«Αυτοί μου απήγγειλαν τρεις κατηγορίες για κατασκοπία στηριγμένοι στο γεύμα που είχα με τους δημοσιογράφους της Νιου Γιορκ Τάιμς και του ABC, όπου είπα ότι τα βασανιστήρια (συμπεριλαμβανομένων και των εικονικών πνιγμών) ήταν η επίσημη πολιτική της αμερικανικής κυβέρνησης για την οποία πίστευα ότι ήταν εσφαλμένη και αντισυνταγματική» δήλωσε στην εφημερίδα Εθνικός Κήρυκας της Νέας Υόρκης ο Ελληνοαμερικανός, πρώην πράκτορας της CIA, Τζον Κυριακού, υποστηρίζοντας ότι «αυτές οι κατηγορίες απορρίφθηκαν, όπως απορρίφθηκαν και οι κατηγορίες που μου έχουν απαγγελθεί σχετικά με το βιβλίο μου «The Reluctant Spy: My Secret Life in the CIA’s War on Terror».
«Ένα χρόνο μετά τη φυλάκισή του, ο ομογενής Τζον Κυριακού, χωρίς τον παραμικρό ενδοιασμό, αποφάσισε να παραχωρήσει εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στο δημοσιογραφικό επιτελείο του Εθνικού Κήρυκα» όπως επισημαίνει η ημερήσια ομογενειακή εφημερίδα, υπογραμμίζοντας ότι «ο Κυριακού είχε υπηρετήσει για δεκαπέντε περίπου χρόνια τη CIA και είχε στο ενεργητικό του βραβεία και περγαμηνές, αλλά επτά περίπου χρόνια μετά τη συνταξιοδότησή του και συγκεκριμένα στις 25 Ιανουαρίου 2013 καταδικάστηκε σε κάθειρξη τριάντα μηνών διότι είχε παραδεχτεί ότι είχε παραβιάσει το νόμο περί προστασίας των δεδομένων».
Ο Ελληνοαμερικανός πρώην πράκτορας της CIA παραχώρησε τη συνέντευξη σε δημοσιογράφους της εφημερίδας, οι οποίοι τον επισκέφθηκαν στις φυλακές Λορέτο στην Πενσιλβάνια, όπου εκτίει την ποινή του.
Στην εκτενή συνέντευξή του, ο κ. Κυριακού αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση που τον οδήγησε στη φυλακή, στην οικογένειά του, στους δεσμούς του με την Ελλάδα και τον Ελληνισμό, στην υπηρεσία του στην Αθήνα, στον Χρ. Ξηρό, καθώς και στην ηθική και οικονομική στήριξη που βρήκε από ορισμένους ομογενείς, υπογραμμίζοντας χαρακτηριστικά «ήμουν πάντα υπερήφανος Ελληνοαμερικανός, αλλά αυτό το διάστημα είμαι πιο υπερήφανος από ποτέ».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, «ερωτηθείς για τις δυσκολότερες μέρες στη φυλακή, είπε ότι τα Χριστούγεννα και η Ημέρα των Ευχαριστιών ήταν οι πιο δύσκολες μέρες. Αυτές είναι ημέρες οικογενειακής θαλπωρής, όπως είπε και αισθάνθηκε περισσότερο από ποτέ την απουσία της συζύγου του Χέδερ και των πέντε ανήλικων παιδιών του».
Όπως σημειώνεται, η Νιου Γιορκ Τάιμς είχε αναφέρει ότι «αυτός αποκάλυψε» μέσω e-mail σε ένα δημοσιογράφο το όνομα ενός μυστικού πράκτορα της CIA και ότι «ο Κυριακού είναι ο πρώτος πρώην είτε νυν αξιωματικός της CIA που καταδικάστηκε για την αποκάλυψη απόρρητων στοιχείων σε δημοσιογράφο».
Κατά τη διάρκεια της δίωρης συνέντευξης, ο κ. Κυριακού επανέλαβε πως «όσα συνέβησαν οφείλονται στη δημόσια τοποθέτησή μου σχετικά με τα βασανιστήρια» και «οι δώδεκα μήνες στη φυλακή δεν κατάφεραν να αλλάξουν ούτε την ψυχική μου διάθεση».
«Αν και μπορεί να ακούγεται παράλογο, εν τούτοις είναι μια πολιτική υπόθεση», τόνισε, για να προσθέσει ότι «αν παρουσιαζόταν και εκ νέου η ανάγκη θα έκανα και πάλι το ίδιο, διότι κάποιος πρέπει να ορθώσει το ανάστημά του κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου».
Σε κάποιο άλλο σημείο της συνέντευξης, ο Τζον Κυριακού ανέφερε: «Εγώ έθεσα σε κίνδυνο τη ζωή μου για την ασφάλεια των ΗΠΑ και δεν μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι θα συνέβαιναν όλα αυτά. Μόλις έρχεσαι εδώ παθαίνεις σοκ. Και μόνον αργότερα συνειδητοποιείς τι συνέβη».
Σύμφωνα με τον κ. Κυριακού «ο κάθε πρόεδρος (των ΗΠΑ), ανεξάρτητα από την προεκλογική του πλατφόρμα, πολύ σύντομα στρατολογείται από το κατεστημένο των υπηρεσιών πληροφοριών αυτής της χώρας και γίνεται μέλος της ομάδας. Ο πρόεδρος Ομπάμα στην προεκλογική εκστρατεία του 2008 είχε ως κεντρικό μοτίβο τη διαφάνεια. Στην πράξη η διακυβέρνησή του κατέστη μια προέκταση της διακυβέρνησης Μπους. Και καταφέραμε να έχουμε λιγότερη διαφάνεια σήμερα», όπως τόνισε.
Η ομογενειακή εφημερίδα επισημαίνει ότι «παράλληλα, ο Τζον Κυριακού ανέφερε ότι μετά από τα σχόλιά του για τους εικονικούς πνιγμούς συνέβησαν μερικά γεγονότα για τα οποία έπρεπε να τα είχε δει ως προειδοποιητικά, συμπεριλαμβανομένων και των παρενοχλήσεων που υπέστη η δεύτερη σύζυγός του, Χέδερ, που την εποχή εκείνη εργαζόταν για την CIA και την οποία μετά την καταδίκη του την οδήγησαν στην παραίτησή της. Μετά τη συνταξιοδότησή του από την CIA το 2005, κλήθηκε σε μια ακρόαση στην Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας. Ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε εάν η CIA προβαίνει μυστικά σε βασανιστήρια στο υπουργείο Εξωτερικών. Αυτός υπέβαλε ένα αίτημα στην Υπηρεσία, το οποίο προσυπέγραφε ο Τζον Κέρι. Η απάντηση μετά από έξι εβδομάδες ήταν αισχρή. Μια άλλη φορά ένας ακτιβιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων επικοινώνησε μαζί του σχετικά με το θάνατο των δύο χιλιάδων Ταλιμπάν στις αρχές του πολέμου στο Αφγανιστάν. Ο Τύπος, την εποχή εκείνη, το είχε αποκαλέσει μακελειό και κατηγόρησε τις δυνάμεις των Αφγανών. Μια πηγή ανέφερε στον Κυριακού ότι μεταξύ των επιζώντων υπήρχε και ένα 12χρονο αγόρι, το οποίο κατάφερε να κρυφτεί και το οποίο ισχυρίστηκε ότι στο γεγονός της 30ής Νοεμβρίου 2001 ήταν παρόντες και δύο Αμερικανοί, οι οποίοι πιθανόν να ανήκαν στη CIA».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα του Εθνικού Κήρυκα, «ο Κυριακού είπε ότι μετά την αναφορά του στο υπουργείο Άμυνας σχετικά με το γεγονός, κάποιος έστειλε τις μπουλντόζες στον τόπο του μακελειού, οι οποίες έσκαψαν σε όλους τους τάφους και έριξαν τα οστά στον ποταμό. Και όταν πήγαν οι ανακριτές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εντόπισαν μόνο μερικά κουρέλια και παπούτσια. Μετά από συνομιλίες με υψηλούς αξιωματούχους, ο γερουσιαστής Κέρι του είπε να παρατήσει την υπόθεση».
«Πιστεύω πως αυτό εξαγρίωσε τη CIA. Μετά από όλα αυτά τα συμβάντα το μοναδικό πράγμα το οποίο γνώρισα ήταν η σύλληψή μου» δήλωσε ο Ελληνοαμερικανός πρώην πράκτορας της CIA, ο οποίος, σύμφωνα με τον ιστότοπο www.firedoglake.com «ήταν το πρώτο μέλος της CIA, που, δημοσίως παραδέχτηκε ότι τα βασανιστήρια ήταν επίσημη πολιτική των ΗΠΑ επί κυβερνήσεως Μπους».
Ο Τζον Κυριακού έκανε αναφορά και στην εποχή που υπηρέτησε στην Αθήνα, καθώς και για τον Χριστόδουλο Ξηρό. «Θυμάμαι πως ξυπνούσα το πρωί και ανυπομονούσα να πιάσω δουλειά», είπε, αναπολώντας την περίοδο που υπηρετούσε στη CIA και ειδικά την περίοδο 1998-2000 που εργαζόταν στην Αθήνα για την εξάρθρωση της «17 Νοέμβρη».
Ερωτηθείς για τον Χριστόδουλο Ξηρό, υποστήριξε: «Έμεινα άναυδος. Πώς μπόρεσαν να αφήσουν να φύγει έναν υπόδικο που καταδικάστηκε για 23 ανθρωποκτονίες σε 800 χρόνια φυλάκισης; Εγώ κατανοώ την έκφραση συμπάθειας, αλλά δεν μπορεί να υπάρχει συμπάθεια για έναν που διαπράττει ειδεχθή εγκλήματα».
Τέλος, όσον αφορά την καταγωγή του, ανέφερε: «Εγώ είμαι 100% Ροδίτης και τα εξαδέλφια μου από τη Ρόδο μου στέλνουν γράμματα».