίσης, σε δύο σημεία στο εσωτερικό έχουν αναρτηθεί ισάριθμοι (σύγχρονοι) χάρτες του καταφυγίου, ώστε οι ευρισκόμενοι σε αυτό, να μπορούν άμεσα να εντοπίζουν τη θέση τους (σημάνσεις «βρίσκεστε εδώ»). Παραδόξως, οι εν λόγω χάρτες έχουν αποκλίσεις από την πραγματική εικόνα του καταφυγίου.
Υπάρχουν περιορισμένα ίχνη καταπόνησης από υγρασία στα τοιχώματα. Το τσιμέντο έχει φαγωθεί σε ορισμένα σημεία (ιδίως στον ένα εκ των δύο προθαλάμων) με αποτέλεσμα να διακρίνονται οι σιδερένιες ράβδοι του οπλισμού, ενώ οι πόρτες παρουσιάζουν ελαφρά οξείδωση. Η ηλεκτρική εγκατάσταση, ωστόσο, παραμένει πλήρως λειτουργική.
Επίσης, μπροστά από την κύρια είσοδο του καταφυγίου, έχει τοποθετηθεί σύγχρονη μαρμάρινη πλάκα με την επιγραφή «Ν.Α.Π./3, ΕΛΛΗΝΟΙΤΑΛΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ, 28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940».
Τέλος, οι επισκέψεις στο καταφύγιο από το οικείο προσωπικό, είναι πλέον σπάνιες.
Σημειώσεις
[1] Στο άρθρο «Στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων κατά τον πόλεμο 1940-1941» του Χρήστου Παπασηφάκη (δημοσιεύτηκε στο blog «Περί Αλός», perialos.blogspot.gr) αναφέρεται ότι στο καταφύγιο προσέτρεξαν οι Ναυτικοί Δόκιμοι τον Απρίλιο του 1941, κατά τη διάρκεια σφοδρού βομβαρδισμού της πόλεως του Πειραιά, από τους Γερμανούς.
[2] Ένα μέρος της «γυμνής» στοάς είναι μερικώς επενδυμένο με σκυρόδεμα, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπήρχε πρόνοια για πλήρη κάλυψη του καταφυγίου που δεν κατέστη εφικτή, λόγω έλλειψης χρόνου ή/και πόρων. Ο προθάλαμος της «γυμνής» στοάς, είναι και αυτός κατασκευασμένος από οπλισμένο σκυρόδεμα.
[3] Μία από τις εξωτερικές θωρακισμένες πόρτες φέρει μεταλλική επιγραφή «ΣΤΕΓΑΝΗ ΘΥΡΑ Ν.223». Ενδεχομένως να πρόκειται για τον κωδικού του τύπου της συγκεκριμένης πόρτας.