Γράφει η ΜΑΡΙΑ ΜΑΡΙΟΛΗ
Το χτύπημα στις Βρυξέλλες, εκεί που χτυπάει η καρδιά της Ευρώπης επαναφέρει το θέμα του προσηλυτισμού ευρωπαίων πολιτών από τους τζιχαντιστές.
Μόλις την περασμένη Κυριακή ο Γάλλος πρωθυπουργός υποστίριζε ότι 600 Γάλλοι έχουν αναχωρήσει από τη χώρα τους για να ενταχθούν στο Ισλαμικό Κράτος, ενώ άλλοι 800 έχουν την ίδια επιθυμία, υποστήριξε ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς από το Ερμπίλ πρωτεύουσα του Κουρδιστάν.
Η δήλωση αυτή, δείχνει πως το κύμα πολιτών από δυτικές χώρας που “μαγεύονται” από την προπαγάνδα του ISIS, αυξάνεται.
Τι είναι τελικά αυτό που καθιστά μια θρησκεία όπως η Ισλαμική, όπλο ενάντια στη Δύση, που καταφέρνει να μεταβάλλει το πολιτικό τοπίο και να διαγράψει τα εθνικά σύνορα κατά την επιτέλεση του έργου της; Το κίνητο όσων συστρατεύονται σ’αυτό το αντιδυτικό άρμα φαίνεται να είναι περισσότερο προσωπικό παρά πολιτικό. Ίσως η αίσθηση του συνανήκειν; Η αίσθηση ενός σκοπού της ζωής και μιας περιπέτειας;
Αν η κρίση ταυτότητας, η παγκοσμιοποίηση και ο μηδενισμός της σύγχρονης «Δύσης» βοήθησαν σε αυτή την εξάπλωση, μένει στους ιστορικούς του μέλλοντος να το αποφασίσουν, ωστόσο, η στρατηγική της προπαγάνδας τους είναι μάλλον θέμα των επικοινωνιολόγων. Το σοκ, ο φόβος, ο σκοταδισμός ως μέσο ιδεολογικής διείσδυσης, πάντως, θυμίζουν πολύ το Μεσαίωνα.
Η έρευνα που έκανε το Αυστραλιανό Lowy Institute for International Policy σχετικά με την προπαγάνδα του Ισλαμικού κράτους και τον ρόλο των μέσων ενημέρωσης εξετάζει ακριβώς την τακτική του πρώτου στην χειραγώγηση των δεύτερων και κατ’επέκταση τα αντανακλαστικά που επιδεικνύουν οι παραδοσιακοί και διαδικτυακοί φορείς ενημέρωσης.
Η προσπάθεια του ISIS να κυριαρχήσει σε όλες τις πλατφόρμες επικοινωνίας και ενημέρωσης έχει τρία βασικά επίδικα. Την συστράτευση ατόμων, τα οποία μέσα απο την πλάνη της προπαγάνδας των τζιχαντιστών, σπεύδουν να ενταχθούν στις τάξεις του, είτε πολεμώντας στη Συρία και το Ιράκ, είτε προκαλώντας αιματοχυσία μέσα στα ίδια τα κράτη της Δύσης. Την εμφύτευση του φόβου στους αντιπάλους του κερδίζοντας έτσι ισχυρό πλεονέκτημα στο πεδίο της μάχης και κατ’επέκτασιν την νομιμοποίηση της κρατικής του υπόστασης στο ευρύ κοινό.
Ο κορμός της ενημέρωσης του Ισλαμικού κράτους περιλαμβάνει τα al-Hayat Media Center, the al-Furqan, al-I’tisaam and Ajnad Media Foundations, and the A’maq News Agency και τα εργαλεία της προπαγάνδας του κυμαίνονται από μακράς διαρκείας βίντεο, παρουσία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, εφημερίδες, περιοδικά, μέχρι ραδιοφωνικά προγράμματα και εφαρμογές κινητών. Σε αντίθεση με παλαιότερες πρακτικές, ο ISIS παρουσιάζει εντυπωσιακά βίντεο, με κινηματογραφικές τεχνικές χολυγουντιανού τύπου, σκηνές βιαιότητας που θυμίζουν videogame συνοδευόμενες από δραματική, αποκαλυπτική αφήγηση. Ιδιαίτερα προσεγμένα, με μελετημένο ψυχολογικό υπόβαθρο και μεταφρασμένα σε πολλές γλώσσες “αιχμαλωτίζουν” το θεατή, διεισδύουν σε όλες τις πλατφόρμες επικοινωνίας, κατακλύζουν τα ΜΜΕ και θρέφουν την αφήγηση που ακολουθεί το Ισλαμικό Κράτος περι δίωξης των άπιστων και των εχθρών του “ιερού σκοπού” τους.
Αυτές οι τακτικές προπαγάνδισης επιθυμούν να αναδείξουν τρία βασικά σημεία, την απογοήτευση, τον ουτοπισμό, και την βαρβαρότητα. Επιδιώκουν να ερεθίσουν τα αισθήματα δυσαρέσκειας πολλών σουνιτών μουσουλμάνων απέναντι τόσο στα καθεστώτα του Ιράκ και της Συρίας, όσο και απέναντι στη Δύση, προβάλλοντας αντιπαραθετικά ως πανάκεια την εικόνα ενός απόλυτα λειτουργικού κράτους, όπου η ζωή κυλά ιδανικά και όλοι οι μουσουλμάνοι μπορούν να ζούν ευτυχείς με βάση τις αρχές που προτάσσει η θρησκεία τους. Το τρίπτυχο σφραγίζει η επίδειξη μιας αήττητης στρατιωτικής ισχύος, και ανυποχώρητης βίας η οποία συμπληρώνει και την εικόνα του ιδανικού κράτους (θρησκευτικά-στρατιωτικά-κοινωνικά) μέσα απο οπτικοακουστικό υλικό αποκεφαλισμών, στρατιωτικών παρελάσεων, σκηνών απο μάχες κτλ.
Ποιος είναι όμως ο ρόλος των μέσων ενημέρωσης στην εξάπλωση αυτής της προπαγάνδας; Φαίνεται, σύμφωνα με την έρευνα, πως τα δυτικά μέσα ενημέρωσης επιτελούν την δουλειά του ISIS για τον ίδιο.
Πέφτουν στην παγίδα της υπερπροβολής ικανοποιώντας έτσι την δίψα των ακραίων ισλαμιστών για διαφήμιση και του κοινού για ενημέρωση. Καλώς ή κακώς ζητήματα γύρω από τον ISIS πρωτοστατούν σε όλες τις πλατφόρμες ενημέρωσης και μηχανές αναζήτησης με αποτέλεσμα όσο πιο πολύ παραμένει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τόσο περισσότερο να αυξάνεται η ανάγκη για πληροφορίες και υλικό σχετικά με την οργάνωση.
Δεδομένης της υψηλής επικινδυνότητας που ενέχει η αποστολή δημοσιογράφων στη Συρία και το Ιράκ, τα δυτικά μέσα βασίζονται στην εύρεση αυτού του υλικού από την ίδια την οργάνωση, δίνοντάς της έτσι το πλεονέκτημα να προωθεί την εικόνα που επιθυμεί. Υπάρχει λοιπόν μια σχέση αλληλεξάρτησης ανάμεσα στα μέσα ενημέρωσης και το Ισλαμικό Κράτος, με τη ζυγαριά του οφέλους όμως να τείνει προς το δεύτερο.
Το Ισλαμικό Κράτος έχει καταφέρει να αναπτύξει μια διπλωματική στρατηγική διαχείρισης της εικόνας του, όπου το ίδιο παράγει και δημοσιεύει το υλικό που προβάλλεται, μέσα από υψηλής ποιότητας βίντεο τα οποία ωστόσο είναι τις περισσότερες φορές αδύνατο να επαληθευτούν ή να διαψευθούν εφόσον δεν υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα εκ των έσω. Η έλλειψη αντιπροσώπων στις περιοχές του χαλιφάτου καθώς και η αποσιώπηση των φωνών που αντιτίθενται σε αυτή την προπαγάνδα κάνουν πολύ δύσκολο τον έλεγχο των πληροφοριών και τον τρόπο που αυτές αφομοιώνονται από τις δυτικές κοινωνίες.
Όσο η προσπάθεια των εξτρεμιστών του Ισλαμικού κράτους να χειραγωγήσουν τις πλατφόρμες ενημέρωσης και επικοινωνίας αποκαλύπτεται, τόσο τα δυτικά μέσα αναζητούν τρόπους να αμβλύνουν το πρόβλημα.Το υλικό που χρησιμοποιείται απο τα ειδησεογραφικά μέσα επιλέγεται με μεγαλύτερη προσοχή, βίντεο απειλών και σκηνών βίας για λόγους προπαγάνδας απορρίπτονται, εναλλακτικές ονομασίες όπως αυτή του “DAESH” χρησιμοποιούνται ώστε να πλήξουν το brand που φέρει το όνομα “Ισλαμικό Κράτος”. Πολιτικοί και επιχειρήσεις έχουν επίσης λάβει μέτρα για τον περιορισμό της παρουσίας του ISIS και των υποστηρικτών του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ιδρύοντας κρατικές ομάδες που αναλαμβάνουν την παύση λογαριασμών καθώς επίσης και την αποσιώπηση τηλεοπτικών καναλιών που φαίνεται να συμβάλλουν στην εξάπλωση της προπαγάνδας.
Τα αποτελέσματα όμως είναι διττά. Οι περισσότεροι από αυτούς τους κανονισμούς εφαρμόζονται ad hoc χωρίς κάποια κεντρική στρατηγική που να επαφύεται στο σύνολο των μέσων ενημέρωσης. Η απομόνωση του ISIS από τα ΜΜΕ και η προσπάθεια ελέγχου των ειδήσεων που αυτά προβάλλουν, εγείρει ανησυχίες γύρω από την ελευθερία του λόγου και την δημοσιογραφική ανεξαρτησία. Για κάθε ένα λογαριασμό που σφραγίζεται, ξεπηδούν δέκα περισσότερο ισχυροί και δικτυωμένοι.Οι βαρύγδουποι χαρακτηρισμοί και η σήμανση του DAESH ως ζωτική απειλή από τους πολιτικούς φορείς, τελικά μεγιστοποιεί το κύρος του και τη γοητεία του στα άτομα.
Επιπλέον ρητορικές που συνδέουν το Ισλάμ και την ευρύτερη μουσουλμανική κοινότητα με τις πρακτικές του ISIS, χτίζουν λανθασμένες εικόνες στο μυαλό του κοινού, ενισχύουν το αίσθημα της αποξένωσης ανάμεσα στις μουσουλμανικές κοινότητες της Δύσης και κατά συνέπεια την αφήγηση του Ισλαμικού Κράτους για τον πόλεμο που έχει ξεκινήσει η Δύση κατά του Ισλάμ και κατά των μουσουλμάνων γενικότερα. Τέτοιες γενικεύσεις και μεροληψίες μπορούν μόνο να συμβάλλουν στην περαιτέρω σύγχυση του κοινού και να αποτρέψουν έμπιστες φωνές του μουσουλμανικού χώρου όπως πχ. οι κληρικοί, να καταδικάσουν τις πρακτικές τέτοιων εξτεμιστικών ομάδων και να διαχωρίσουν την θέση τους από τέτοιες ομάδες.
Πρωταρχικός στόχος θα πρέπει να είναι η, από κοινού, αποδόμηση της αφήγησης και της επικοινωνιακής στρατηγικής του Ισλαμικού Κράτους. Μια συμμαχία σε μορφή δικτύων -κρατικών και μη- όπου πολιτικοί, δημοσιογραφικοί, στρατιωτικοί φορείς θα συνεργάζονται όχι μόνο για την αποδόμηση της προπαγάνδας αλλά και για την επίθεση στον ίδιο τον πυρήνα της εικόνας και της δομής της οργάνωσης.
Σημαντικό εργαλείο σ’ αυτή την προσπάθεια μπορεί να αποτελέσει η δόμηση αντί-μηνυμάτων (counter-messaging) καθώς και η αξιοποίηση αποστατών και επαναπατριζόμενων από τον ΙSIS που μπορούν να συμβάλλουν στη διαδικασία της αποδόμησης μεταδίδοντας τις εμπειρίες τους στο κοινό.
Οφείλουμε να παραδεχθούμε ότι το Ισλαμικό Κράτος κατάφερε, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, να σαρώσει τα δυτικά μέσα και να ξεπεράσει σε επιτυχία οποιαδήποτε τρομοκρατική ομάδα του παρελθόντος, συμπεριλαμβανομένης και της “μαμάς” Aλ Κάιντα. Η πρόκληση της διεθνούς κοινότητας να αντιμετωπίσει αυτό τον εχθρό παραμένει, όσο εκείνος συνεχίζει να εξελλίσσεται αλλάζοντας προσωπεία και πεδία δράσης.