Αλέξανδρος Θεολόγου
Έξι και πλέον δεκαετίες φωτογράφισης από ψηλά, αμέτρητα χιλιόμετρα αεροφωτογραφικού φιλμ, άπειρες αποστολές και ακόμη περισσότερες ώρες πτήσης συνθέτουν την ιστορία της 348 Μοίρας Τακτικής Αναγνώρισης. Η ιστορία της Μοίρας «Μάτια» όπως είναι το χαρακτηριστικό κλήσης της, ξεκινά το 1953 με την συγκρότησή της ως Σμήνος Αναγνωρίσεως στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας από τον Διοικητή του Σμήνους Μετεκπαιδεύσεως των F-84G στην 112 ΠΜ, Υποσμηναγό (Ι) Αλέξανδρο Παπανικολάου.
Επειδή η Αεροπορία τότε δεν διέθετε εξειδικευμένα αναγνωριστικά τζετ, έξι «συνηθισμένα» αεροσκάφη δίωξης/βομβαρδισμού F-84G τροποποιήθηκαν ώστε να φέρουν μια κατακόρυφη κάμερα στην εξωτερική δεξαμενή καυσίμου του αριστερού φτερού. Το τμήμα της τροποποιημένης δεξαμενής απ’ όπου «έβλεπε» η Κ-24 των 51,5 ιντσών στα «φωτογραφικά» Thunderjet ήταν περιστρεφόμενο, μετατρέποντας, αναλόγως των απαιτήσεων της εκάστοτε αποστολής, την κάμερα από πρόσθια σε αριστερή λοξή. Η δε ρύθμιση γινόταν χειροκίνητα από το προσωπικό εδάφους πριν την απογείωση.
Η πρώτη δοκιμαστική πτήση έγινε στις 10 Σεπτεμβρίου 1953 με τον Υπσγό (Ι) Αλέξ. Παπανικολάου στα χειριστήρια του α/φους με κωδικό «FS-052» ενώ η πρώτη επιχειρησιακή αποστολή πραγματοποιήθηκε στις 24 του μηνός, πάλι από τον Διοικητή του Σμήνους. Τον Μάιο του ’55, το 348ο Σμήνος Αναγνωρίσεως αναβαθμίζεται σε Μοίρα και εξοπλίζεται με Lockheed RT-33Α, τα πρώτα αληθινά αναγνωριστικά τζετ της Π.Α.
Ουσιαστικά ένα Τ-33 με τροποποιημένο ρύγχος για την τοποθέτηση φωτομηχανών και «black boxes» ηλεκτρονικών στην θέση του πίσω καθίσματος, τα RT-33A δεν διέφεραν στον χειρισμό από τις απλές «Δασκάλες». Αυτό που έκανε τα RT-33A να ξεχωρίζουν ήταν οι κάμερες μπροστά, τα «μάτια» του αεροπλάνου.
Βάσει των εμπειριών από την επιχειρησιακή δράση των RF-80 στον πόλεμο της Κορέας, η Lockheed είχε σχεδιάσει τα RT-33A ώστε να φέρουν μια ποικιλία φωτομηχανών στο ειδικά μονωμένο ρύγχος για την προστασία των φωτομηχανών και των φιλμ στις φωτοαποθήκες από ακραίες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας.
Οι Κ-14, Κ-17, K-18, Κ-22 (σε διαμόρφωση «dicing», vertical, side oblique ή σε διάταξη split-vertical) και Κ-38 ήταν μερικές από τις κάμερες που μπορούσε να αξιοποιήσει ο τύπος σε διάφορους συνδυασμούς. Η λήψη φωτογραφιών με την λοξή μετωπική γινόταν με την βοήθεια ενός σκοπευτικού μπροστά ενώ η φωτογράφιση με τις λοξές πλευρικές εκτελείτο με τον πιλότο να υπολογίζει εμπειρικά την γωνία λήψης της κάμερας και την θέση των πτερύγων, πετώντας το αεροπλάνο έτσι ώστε να καλύπτεται η περιοχή ενδιαφέροντος.
Περιοχές ενδιαφέροντος –και μάλιστα άκρως απόρρητου– υπήρχαν και εκτός επικρατείας. Σύμφωνα με τον διατελέσαντα Μοίραρχο της 348 ΜΤΑ, Αντιπτέραρχο (Ι) ε.α Γεώργιο Βαγιακάκο, οι αναγνωριστικές αποστολές πλησίον των συνόρων με την Αλβανία και την Βουλγαρία καταγράφονταν απλώς ως «τοπικές». Αυτό αρκούσε. Τα αεροσκάφη που εκτελούσαν αυτές τις υψηλά διαβαθμισμένες αποστολές κρυφοκοιτάζοντας πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα πετούσαν χωρίς διακριτικά, φέροντας μόνο αριθμό σειράς στο κάθετο σταθερό.
Τα RT-33A θα αντικατασταθούν τον Αύγουστο του 1956 με ό,τι καλύτερο υπήρχε τότε στον τομέα της εναέριας αναγνώρισης –τα θρυλικά RF-84F της Republic τα οποία άφησαν εποχή επιχειρώντας από την αεροπορική βάση της Λάρισας μέχρι το 1991 που αποσύρθηκαν. Η παραλαβή των RF-84F στο πλαίσιο του αμερικανικού προγράμματος στρατιωτικής βοηθείας (ΜΑΡ) προς τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ άρχισε τον Αύγουστο του ’56. Στις 6 Αυγούστου, ο Μοίραρχος της 348 ΜΤΑ, Σγός (Ι) Αλέξ. Παπανικολάου, απογειώνεται με το α/φος «728» για την πρώτη εκπαιδευτική πτήση.
Στην Λάρισα, η παρουσία των Thunderflash δεν άργησε να γίνει γνωστή: στις 13 Σεπτεμβρίου 1956, η χαρακτηριστική βροντή που ακούσθηκε ανατολικά του αεροδρομίου καθώς το «28728» του Υπσγού (Ι) Απόστολου Αντωνιάδη έσπαγε σε ρηχή βύθιση το φράγμα του ήχου, φρόντισε γι’ αυτό! Αντίθετα με τα RT-33A που απετέλεσαν μια μεσοπρόθεσμη λύση ανάγκης, το RF-84F σχεδιάσθηκε αποκλειστικά για τον ρόλο της τακτικής αναγνώρισης, παρέχοντας δυνατότητες που αξιοποιήθηκαν κατάλληλα και σε άκρως απόρρητες πτήσεις για την αποτύπωση στόχων στις γειτονικές χώρες του Ανατολικού Μπλοκ.
Στο κλιματιζόμενο ρύγχος του το αεροσκάφος διέθετε μια λοξή μετωπική Κ-22Α με φακούς 6, 12, ή 24 ιντσών, η οποία «έβλεπε» με κλίση 12-15 μοιρών. Η κάμερα μπορούσε να αντικατασταθεί από την Κ-36 των 36 ιντσών, αν κάτι τέτοιο υπαγόρευε η αποστολή που θα εκτελείτο.
Ο σταθμός της πρόσθιας κατακόρυφης μπορούσε να φιλοξενήσει μια ποικιλία φωτομηχανών όπως την Κ-17C των 6 και 12 ιντσών, την Τ-11 των 6 ιντσών, την Κ-22Α με 12άρη φακό ή την Κ-37, με ίδιο φακό. Τις θέσεις των πλευρικών λοξών καταλάμβαναν οι oblique Κ-17C των 6΄΄ ενώ πιο πίσω βρισκόταν η θέση της υψηλής αριστερής λοξής κάμερας. Από τον σταθμό αυτόν μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν οι Κ-22Α με «κώνους» 12 και 24 ιντσών, φωτογραφίζοντας στόχους με κλίση 15-40 και 25-40 μοιρών, αναλόγως πάντοτε των απαιτήσεων της αποστολής.
Η κατακόρυφη κάμερα καταλάμβανε την τελευταία θέση στο διαμέρισμα των φωτομηχανών του αεροπλάνου. Οι κάμερες που χρησιμοποιούντο κατά περίπτωση ήταν η Κ-22Α των 12 ιντσών και η Κ-38 των 24΄΄ η οποία με διαστάσεις αρνητικών 9΄΄x 18΄΄ έδινε ακόμη πιο ευανάγνωστες αεροφωτογραφίες κάνοντας την δουλειά των φωτοερμηνευτών πιο εύκολη.
Πάνω από την περιοχή του στόχου ο χειριστής επέλεγε την κατάλληλη κάμερα ενεργοποιώντας το αντίστοιχο control box της κονσόλας κάτω από τα όργανα πτήσης στον πίνακα οργάνων και το αεροφωτογραφικό φιλμ άρχιζε να τρέχει. Κατά την διάρκεια της μακρόχρονης υπηρεσίας τους στην Π.Α, τα RF-84F τράβηξαν πολλές… ενδιαφέρουσες φωτογραφίες των «απέναντι» –αν και σε ορισμένες από αυτές οι γείτονες δεν χαμογελούν και πολύ!
Στις 29 Σεπτεμβρίου 1978 μια νέα σελίδα γυρίζει για την Μοίρα με την παραλαβή των πρώτων RF-4E Phantom. Εφοδιασμένα με εξωτερικές δεξαμενές καυσίμου και επανδρωμένα με μικτά πληρώματα Ελλήνων και Αμερικανών χειριστών, τα αεροσκάφη έφθαναν από τις Ηνωμένες Πολιτείες με ρυθμό περίπου ένα τον μήνα, έπειτα από ένα μακρύ ταξίδι με ενδιάμεσους σταθμούς.
Μόλις ολοκληρώθηκε η παράδοσή τους, η Μοίρα χωρίσθηκε σε δύο Σμήνη –ένα με τα εναπομείναντα RF-84F και ένα δεύτερο (348 ΜΤΑ/RF-4E) με τα οκτώ αναγνωριστικά Phantom του Βlock 66 (αριθμοί σειράς 77375, 77358, και 77-1761 έως 77-1766). Ο διαχωρισμός αυτός δεν κράτησε πολύ, με αποτέλεσμα την ενοποίηση των δύο Σμηνών σε μια μονάδα, με διοικητική και επιχειρησιακή υπαγωγή στην 110 Πτέρυγα Μάχης.
Η εποχή των Thunderflash θα ολοκληρώσει τον κύκλο της στις 29 Μαρτίου 1991. Τα τελευταία τρία πτήσιμα RF-84F απογειώνονται από τον «08» της Λάρισας για να τραβήξουν της τελευταίες αεροφωτογραφίες της καριέρας τους, με τον Αντισμήναρχο (Ι) Απόστολο Μανουσάκη, Σμηναγό (Ι) Αθανάσιο Καλογιάννη και Αντισμήναρχο (Ι) Στέφανο Ξιφαρά στο κόκπιτ των αεροσκαφών «683», «470» και «728» αντίστοιχα.
Τελευταίος –απρόθυμα, είναι η αλήθεια– θα προσγειωθεί ο Ασμχος (Ι) Ξιφαράς με το «28728», το ίδιο αεροπλάνο που πραγματοποίησε την πρώτη πτήση από την Λάρισα 35 χρόνια νωρίτερα… «Τα RF-84F δεν κουράστηκαν, απλώς ξεπεράστηκαν» λέει χαρακτηριστικά ο Απτχος (Ι) ε.α Ξιφαράς, ο χειριστής με τις περισσότερες ώρες στον τύπο. Υπάρχει καλύτερο εγκώμιο για ένα πιστό αεροπλάνο;
Με την απόσυρση των Thunderflash και την διάλυση του Σμήνους τους, η 348 ΜΤΑ παρέμεινε εξοπλισμένη αμιγώς με RF-4E. Η επίσημη τελετή παράδοσης την 28η Ιουλίου 1994 είκοσι επτά γερμανικών αναγνωριστικών Phantom τα οποία παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα μετά την απόσυρσή τους από τις Πτέρυγες Αναγνώρισης (Aufklärungsgeschwader) AKG 51 «Immelmann» και AKG 52 στο Bremgarten και Leck αντίστοιχα, ενίσχυσε σημαντικά την δύναμη της Μοίρας καθώς ο αριθμός των «γερμανικών» αεροπλάνων «έβγαζε» πιο άνετα αποστολές.
Όταν δεν πετούσαν εκπαιδευτικές αποστολές ή δεν συμμετείχαν σε ασκήσεις, τα αναγνωριστικά της Μοίρας «Μάτια» έκαναν αυτό για το οποίο αποκτήθηκαν: παρακολουθούσαν τους «απέναντι». Και είχαν τον τρόπο να το κάνουν, τα σωστά μέσα και, κυρίως, τους κατάλληλους ανθρώπους.
Οι φωτογραφίες από… ανατολάς έφθαναν για εμφάνιση και φωτοερμηνεία στο Μικτό Αεροφωτογραφικό Κέντρο (ΜΑΦΚ) στην βάση της Λάρισας, το μοναδικό μέρος όπου δεν μύριζε κανείς την χαρακτηριστική, βαρειά οσμή του αεροπορικού καυσίμου. Φωτογραφίες στρατηγικής σημασίας, η ανάπτυξη μονάδων επιφανείας του τουρκικού Ναυτικού στο Αιγαίο, οποιαδήποτε πληροφορία μπορούσε να ενδιαφέρει τους σχεδιαστές μιας επιχείρησης, ήταν δουλειά των αναγνωριστικών.
Όμως τα αεροπλάνα της 348 ΜΤΑ προσέφεραν ανεκτίμητες υπηρεσίες και στο κοινωνικό σύνολο. Στο MAΦK κατέληγαν οι αεροφωτογραφίες αποστολών που πετούσε η Πολεμική Αεροπορία επ’ ωφελεία υπουργείων, δημοσίων υπηρεσιών και φορέων.
Mετά από κάθε μεγάλη πυρκαγιά, οι αεροφωτογραφίες των απανθρακωμένων δασικών εκτάσεων βοηθούσαν το υπουργείο Γεωργίας να εκτιμήσει το μέγεθος της καταστροφής. Επίσης, κατά την εκτέλεση τοπογραφικής μελέτης για κάποιο μεγάλο έργο, οι υπό κλίμακα κατακόρυφες αεροφωτογραφίες της περιοχής κάλυπταν τις αδυναμίες και τους περιορισμούς των διαφόρων συμβατικών μεθόδων που συνήθως χρησιμοποιούνται.
Χωρίς υπερβολή, από την αίθουσα φωτοερμηνείας του MAΦK έχουν περάσει αεροφωτογραφίες σχεδόν για τα πάντα: φωτογραφίες λιμενικών εγκαταστάσεων για το Λιμενικό Σώμα, περιοχών σε ολόκληρη την χώρα για τον εντοπισμό και την καταμέτρηση αυθαιρέτων κτισμάτων από τις αρμόδιες υπηρεσίες, φωτογραφίες για την Στατιστική Yπηρεσία και αεροφωτογραφίες που συνέβαλαν στον έλεγχο της δασικής εκμετάλλευσης, στην εκπόνηση τεχνικών μελετών, στην χάραξη οδών και άλλων έργων κοινής ωφελείας, χωρίς να λείπουν και φωτογραφίσεις για πανεπιστημιακές μελέτες (Δέλτα ποταμών, υδροβιότοποι κ.ά)
Από τις πιο ασυνήθιστες αεροφωτογραφίες που απλώθηκαν ποτέ στην φωτεινή τράπεζα φωτοερμηνείας, οι φωτογραφίες υπερύθρων για τον εντοπισμό υπογείων πηγών στην Κρήτη αποτελούν μια από άγνωστες πτυχές του κοινωνικού έργου του MAΦK και της 348 ΜΤΑ. Παρόλο που η Κρήτη διαθέτει εκατοντάδες πηγές γλυκού νερού, ο εντοπισμός τους ήταν ιδιαίτερα δύσκολος επειδή πολλές είναι υποθαλάσσιες –γνωστές ως «εστεβέλλες» ή αναβάλλουσες.
Την λύση έδωσαν οι κάμερες υπερύθρων των RF-4E τα οποία πέταξαν συγκεκριμένες ώρες της ημέρας πάνω από περιοχές που υδρογεωλόγοι πίστευαν ότι υπήρχαν υπόγεια ύδατα. Τα αποτελέσματα ήταν εντυπωσιακά: οι ακραίες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας που παρατηρήθηκαν νωρίς το πρωί και κατά την δύση του ηλίου αποκάλυψαν περίπου 750 πηγές γλυκού νερού, τόσο στην ξηρά όσο και διάσπαρτες στην θάλασσα.
Το χαρακτηριστικό κλήσης της 348 ΜΤΑ, «Μάτια», αντικατόπτριζε –κυριολεκτικά– τον ρόλο της. Η Μοίρα ήταν τα άγρυπνα μάτια της Πολεμικής Αεροπορίας, χωρίς τα οποία τίποτα δεν θα μπορούσε να γίνει. Τα αναγνωριστικά είναι τα αεροπλάνα που θα πετάξουν την πρώτη και την τελευταία πτήση σε κάθε κρίση, σε κάθε ένταση με την γείτονα, σε κάθε άσκηση, διακλαδική και μη, οπουδήποτε, οποτεδήποτε.
Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, οι αναγνωριστές επωμίζονται μια νευραλγικής σημασίας αποστολή. Την σημασία αυτής της αποστολής μπορούν να την εκτιμήσουν μόνο οι πιλότοι που τις πετούν, όσοι γνωρίζουν τί διακυβεύεται και όσοι… αδημονούν για τις φωτογραφίες που τα αναγνωριστικά φέρνουν πίσω. Η απόσυρση των RF-4E και η απενεργοποίηση της Μοίρας «Μάτια» στις 5 Μαΐου σηματοδοτούν το τέλος του φιλμ της μακρόχρονης ιστορίας της.
Την θέση των αναγνωριστικών Phantom θα πάρουν τα F-16C, προσθέτοντας στους πολλαπλούς ρόλους που μπορούν να εκτελέσουν έναν ακόμη: αυτόν της τακτικής αναγνώρισης. Αυτό όμως που δεν αλλάζει ούτε θα αλλάξει ποτέ, ακόμη και όταν η ιστορική 348 ΜΤΑ πάψει επισήμως να υπάρχει, είναι ο αόρατος σύνδεσμος που ενώνει τους πιλότους των πρώτων αναγνωριστικών τζετ της Π.Α με όσους πέταξαν τα θρυλικά RF-84F και την «απόλυτη» αναγνωριστική πλατφόρμα, τα RF-4E.
Τα «ψηφιακά αναγνωριστικά» F-16 δεν είναι παρά το μέλλον. Τα «μάτια» της Π.Α δεν κλείνουν. Απλώς γίνονται ψηφιακά. Όμως παραμένουν πάντα άγρυπνα.
Αφιερωμένο στους πιλότους των αναγνωριστικών
«EYES» for Ever!