Με τον Εθνικό Ύμνο, που έψαλαν ο Πρόεδρος της Κύπρου Ν. Αναστασιάδης, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Καμμένος, o Αρχηγός ΓΕΕΘΑ Ναύαρχος Ευάγγελος Αποστολάκης, ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς Αντιστράτηγος Ηλίας Λεοντάρης, επώνυμοι και ανώνυμοι και με θερμά χειροκροτήματα, αναχώρησαν από την Κύπρο για την Αθήνα τα λείψανα πεσόντων της Ελληνικής Δύναμης Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) κατά την τουρκική εισβολή του 1974, οι οποίοι περιλαμβάνονταν στον κατάλογο των αγνοουμένων.
Τα λείψανα βρέθηκαν σε ομαδικούς τάφους και ταυτοποιήθηκαν με την μέθοδο του DNA. Πρόκειται για λείψανα στρατιωτικών (Αξιωματικών και Οπλιτών), που υπηρετούσαν στην ΕΛΔΥΚ, του κυβερνήτη και δύο Καταδρομέων του μοιραίου μεταγωγικού Nοράτλας «ΝΙΚΗ-4» που καταρρίφθηκε και συνετρίβη από λάθος οδηγίες της τότε ηγεσίας της Εθνικής Φρουράς προς την κυπριακή αεράμυνα.
Επίσης, αναγνωρίστηκαν τα λείψανα του Ανθυπασπιστή του Ναυτικού, Νικόλαου Νιάφα, ο οποίος ήταν μέλος του πληρώματος της ακταιωρού «Φαέθων», που βομβαρδίστηκε τον Αύγουστο του 1964 στον κόλπο του Ξερού, από την τουρκική Αεροπορία. Όλα τα λείψανα βρέθηκαν στην διάρκεια εκταφών της Κυπριακής Δημοκρατίας στις ελεύθερες περιοχές και της Επιτροπής για Αγνοούμενα Πρόσωπα στις κατεχόμενες περιοχές. Η Επιτροπή αυτή είναι τριμελής και απαρτίζεται από εκπρόσωπο των Ηνωμένων Εθνών, της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής κοινότητας.
Για να παραστούν στην επιμνημόσυνη δέηση και να συνοδεύσουν τα λείψανα στην Ελλάδα, ήρθαν στην Κύπρο αρκετοί οικείοι των ανδρών που θυσιάστηκαν υπέρ της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όλοι έσφιξαν το χέρι αυτών των ανθρώπων, τους είπαν λόγια παρηγοριάς και εξέφρασαν τον θαυμασμό και την απέραντη ευγνωμοσύνη τους. Τα λείψανα ήταν των Βασίλη Παναγόπουλου, Σωτηρίου Κουκουρούνη, Στέφανου Τζιβαλάκη, Βασίλειου Παπαλάμπρου, Νικόλαου Κρητικού, Νικόλαου Αθανασίου, Ελευθέριου Ανθή, Γεώργιου Ζερβομανώλη, Αθανάσιου Καραγεώργου, Ιωάννη Κωνσταντακόπουλου, Κωνσταντίνου Μπροδήμα, Ιωάννη Παπαδόπουλου, Αργύριου Σίννη, Μανούσου Τριανταφυλλίδη, Βασίλη Τριάντη, Γεώργιου Χαμουργιωτάκη και Νικόλαου Νιάφα.
Αρκετή ώρα πριν από την επιμνημόσυνη δέηση τα λείψανα, μέσα σε μικρά φέρετρα, είχαν τοποθετηθεί στον σολέα του Ναού της Του Θεού Σοφίας για να περνά ο κόσμος και να προσκυνά. Τα φέρετρα ήταν καλυμμένα με τις σημαίες της Κύπρου και της Ελλάδος. Της δέησης χοροστάτησε, λόγω εκτάκτου κωλύματος του αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου, ο επίσκοπος Μεσσαορίας, Γρηγόριος.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, στον χαιρετισμό του εξέφρασε τη βαθιά ευγνωμοσύνη και την άδολη αγάπη της Κύπρου στους ήρωες και τους συγγενείς τους, τονίζοντας ότι με τη θυσία τους δίνουν το δικαίωμα σε εμάς σήμερα να συνεχίζουμε τον αγώνα για οριστική απαλλαγή από τα κατοχικά στρατεύματα.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης σε ομιλία του είπε, πως ως Κύπρος «έχουμε πλήρη συνείδηση σφαλμάτων του παρελθόντος». Διαβεβαίωσε ότι θα ενταθεί η συντονισμένη και οργανωμένη προσπάθεια προς πάσα κατεύθυνση, ώστε «να πετύχουμε το συντομότερο δυνατό να έχουμε τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα, με κύριο στόχο να πειστεί όχι μόνο η Τουρκία, αλλά και ο διεθνής παράγοντας, να ανοίξουν τα αρχεία των Ηνωμένων Εθνών, των εμπλεκομένων τότε δυνάμεων, αλλά ιδιαίτερα και η Τουρκία να επιτρέψει ανεμπόδιστα και χωρίς όρους, τη διερεύνηση σε κάθε μέρος που υπάρχει πληροφορία ότι βρίσκονται θαμμένοι αγνοούμενοί μας».
Σημείωσε ακόμη, ότι δεν υπάρχουν απαντήσεις για τις σκόπιμες, εγκληματικές μετακινήσεις οστών από τους πρωτογενείς χώρους ταφής, όπως της Άσσιας, του Κορνόκηπου, του Αγίου Ιλαρίωνα, κλπ. Επίσης, αποδοκίμασε το γεγονός, ότι παρά την απόφαση της Τουρκίας για παραχώρηση άδειας για 10 εκταφές κάθε χρόνο, για τα επόμενα τρία χρόνια, σε χώρους που θεωρούνται στρατιωτικές ζώνες κατοχής, τα προβλήματα παραμένουν. «Θα πρέπει να δοθεί απρόσκοπτη πρόσβαση τόσο για εκταφές όσο και για έρευνες για ύπαρξη χώρων ταφής» σημείωσε.
Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Πάνος Καμμένος, στη δική του ομιλία είπε ότι σήμερα, με συγκίνηση και υπερηφάνεια, «αποδίδουμε τις οφειλόμενες τιμές στους ήρωες, που άπαντες επιτελούσαν εθνική αποστολή σε πόλεμο». Αναφέρθηκε στη μεγάλη τους προσφορά στο έθνος και στον άνισο αγώνα που έδωσαν, που δεν δείλιασαν μπροστά στον θάνατο και έδωσαν την τελευταία ρανίδα του αίματός τους για την πατρίδα. «Το δικό μας οφειλόμενο καθήκον, χρέος και ευθύνη είναι να αποδώσουμε τιμές» ανέφερε και διαβεβαίωσε για μια ακόμη φορά για τη διαρκή στήριξη, συνεργασία και συντονισμό Λευκωσίας- Αθηνών για μια ειρηνική Κύπρο, χωρίς ξένους στρατούς και εγγυήσεις.
Εξάλλου, ο Πάνος Καμμένος επιτέθηκε στην Άγκυρα, κάνοντας λόγο για «κτήνη που από την απέναντι πλευρά δολοφονούσαν, χωρίς να σέβονται ούτε τις αρχές του πολέμου». Κάτι, είπε, που συνεχίζουν και σήμερα. «Παραβιάζουν τον εθνικό εναέριο χώρο την ώρα που αποδίδουμε τιμές στους ήρωες. Κάποιοι πίστεψαν ότι θα έπρεπε να σιωπήσουμε και να μαλακώσουν τα πράγματα. Όχι» κατέληξε ο κ. Καμμένος.
Ο Ελληνοκύπριος εκπρόσωπος στην Επιτροπή για Αγνοούμενα Πρόσωπα, Νέστορας Νέστορος, σημείωσε πως η Επιτροπή μέσα από το δύσκολο έργο της προσπαθεί να δώσει «τις ελάχιστες απαντήσεις για όσα προηγήθηκαν και συμπαρίσταται με κάθε τρόπο στους συγγενείς και στον αβάστακτο πόνο και την ψυχική οδύνη που βιώνουν». Διαβεβαίωσε ότι οι προσπάθειες δεν θα τερματιστούν έως ότου υπάρξουν απαντήσεις για όλους τους αγνοούμενούς μας.
Ο κ. Νέστορος δήλωσε πως οι Ελλαδίτες αγνοούμενοι «δεν είχαν ποτέ λιγότερη σημασία» για την Επιτροπή και ότι σήμερα κλείνει ένας κύκλος αβεβαιότητας και ψυχικής φθοράς των συγγενών. Ο επίτροπος Ανθρωπιστικών Θεμάτων, Φώτης Φωτίου, στον δικό του χαιρετισμό είπε πως «σήμερα σφραγίζεται ακόμα μια σελίδα της κοινής ιστορίας και των ακατάλυτων δεσμών που μας ενώνουν με τον μητροπολιτικό χώρο, μια σελίδα υπέρτατης θυσίας και προσφοράς στους κοινούς εθνικούς μας αγώνες».
Μετά τις ομιλίες έγινε κατάθεση στεφάνων και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης επέδωσε παράσημα και τιμητικά διπλώματα στους οικείους των ηρωϊκώς πεσόντων.
Στη συνέχεια σχηματίστηκε πομπή για την έξοδο των λειψάνων από τον ναό. Προπορευόταν ο επίσκοπος Γρηγόριος με τους ιερείς, ακολουθούσαν τα φέρετρα, που βαστούσαν τιμητικά άνδρες της ΕΛΔΥΚ, οι επίσημοι, οι οικείοι και ο κόσμος.
Στον αύλειο χώρο του ναού, στρατιωτικό άγημα απέδιδε τιμές και παιάνιζε η φιλαρμονική της ΕΛΔΥΚ μέχρι τα φέρετρα να τοποθετηθούν σε οχήματα, διαμορφωμένα ανάλογα με την περίσταση, και να αναχωρήσουν για το παλαιό αεροδρόμιο Λάρνακας. Με ειδική πτήση μεταγωγικού αεροσκάφους C- 130 της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας έγινε η τελευταία πτήση της επιστροφής, μετά από 43 χρόνια, στην Ελλάδα.
(Πηγή ΑΠΕ-ΜΠΕ)