Εισήγηση της Λυδίας Βεντήρη
Δικηγόρου ΣΕΕΝΣΑ
Έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι αλλαγές στο ασφαλιστικό που εισηγείται η Κυβέρνηση δεν επηρεάζουν τις Ένοπλες Δυνάμεις και συντηρούν το καθεστώς που θεσπίστηκε με τον ν. 3865/2010. Ωστόσο, κάθε άλλο παρά έτσι είναι αφού πρόκειται για ένα σχέδιο νόμου που φέρνει δραματικές αλλαγές στην ασφάλιση και στα συνταξιοδοτικά δικαιώματα συλλήβδην στον παραγωγικό πληθυσμό της χώρας μας.
Η αλήθεια είναι ότι μέχρι τώρα ο ισχύων νόμος 3865 του 2010 έστρωσε το δρόμο ώστε ως προϋπόθεση θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος από 1.1.2015 και μετά να είναι η συμπλήρωση 40 ετών συντάξιμης υπηρεσίας ή αλλιώς ασφάλισης ή, διαζευκτικά, η συμπλήρωση του 60ου έτους της ηλικίας των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας.
Το πλαίσιο αυτό ήρθε να εδραιώσει το νέο τρίτο μνημόνιο που έγινε νόμος του Κράτους με τον ν. 4336/2015. Ήτοι, το ελάχιστο ηλικιακό όριο για τη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος φαίνεται να ‘’κλειδώνει’’ στα 58 έτη, πράγμα προβληματικό εφόσον ο χρόνος κατάταξης των Στελεχών ποικίλλει (άλλοι εισάγονται στις Σχολές στα 20, άλλοι στα 18), οι ανώτατοι Αξιωματικοί που αποκτούν τον εν λόγω βαθμό στα 53-55 έτη ηλικίας, υποχρεούνται να μένουν στην Υπηρεσία, οι δε ΕΠΟΠ δύνανται να καταταγούν μέχρι τα 28 ηλικιακά έτη. Αυτό συνεπάγεται πως αυτομάτως θα επιμηκυνθούν οι χρόνοι παραμονής ανά βαθμό με την όποια συνέπεια για τις διαδικασίες βαθμολογικής και ιεραρχικής εξέλιξης.
Όσον αφορά στο τι συμπεριλαμβάνεται στα 40 έτη υπηρεσίας: Ως έτη λοιπόν συντάξιμης υπηρεσίας λογίζονται αθροιστικά ο χρόνος πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας, ο χρόνος συντάξιμης υπηρεσίας που λογίζεται αυξημένος στο διπλάσιο ή τριπλάσιο μέχρι 5 έτη, καθώς και ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης. Επομένως, είθισται να λέμε ότι 35 είναι τα πραγματικά έτη συντάξιμης υπηρεσίας και 5 τα πλασματικά ώστε να φτάσουμε στα 40. Ωστόσο, αλλάζουν πολλά στον τρόπο υπολογισμού της σύνταξης για όσους αποχώρησαν ή αποχωρούν μετά την 1.1.2015 ανεξαρτήτως αν είχαν ή έχουν αντιστοίχως ήδη θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα, οπότε πάμε σε αναδρομικό τρόπο υπολογισμού της σύνταξης, πράγμα που δεν καθιέρωνε ο ν. 3865/2010 για όσους θεμελίωναν μέχρι την 31.12.2014.
Ο δε εν λόγω τρόπος υπολογισμού της σύνταξης πιάνει και τους αυτή τη στιγμή δικαιούχους σύνταξης και όσους θα θεμελίωναν μετά την 1.1.2015. Τίθεται επομένως ζήτημα άδικης μεταχείρισης των στελεχών που παρέμειναν στην Υπηρεσία τους μέχρι 31-12-2014 ενώ είχαν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα και αποχωρούν ή θα αποχωρήσουν από την Υπηρεσία τους μετά την 1.1.2015 με περισσότερα έτη ασφάλισης. Επομένως την ίδια σύνταξη θα πάρει το Στέλεχος που θεμελιώνει μετά την 1.1.2015 και ταυτόχρονα αποχωρεί από την Υπηρεσία, με αυτόν που έχει ήδη θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα την 31.12.2014 με περισσότερα έτη ασφάλισης λόγω του ότι και οι δύο αποχωρούν την 1.1.2015. Το γεγονός αυτό αποτελεί άνιση μεταχείριση και χρήζει διορθωτικών ενεργειών.
Μια παθογένεια που καθιέρωσε ο ν. 3865/2010 και δεν έχει μέχρι σήμερα αποκατασταθεί από κάποια μεταγενέστερη νομοθετική ρύθμιση είναι η ένταξη των εισαχθέντων στις Σχολές από 1-7-1990 ως και 31-12-1992. Τα εν λόγω Στελέχη εισήλθαν βάσει του ν. 3865 του ’10 στο καθεστώς των ‘’νέων ασφαλισμένων’’ για τους οποίους ισχύουν όλες οι ως άνω αυστηρότερες προϋποθέσεις, ήτοι τα 35 χρόνια πραγματικής υπηρεσίας ενώ αντίθετα οι εισαχθέντες ένα εξάμηνο νωρίτερα το 1990 ανήκουν στο καθεστώς των ‘’παλαιών ασφαλισμένων’’ οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης με 25 πραγματικά έτη. Η διαφορά είναι 10 παραπάνω έτη στην υπηρεσία προκειμένου να θεμελιωθεί συνταξιοδοτικό δικαίωμα.
Τίποτα λοιπόν δεν μένει ανέπαφο στο Ασφαλιστικό των Ενόπλων Δυνάμεων. Το ζήτημα δεν είναι άλλωστε μόνο πότε θα πάρει σύνταξη ο ασφαλισμένος αλλά και το ύψος της σύνταξης που θα πάρει και το αν ανταποκρίνεται το ποσό αυτό στο ύψος των εισφορών που έχει καταβάλει και στις απαιτήσεις του εργασιακού του βίου. Με τον νέο υπολογισμό των συντάξεων στο δημόσιο ένας αστυνομικός με 35 έτη εργασίας θα λάβει σύνταξη 1.000 ευρώ/μήνα αντί για 1.200 ευρώ, ενώ ένας αξιωματικός της Αεροπορίας θα λάβει σύνταξη της τάξης των 1.150 ευρώ, αντί για 1.350 ευρώ (καθαρά) με βάση τον παλιό τρόπο υπολογισμού των συντάξεων.
Η απώλεια δηλαδή είναι 200 ευρώ, τουλάχιστον 15% για τους περισσότερους ένστολους, καθώς πλέον υπολογίζεται για τη σύνταξη το σύνολο του εργασιακού βίου. Δαμόκλειος σπάθη έπεται και για την πλασματική πενταετία των ενστόλων (την οποία δικαιούνται λόγω του ότι δουλεύουν έξι ημέρες την εβδομάδα, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους δημοσίους υπαλλήλους), καθώς αναφέρεται ότι οι συντάξεις θα υπολογιστούν με βάση τον ασφαλιστικό βίο και όχι τον εργασιακό.
Εσφαλμένα θεωρείται ότι τα στελέχη των ενόπλων Δυνάμεων ανήκουν στην ‘’προνομιούχο’’ (εντός εισαγωγικών) τάξη της κοινωνίας μας και ότι δεν έχουν πληγεί σοβαρά από τους μνημονιακούς νόμους. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι στρατιωτικές συντάξεις με τον νόμο 4093/2012 έχουν υποστεί πέντε διαφορετικές μειώσεις που σε ποσοστό αντιστοιχούν σε 68% περικοπή, ποσοστό περικοπών που κανένας άλλος κλάδος του Δημοσίου δεν έχει υποστεί. Οι δικαστικές αποφάσεις που επισφράγισαν την αντισυνταγματικότητα αυτών των μειώσεων δεν άργησαν να έρθουν, εν έτει 2014, από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο εισήχθηκε την αντισυνταγματικότητα των μειώσεων τόσο στις αποδοχές των εν ενεργεία στελεχών όσο και στις συντάξεις των εν αποστρατεία. Οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος δεν ήταν επαρκείς, όπως νομολόγησε το ΣΤΕ, για να δικαιολογήσουν τις περικοπές στις Ένοπλες Δυνάμεις και στα Σώματα Ασφαλείας, που εγγυώνται την ασφάλεια και την ειρήνη της χώρας. Οι αντισυνταγματικές μειώσεις, που ήταν μάλιστα αναδρομικές –από 1.8.2012- , αντίκειντο και στο άρθρο 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ, το οποίο κατοχυρώνει το σεβασμό της περιουσίας του ανθρώπου.
Ωστόσο, οι επιταγές των εν λόγω δικαστικών αποφάσεων και παρά τις διεκδικήσεις των στρατιωτικών και τις δεσμεύσεις των Κυβερνήσεων, παραμένουν μέχρι και σήμερα ανεφάρμοστες. Τα δε οφειλόμενα αναδρομικά ποσά από το ψαλίδισμα μισθών και συντάξεων στο Δημόσιο Τομέα που σαφώς συμπεριλαμβάνουν και τις περικοπές στις Ένοπλες Δυνάμεις, ανέρχονται στο ύψος των διόλου ευκαταφρόνητων τεσσάρων δισεκατομμυρίων ευρώ. Ένα καίριο λοιπόν ερώτημα που μπορεί να τεθεί στους αξιότιμους παρευρισκόμενους εκπροσώπους των πολιτικών κομμάτων είναι αν θα υπάρξει η δυνατότητα με τον νέο ασφαλιστικό νόμο να καταβληθούν αναλογικά τα 4 αυτά δις στους δικαιούχους ή μήπως θα συμψηφιστούν με τη λεγόμενη προσωπική διαφορά που εισάγει το νέο νομοσχέδιο;; Αναμένουμε απάντηση σε αυτό.
Τέλος, πρέπει να επανεξεταστεί η προσέγγιση της υπαγωγής των συντάξεων του συνόλου των Δημοσίων υπαλλήλων άρα και των Στρατιωτικών σε έναν ενιαίο ασφαλιστικό φορέα, στα πρότυπα του ΙΚΑ. Το συνταξιοδοτικό καθεστώς που διέπει το Δημόσιο και τις σχέσεις του με τους εργαζομένους είναι συγκεκριμένο και διαφοροποιείται ξεκάθαρα από τη φύση ενός Οργανισμού Κοινωνικής Ασφάλισης. Τα Ανώτατα Δικαστήρια της Χώρας (Ελεγκτικό Συνέδριο και το Συμβούλιο της Επικρατείας) έχουν νομολογήσει σχετικά με αυτό. Δε μπορούν οι εργασιακές σχέσεις να ισοπεδώνονται κατά παράβαση του Συντάγματος και της ερμηνείας του νόμου.
Λαμβάνοντας υπόψη τις διαπιστώσεις αυτές, αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό, είναι ότι το Ασφαλιστικό είναι ένα ζήτημα που μας αφορά όλους. Η δε φύση της εργασίας σας, κυρίες και κύριοι ακροατές, είναι τέτοια που επιβάλλει την ιδιαίτερη ρύθμιση των αποδοχών των εν ενεργεία στελεχών αλλά και των συντάξιμων αποδοχών των εν αποστρατεία. Πρόκειται για πόστα με σκληρές υπηρεσίες, με μεταθέσεις που δυσκολεύουν τη δημιουργία αλλά και τη συντήρηση οικογένειας, με επικινδυνότητα, με ιδιαίτερη ευθύνη απέναντι στον νόμο αλλά και στην ασφάλεια του κοινωνικού συνόλου. Εξ’ ου και η Πολιτεία έχει θεσπίσει ειδικό καθεστώς για τις στρατιωτικές συντάξεις με το Π.Δ. 169/2007. Εισέρχεστε στον εργασιακό βίο αξιοκρατικά με πανελλήνιες εξετάσεις σε ηλικία οι περισσότεροι 18 ετών και αποστρατεύεστε, η πλειοψηφία σας, αυτεπάγγελτα, με απόφαση της Υπηρεσίας σε ηλικία ικανή και ακόμα παραγωγική για να συνεχίσετε να ασκείτε το λειτούργημά σας και να συνεισφέρετε στο δημόσιο βίο.
Η ιδιαιτερότητα της εργασίας σας πρέπει να αναγνωρίζεται από την Πολιτεία και όχι να υποβαθμίζεται με περικοπές στους μισθούς και στις συντάξεις σας, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να φτάσουν να εξομοιωθούν με τους μισθούς και τις συντάξεις του υπολοίπου Δημοσίου Τομέα. Πρέπει να κατοχυρωθεί με ειδική νομοθετική ρύθμιση η δυνατότητά σας να παραμένετε στην Υπηρεσία σας και να μην εξαναγκάζεστε σε αποχώρηση από αυτήν. Πρέπει να προστατευθεί το δικαίωμα στην κατοχύρωση πλασματικών συντάξιμων ετών το οποίο σήμερα κινδυνεύει παρόλο που εσείς και οι συνάδελφοί σας βιώνετε υπερωρίες και αντίξοες εργασιακές συνθήκες.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας είναι και πρέπει να παραμείνουν με τη μέγιστη συμβολή της Πολιτείας οι εγγυητές της ασφάλειας της χώρας και ο νέος ασφαλιστικός νόμος οφείλει να αποτελέσει αρωγό στην κατεύθυνση αυτή και όχι ένα ακόμα πρόσκομμα.