Οι εξελίξεις γύρω από την υπόθεση των ναζί δείχνουν ότι, ασχέτως αν όλοι οι συλληφθέντες θα φθάσουν στα δικαστήρια, η συντεταγμένη πολιτεία επέλεξε να κάνει κάποια απ’ όσα ήταν υποχρεωμένη να έχει πράξει από ετών.
Έπρεπε βεβαίως να κυλήσει το αίμα του Φύσσα, ως πρώτο «επίσημο» ελληνικό, αν και δεν ήταν ούτε το πρώτο ούτε το «επίσημο» πρώτο ούτε το πρώτο ελληνικό. Μέχρι τώρα όμως η πολιτεία επέλεγε να αποφεύγει τη διαλεύκανση υποθέσεων παραστρατιωτικής ή εγκληματικής δράσης και την απονομή δικαίου γι’ αυτές. Το αποδεικνύουν οι φάκελλοι των υποθέσεων που το υπουργείο Τάξης απέστειλε στον Άρειο Πάγο. Το αποδεικνύει ο χρόνος επίδοσης των φακέλλων, ελάχιστοι εκ των οποίων και μόνον χρειάστηκαν για να στοιχειοθετηθούν κατηγορίες για εγκληματική οργάνωση και για διεύθυνση τέτοιας οργάνωσης.
Η πολιτεία πήρε αποφάσεις μόνον όταν η συμπεριφορά και η «πολιτική» των ναζί αλλά και η απάθεια της πολιτείας προκάλεσαν ανησυχία στους πιο σημαντικούς διεθνείς συνομιλητές τής χώρας. Παρεμπιπτόντως, αρκετοί εξ αυτών συμμερίζονται τη «θεωρία των δύο άκρων». Τώρα ανακοινώνουν την ευαρέσκειά τους εν μέσω των καταιγιστικών εξελίξεων αλλά μέχρι τώρα όμως καταλόγιζαν στην κυβέρνηση έλλειψη βούλησης. Στις αρχές χρέωναν απροθυμία να αξιοποιήσουν διαθέσιμα στοιχεία, τα οποία ειχαν συλλέξει ή με τα οποία τροφοδοτήθηκαν.
Κυβέρνηση και αρχές αντιμετωπίζουν τώρα πια τα φασιστικά τάγματα εφόδου και το ορατό διευθυντήριό τους ως εγκληματική οργάνωση, λίγες ώρες πριν από την επίσκεψη του Αντώνη Σαμαρά στις Ηνωμένες Πολιτείες για επαφές υψηλού πολιτικού και επενδυτικού ενδιαφέροντος. Τα μηνύματα τής πολιτείας δείχνουν σαφή. «Πατούν» σε στοιχεία για παλιές ιστορίες και σε άλλα που μπορούν να αποτρέψουν μελλοντικές.
Ωστόσο, νομικοί και κυβερνητικοί κύκλοι προκρίνουν να μείνει πολιτικά άθικτη μια εθνικοσοσιαλιστική πολιτική δομή αν αποκηρύξει την παραστρατιωτική λειτουργία της. Γι’ αυτό δεν αποκλείεται να αποφύγουν τη δικαιοσύνη κάποιοι απ’ τους ναζί που θορυβωδώς συλλαμβάνονται. Στο τραπέζι υπάρχουν πολλά σενάρια. Οι μεταβλητές είναι πολλές. Η αντίδραση του ναζί επιτελείου απρόβλεπτη. Δεν έχει μόνον συγκρουσιακές εμπειρίες με το κράτος και με διάφορους θύλακες. Και οι συνιστώσες του δεν σκέπτονται πάντοτε όλες το ίδιο.
Η ανεκτική αντιμετώπιση της φασιστικής δράσης, κυβερνητικές επιλογές, «ιδιοτυπίες» στο κράτος και πολιτικές αθλιότητες στους κόλπους τής δημοκρατίας συντήρησαν το αυγό τού φιδιού μεταπολιτευτικά. Το φίδι έχει βγεί από καιρό και σύρεται πάνω στην απάθεια της δημοκρατίας και δαγκώνει μέχρι τις μέρες μας. Παλιοί καταδικασμένοι εγκληματίες έγιναν από νεο-ταξίτες αντι-νεο-ταξίτες. Θεσμικοί. Μαζί με νεώτερους επαγγελματίες τής βίας ξεπλύθηκαν ως »πολιτικοί».
Αναδείχθηκαν εκπρόσωποι της κοινωνίας απειλώντας ανοικτά το πολίτευμα. Η ελλειπής αντιφασιστική πολιτική τού κράτους εξόπλισε τις «πολιτικές» εφεδρείες των ναζί. Επέτρεψε να διευρυνθεί η κοινωνική υποστήριξη προς αυτούς. Τώρα, ο κυβερνητισμός αθωώνει επιδεικτικά αυτή την υποστήριξη, καθώς θέλει πρωτίστως να «επαναπατρίσει» τους δικούς του εκλογικούς πελάτες. Την πλειοψηφία δηλαδή στο φιλοναζί ρεύμα, το οποίο ο κυβερνητισμός επιθυμεί εντός τού πολιτικού φάσματος.
Αυτή η «προτεραιότητα» και ο περιορισμός στα ποινικά αδικήματα των ναζί, αναβιώνει την αδυναμία πρώϊμης και μεταγενέστερης μεταπολίτευσης – να αντιμετωπίσουν ριζικά τον νεοφασισμό. Όλοι (πρέπει να) θυμούνται την «έκπτωση» Μπάλκου από τον αντιτρομοκρατικό νόμο 774 στον «απλό» περί εκρηκτικών.
Το έλλειμα κρατικής αντιφασιστικής πολιτικής και η αποφυγή ουσιαστικής πολιτικής ευθύνης ήταν που επέτρεψε στο ναζί επιτελείο να υπάρχει σαράντα χρόνια, να εγκληματεί. Να οργανώνει τάγματα εφόδου και πυρήνες μισθοφόρων επαγγελματιών τής βίας. Επέτρεψε στον ναζισμό παρά τω κράτει να δηλητηριάζει θύλακες του κράτους και κοινωνικές ομάδες.
Διαβάστε ακόμη :