Στην πρόσφατη συνάντηση των υπουργών Άμυνας των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι πέντε μεγαλύτερες οικονομίες του μπλοκ (πλην της Μεγάλης Βρετανίας), εκπροσωπήθηκαν από γυναίκες -ένα «πραξικόπημα» που ολοκληρώθηκε με τον φρέσκο διορισμό της Sylvie Goulard ως επικεφαλής της γαλλικής εθνικής άμυνας, στην κυβέρνηση του προέδρου Emmanuel Macron. Αυτή η αξιοσημείωτη εξέλιξη σε ένα παραδοσιακά αρσενικό χαρτοφυλάκιο, αντανακλά την τρέχουσα ευρωπαϊκή στάση προς τις στρατιωτικές δυνάμεις και τον λόγο ύπαρξής τους γράφει δημοσίευμα του Bloomberg.
Οι πέντε γυναίκες στο τραπέζι της συνάντησης ήταν η Γερμανίδα Ursula von der Leyen, η Γαλλίδα Goulard, η Ιταλίδα Roberta Pinotti, η Ισπανίδα Maria Dolores de Cospedal και η Ολλανδή Jeanine Hennis-Plasschaert. Καμία εξ αυτών δεν έχει στρατιωτικό υπόβαθρο. Η Von der Leyen έχει σπουδάσει γιατρός και ο πρώτος πολιτικός διορισμός της ήταν στο παραδοσιακά θηλυκό πεδίο της κοινωνικής πολιτικής. Η Goulard και η Hennis-Plasschaert ήταν αμφότερες πρώην μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και το προηγούμενο έργο τους είχε επικεντρωθεί στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η Pinotti έχει πτυχίο στη φιλολογία και προϊστορία στην ακροαριστερά. Η Cospedal είναι διπλωμάτης καριέρας. Είναι πολιτικά διορισμένες, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι βρέθηκαν ταυτόχρονα σε αμυντικά χαρτοφυλάκια.
Το 2015, η Tiffany Barnes από το Πανεπιστήμιο του Κεντάκι και η Diana O’Brien του Πανεπιστημίου της Ιντιάνα, μελέτησαν την πρακτική του διορισμού γυναικών υπουργών Άμυνας – περισσότερες από 40 χώρες το έχουν κάνει αυτό μέχρι στιγμής, περίπου 30 εξ αυτών επιλέγουν γυναίκα για πρώτη φορά από το 2000– και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι παρότι το συνολικό ποσοστό των γυναικών πολιτικών και κορυφαίων στελεχών σε μία χώρα προδιαγράφει την εμφάνιση μιας γυναίκας ως υπουργού Άμυνας, υπάρχουν περισσότεροι λόγοι που εξηγούν το φαινόμενο πέραν της μεγαλύτερης ισότητας των φύλων.
Οι στρατιωτικές δικτατορίες, οι χώρες που εμπλέκονται σε διεθνείς συγκρούσεις και αυτές με μεγάλες αμυντικές δαπάνες σε σχέση με το μέγεθος της οικονομίας τους, δεν τοποθετούν γυναίκες σε κορυφαίες θέσεις Εθνικής Άμυνας, συμπέραναν οι Barnes και O’Brien: Οι μεγάλες στρατιωτικές δαπάνες υποδηλώνουν ένα πολιτικό κλίμα που δεν ευνοεί την αλλαγή της νόρμας του αποκλεισμού των γυναικών”.
Στις τέσσερις από τις πέντε ευρωπαϊκές χώρες που έχουν γυναίκες υπουργούς Άμυνας, το μέγεθος των ενόπλων δυνάμεων έχει πρόσφατα συρρικνωθεί ταχύτερα απ’ ότι στις ΗΠΑ, όπου η Άμυνα εξακολουθεί να είναι σε ανδρικά χέρια.
Την ίδια στιγμή, σε τρεις από τις τέσσερις χώρες οι αμυντικές δαπάνες ανά μέλος των ενόπλων δυνάμεων έχει αυξηθεί και σε μία ακόμη μειώθηκε λιγότερο απ’ ότι στις ΗΠΑ.
Οι ευρωπαϊκές χώρες κινούνται προς μικρότερες αλλά καλύτερα εξοπλισμένες ένοπλες δυνάμεις. Η Ιταλία αποτελεί την εξαίρεση και στα δύο σκέλη, αλλά αυτό δείχνει περισσότερα για την έλλειψη μεταρρυθμίσεων και των οικονομικών προβλημάτων στη συγκεκριμένη χώρα, απ’ ότι για τη γενική κατεύθυνση της στρατιωτικής πολιτικής.
Καμία από τις πέντε χώρες δεν έχει αμυντικό προϋπολογισμό που να αγγίζει το κατώφλι του 2% του ΑΕΠ που έχουν επιβάλει στους εαυτούς τους στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Η Ισπανία απέχει περισσότερο: Δαπάνησε το 0,9% του ΑΕΠ της σε αμυντικές δαπάνες το 2016. Αυτό δεν εμπόδισε την Cospedal να υποσχεθεί τον Μάρτιο στον υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ James Mattis, ότι η Ισπανία θα πιάσει αυτό το ποσοστό έως το 2024, αν και είναι μάλλον απίθανο να κατέχει η ίδια αυτό το χαρτοφυλάκιο έως τότε. Η Γερμανία επίσης υποσχέθηκε να φτάσει το 2% και μάλιστα έχει προϋπολογίσει μέτριες αυξήσεις των δαπανών, αλλά έχει πολύ δρόμο να διανύσει, δεδομένου ότι οι αμυντικές της δαπάνες ήταν μόλις 1,2% του ΑΕΠ το 2016 και έχουν παραμείνει σταθερές κατά τη διάρκεια της τριετούς θητείας της von der Leyen.
Φυσικά, οι στρατιωτικοί προϋπολογισμοί των εύπορων ευρωπαϊκών κρατών εξακολουθούν να είναι σημαντικές. Αλλά πολλά από τα χρήματα πηγαίνουν σε ειρηνευτικές επιχειρήσεις, στις οποίες τα πέντε κράτη είναι από τους πιο δραστήριους συμμετέχοντες, είτε υπό την αιγίδα του ΝΑΤΟ είτε των Ηνωμένων Εθνών. Οι Barnes και O’Brien διαπίστωσαν ότι η συμμετοχή σε ειρηνευτικές επιχειρήσεις καθιστά πιο πιθανό για μία χώρα να αποκτήσει μία γυναίκα υπουργό Άμυνας.
Οι γυναίκες στην κορυφή των ευρωπαϊκών στρατιωτικών μηχανών, είναι υπουργοί της ειρήνης, όχι του πολέμου. Αυτό εξηγεί το γιατί οι ειδικές σε θέματα ευρωπαϊκής ενοποίησης, οι Hennis-Plasschaert και Goulard πήραν το χαρτοφυλάκιό τους: Η ιδεολογία των κυβερνήσεών τους είναι πως η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η καλύτερη άμυνα που διαθέτει η χώρα τους απέναντι σε μία στρατιωτική σύγκρουση. Οι Barnes και O’Brien γράφουν:
«Καθώς η θηλυκότητα συνδέεται συνήθως με την ειρήνη, για τις κυβερνήσεις που επιδιώκουν να αποσυνδεθούν από τις πρώην καταχρήσεις στρατιωτικής εξουσίας, ο διορισμός μίας γυναίκας υπουργού Άμυνας μπορεί να προσφέρει έναν ορατό διαχωρισμό από το παρελθόν και να σηματοδοτήσει την αλλαγή και την ανανέωση».
Υπάρχει κι άλλη διάσταση σε αυτό: οι Ευρωπαίοι στρατιωτικοί αποτελούν συχνά τους φύλακες συντηρητικών, εθνικιστικών και επιθετικών παραδόσεων. Η Von der Leyen εμπλέκεται τώρα σε ένα σκάνδαλο που αφορά μία ακροδεξιά συνωμοσία στις τάξεις των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων. Αρκετά μέλη των ενόπλων δυνάμεων σχεδίαζαν να εξαπολύσουν μία τρομοκρατική επίθεση υποδυόμενοι τους αιτούντες άσυλο. Ένας εξ αυτών έφτασε ακόμη και στο σημείο να δημιουργήσει μία ψεύτικη συριακή ταυτότητα για το σκοπό αυτό. Το πρόβλημα συνθέτουν ναζιστικά αναμνηστικά που βρέθηκαν πρόσφατα σε στρατόπεδα. Η Von der Leyen έσπευσε να επικρίνει την κουλτούρα που επικρατεί στον γερμανικό στρατό λέγοντας ότι «οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις (Bundeswehr) πρέπει να στείλουν ένα σαφές μήνυμα τόσο εντός όσο και εκτός των τάξεών τους, ότι δεν συνεχίζουν την παράδοση της Βέρμαχτ”, των ναζιστικών ενόπλων δυνάμεων.
Απόστρατοι και στρατηγοί αντέδρασαν οργισμένα, θέτοντας υπό αμφισβήτηση τον σεβασμό της υπουργού και ολόκληρης της κυβέρνησης στις ένοπλες δυνάμεις. Η Von der Leyen εξέδωσε μία χλιαρή συγγνώμη και προχώρησε με τις έρευνες για τις ακροδεξιές τάσεις των μελών των ενόπλων δυνάμεων.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις γενικά δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι οι χώρες τους θα μπορούσαν να εμπλακούν σε μεγάλες συρράξεις. Δεν υπάρχει ο φόβος των στρατιωτικών απειλών που κυριαρχούν στο διάλογο για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ. Επομένως, ενώ τα αμυντικά χαρτοφυλάκια εξακολουθούν να είναι περίοπτα και σημαντικά, απαιτούν διαφορετικές δεξιότητες και άλλο όραμα απ’ ότι σε πιο πολεμοχαρή κράτη. Οι Von der Leyen, Goulard, Cospedal, Pinotti και Hennis-Plasschaert συμβολίζουν και ενσωματώνουν αυτή την πολιτική πραγματικότητα.
Από την άλλη και στις πέντε χώρες, ο υπουργός Εσωτερικών, που έχει υπό την ευθύνη του την διατήρηση της εγχώριας τάξης, είναι επί του παρόντος άνδρας. Η ισότητα των φύλων δεν έχει φτάσει ακόμη σε αυτό το παραδοσιακά ανδρικό πεδίο δεξιοτήτων, καθώς οι Ευρωπαίοι ψηφοφόροι απαιτούν ολοένα και περισσότερο καλύτερη επιβολή του νόμου.