Η Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενός από τα ανώτατα δικαστήρια της χώρας, γνωμοδότησε υπέρ της αντισυνταγματικότητας για τις περικοπές των κύριων και επικουρικών συντάξεων από το 2019 που συμφωνήθηκαν ανάμεσα στην κυβέρνηση και τους θεσμούς.
Η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει υπόψην της την γνωμοδότηση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για να τροποποιήσει κάποια άρθρα. Εαν δεν γίνει αυτο τότε στην επομενη φάση θα υπάρξουν πάλι προβλήματα αντισυνταγματικότητας. Όπως εγινε όταν το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε αντσυνταγματικές τις μειώσεις των εν ενεργεία και εν αποστρατεία στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και Σωμάτων Ασφαλείας.
Σας παραθέτουμε ολόκληρο το κείμενο των Πρακτικών της 2ης Ειδ.Συν./8.5.2017 της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με την τροποποίηση των διατάξεων ν. 4387/2016 (ΦΕΚ Α’ 85), εντασσόμενες στο τιτλοφορούμενο «Συντάξεις Δημοσίων Υπαλλήλων και Στρατιωτικών». Το παρακάτω απόσπασμα από τα πρακτικά αυτά αφορά το θέμα της περαιτέρω μείωσης των συντάξεων.
Με την παράγραφο 1 του ως άνω άρθρου αντικαθίσταται η περίπτωση β’ της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του ν. 4387/2016 και ορίζεται ότι από την 1.1.2019, αν το ποσό των ήδη καταβαλλόμενων κατά την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου συντάξεων είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον υπολογισμό τους βάσει της παραγράφου 1 (του άρθρου 14), το υπερβάλλον ποσό περικόπτεται.
Δοθέντος ότι, σύμφωνα με το εδάφιο β ‘ το ποσό που περικόπτεται μπορεί να ανέλθει έως και στο 18% της καταβαλλόμενης κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κύριας σύνταξης του δικαιούχου, ήτοι σχεδόν στο 1/5 αυτής, ενδέχεται να εγείρεται ζήτημα προσβολής της προστατευόμενης, από το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, περιουσίας, στο μέτρο που θίγονται ήδη θεμελιωμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα όσων έχουν αποχωρήσει από την υπηρεσία πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 και, ως εκ τούτου, έχουν γεγενημένη αξίωση για την καταβολή της σύνταξής τους, σύμφωνα με τα ισχύοντα κατά το χρόνο επαγωγής του συνταξιοδοτικού δικαιώματος τους, δηλαδή κατά το χρόνο απομάκρυνσής τους από την υπηρεσία.
Επισημαίνεται δε, ότι μολονότι η ως άνω περικοπή έρχεται να προστεθεί σε αλλεπάλληλες περικοπές που επιβλήθηκαν στις ήδη καταβαλλόμενες συντάξεις με προγενέστερα νομοθετήματα αθροιζόμενες με λοιπές φορολογικές επιβαρύνσεις, στην οικεία αιτιολογική έκθεση δεν περιέχεται οιαδήποτε αιτιολογία ή αναφορά σε μελέτη που να αποδεικνύει την προσφορότητα και την αναγκαιότητα της συγκεκριμένης περικοπής έναντι άλλων τυχόν εναλλακτικών επιλογών, ότι αυτή υπαγορεύθηκε από λόγους γενικότερου δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος κατόπιν βεβαίως της τήρησης των αρχών της ισότητας, της ισότητας στην κατανομή των δημοσίων βαρών (άρθρο 4 παρ. 1 και 5) και της αναλογικότητας, ενώ δεν γίνεται οιαδήποτε αναφορά σε μελέτη οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων στο βιοτικό επίπεδο της συγκεκριμένης κατηγορίας συνταξιούχων.
Η Πρόεδρος Ανδρονίκη Θεοτοκάτου, η Αντιπρόεδρος Άννα Λιγωμένου και οι Σύμβουλοι Κωνσταντίνα Ζώη, Βασιλική Σοφιανού, Δέσποινα Τζούμα, Βασιλική Προβίδη, Κωνσταντίνος Παραθύρας και Ασημίνα Σακελλαρίου, διατύπωσαν την ακόλουθη ειδικότερη γνώμη:
Σύμφωνα με τις απορρέουσες από τα άρθρα 2 παρ. 1, 5 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος αρχές της ασφάλειας δικαίου, της προβλεψιμότητας και της προστατευομένης εμπιστοσύνης, δεν επιτρέπεται η αιφνίδια μεταβολή ουσιωδών στοιχείων της σταθερά διαμορφωμένης νομικής και πραγματικής κατάστασης των προσώπων, στη διατήρηση των οποίων είχαν δικαιολογημένα αποβλέψει, μεταξύ άλλων, και κατά τον καθορισμό των συνθηκών και του επιπέδου διαβίωσής τους, παρά μόνο στο μέτρο που η μεταβολή αυτή δικαιολογείται από υπέρτερους λόγους δημοσίου συμφέροντος και στο βαθμό που, ενόψει της αρχής της αναλογικότητας, τηρείται μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ του υπερκείμενου αυτού συμφέροντος και των δικαιωμάτων και νόμιμων προσδοκιών των θιγόμενων από τη μεταβολή του νομοθετικού καθεστώτος.
Με τη ρύθμιση του άρθρου 14 του ν. 4387/2016, όπως προκύπτει από την οικεία αιτιολογική έκθεση, για λόγους σεβασμού της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης των ήδη συνταξιούχων, είχε ορισθεί ότι το καταβαλλόμενο, έως την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού, ποσό της σύνταξης που υπερβαίνει εκείνο που προκύπτει από το νέο υπολογισμό τους με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού, διατηρείται ως προσωπική διαφορά.
Με την προτεινόμενη νομοθετική ρύθμιση επιχειρείται η περικοπή της διαφοράς αυτής, χωρίς να προκύπτει με σαφήνεια ο σκοπός δημοσίου συμφέροντος που εξυπηρετεί, ώστε να είναι δυνατός ο έλεγχος κατ’ αρχήν του θεμιτού ή μη χαρακτήρα του επιδιωκόμενου σκοπού και ακολούθως της τήρησης μιας δίκαιης ισορροπίας μεταξύ του σκοπού αυτού και των δικαιωμάτων των συνταξιούχων. Δεν μπορεί δε να νοηθεί ως θεμιτός σκοπός η αφηρημένη ανάγκη διασφάλισης της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και του συνταξιοδοτικού συστήματος ειδικότερα, χωρίς να προσδιορίζεται το ακριβές πλαίσιο δημοσιονομικού σχεδιασμού στο οποίο εντάσσεται η συγκεκριμένη ρύθμιση. Ενόψει αυτών, η προτεινόμενη ρύθμιση θέτει ζήτημα συμβατότητας προς τις ανωτέρω συνταγματικές αρχές.