Οι εκατοντάδες σειρήνες συναγερμού, που βρίσκονται διάσπαρτες σε όλη την ελληνική επικράτεια, άρχισαν να εγκαθίστανται πριν από 30 χρόνια και διαφέρουν από εκείνες της Κατοχής, καθώς «ακολουθούν» το πνεύμα της σύγχρονης τεχνολογίας και ενεργοποιούνται με το πάτημα ενός κουμπιού
από το τμήμα Πολιτικής Σχεδίασης Εκτάκτου Ανάγκης (ΠΣΕΑ) του Υπουργείου Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη. Το σήμα μεταδίδεται άμεσα στα κατά τόπους τμήματα των ΠΣΕΑ και ο συναγερμός ηχεί, την ίδια στιγμή, σε κάθε περιοχή της χώρας.Είτε πρόκειται για πολιτική άμυνα για την προστασία του άμαχου πληθυσμού, όπως στην περίπτωση της σημερινής άσκησης «Παρμενίων 2013», είτε για ειδοποίηση αεροπορικής επιδρομής, είτε για επίθεση με χημικά όπλα, η Αστυνομία και ο Στρατός είναι επιφορτισμένοι με το καθήκον της σήμανσης του συναγερμού και της ενημέρωσης του κοινού για κάθε είδος διαφορετικού σεναρίου.
Παράλληλα, πέραν της ηλεκτρονικής σήμανσης συναγερμού υπάρχει και η δυνατότητα χειροκίνητης ενεργοποίησης του συστήματος, ενός ρόλου με τον οποίο είναι επιφορτισμένοι όσοι, αφού ολοκληρώσουν τη στρατιωτική τους θητεία, αναλαμβάνουν την αντίστοιχη αρμοδιότητα, που ενεργοποιείται σε περίπτωση έκτακτου περιστατικού.
Οι σειρήνες συναγερμού ηχούν μία φορά τον χρόνο στο πλαίσιο κάποιας άσκησης, ενώ μία φορά το εξάμηνο προγραμματίζεται η συντήρησή τους ώστε να διασφαλίζεται απόλυτα η λειτουργικότητά τους.
Σύμφωνα με την Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Θεσσαλονίκης, στην ευρύτερη περιοχή της πόλης βρίσκονται 54 σειρήνες, τόσο σε αστικές περιοχές όσο και σε χωριά, ενώ δεν έχουν καταγραφεί, μέχρι στιγμής, περιστατικά κλοπών ή βλαβών.
Μπορεί οι σειρήνες να παραπέμπουν στην αρχαιότητα – σε γυναικείες θεότητες με ανθρώπινο κεφάλι και σώμα αρπακτικού πουλιού – για πολλούς, ωστόσο, ο ήχος από τις σειρήνες του ελληνοϊταλικού πολέμου ανασύρει από το μυαλό σκουριασμένες από τον χρόνο, αλλά γνήσιες και ανέπαφες αναμνήσεις.
«Ήμουν 12 χρονών όταν, στο άκουσμα των σειρήνων που ειδοποιούσαν για την άφιξη των ιταλικών βομβαρδιστικών αεροπλάνων, την περίοδο 1940 – ’41, αναζητούσα καταφύγιο στα υπόγεια ψηλών μεγάρων της Θεσσαλονίκης, καθώς γνωρίζαμε καλά ότι οι βόμβες κατέστρεφαν μόνο ένα με δύο πατώματα στα ψηλά σπίτια» διηγείται στο Αθηναικό Πρακτορείο ο πρόεδρος της Ένωσης Αποστράτων Αξιωματικών του Στρατού Νομού Θεσσαλονίκης Χαράλαμπος Τσακίρης.
Ο ίδιος θυμάται ότι οι σειρήνες ηχούσαν συχνά στις επιδρομές κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο καθώς, όπως λέει, «οι Γερμανοί δεν μας έδωσαν την ευκαιρία να ηχήσουν οι σειρήνες, καθώς σε 15 μέρες κυρίευσαν την Ελλάδα και κατέβηκαν ακόμη και στα οχυρά».
«Η οδός Συγγρού ήταν γεμάτη τότε από καπναποθήκες, τις οποίες βομβάρδιζαν τα ιταλικά αεροσκάφη. Ο θόρυβος ήταν εκκωφαντικός και διαρκούσε πολλή ώρα. Σειρήνες υπήρχαν σε πολλά σημεία της πόλης και θυμάμαι χαρακτηριστικά εκείνη που υπήρχε στην οδό Φράγκων, στο Καθολικό Σχολείο Άγιος Βικέντιος, που ακουγόταν σε ολόκληρη την περιοχή του Βαρδαρίου, την σημερινή πλατεία Δημοκρατίας και το λιμάνι. Όταν ξεκινούσε ο συναγερμός, τρέχαμε να κρυφτούμε στα υπόγεια και μόλις ο κίνδυνος απομακρυνόταν ηχούσαν και πάλι οι σειρήνες, αυτή τη φορά με ένα παρατεταμένο συνθηματικό σφύριγμα που ειδοποιούσε τον πληθυσμό να βγει από τα καταφύγια» αναφέρει ο κ. Τσακίρης.
Ο ίδιος θυμάται ολοζώντανα και κάποιο από τα καταφύγια αυτά, την τότε κλινική του Μουτσούδου, στη γωνία των οδών Διοικητηρίου και Ελένης Σβορώνου.
«Μπορεί να είμαι σήμερα πάνω από 80 χρονών, όμως έχω ζήσει τις σειρήνες του πολέμου και οι μνήμες μου, αν και σκουριασμένες και αρχαίες, ξεθάφτηκαν σήμερα και ήρθαν στην επιφάνεια γνήσιες και ανέπαφες» καταλήγει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Πολιτικά κομματικά παιχνίδια και με τον Παρμενίωνα
Ασκηση Παρμενιώνας: στόχος η εκπαίδευση κι όχι η «πολιτική επικοινωνία» ελπίζουμε