Τα “δυτικά” ΜΜΕ παρουσιάζουν την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στην Μόσχα τουλάχιστον με διάθεση…τρομολαγνείας! Τα όσα γράφονται και μεταδίδονται από υποτίθεται τουλάχιστον σοβαρά ΜΜΕ,θυμίζουν εποχές …Ψυχρού Πολέμου. Η ανησυχία που μεταδίδεται απ΄ αυτά τα δημοσιεύματα είναι εντυπωσιακή.
Έχει ενδιαφέρον να δούμε πως βλέπουν και τα ρωσικά ΜΜΕ αυτή την επίσκεψη. Σαφώς πολύ πιο ψύχραιμα . Ο σχολιαστής του του ραδιοφώνου Sputnik ,Ντιμίτρι Μπάμπιτς νομίζουμε ότι με το άρθρο του που δημοσιεύει η “Σύγχρονη Ρωσία” βάζει τα πράγματα στη σωστή τους διάσταση.
Το άρθρο:
Ενόψει της επίσκεψής του στη Μόσχα ο Ελληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας δέχτηκε μια σοβαρή προειδοποίηση από τη βρετανική εφημερίδα Financial Times. Δυο ημέρες πριν από την επίσκεψή του, δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Ο Τσίπρας δεν θα βρει σωτηρία στη Μόσχα».
Σε θέμα του, το κανάλι Euronews, το οποίο προβάλλει διαρκώς τους άθλους της ΕΕ, η εκπρόσωπος της ΕΕ υπενθύμισε ευθέως στην Ελλάδα ότι αποτελεί μέλος της ΕΕ και τμήμα της Ευρώπης, γι’ αυτό η Αθήνα είναι καλύτερο να μην φλερτάρει ιδιαίτερα με τη Ρωσία. Η βρετανική εφημερίδα Guardian σημείωσε ότι με την πρώτη αναγγελία της επικείμενης επίσκεψης του Τσίπρα στη Μόσχα, αφίχθη στην Αθήνα ανώτερος διπλωματικός υπάλληλος της Ουάσιγκτον και μάλιστα, «πριν προλάβει να δύσει ο ήλιος πίσω απ’ την Ακρόπολη». Ο διπλωμάτης-αγγελιαφόρος απεδείχθη πως ήταν η αναπληρώτρια του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ για τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, Βικτόρια Νούλαντ, μια εκ των βασικών χορηγών και ενορχηστρωτών της «επανάστασης του Μαϊντάν» πέρυσι στο Κίεβο. Η κυρία Νούλαντ δεν κρύβει ότι ήρθε να αποτρέψει τον Τσίπρα από μια φιλία με τη Ρωσία.
Έναν πιο φανερό εκφοβισμό είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς. Ο «ελεύθερος» Τύπος μαζί με τους όχι και τόσο διπλωματικούς Δυτικούς απεσταλμένους, κομίζουν στην ελληνική κυβέρνηση μια απόλυτα σαφή διαταγή: «Καμία επαφή με τη Μόσχα!».
Φαίνεται πως στην ΕΕ πιστεύουν στο όνειρο της Αποκάλυψης που είδε ο Ζμπίγκνιεφ Μπζεζίνσκι, ο οποίος διετέλεσε επί προέδρου Κάρτερ σύμβουλος εθνικής ασφάλειας.
Ο Μπζεζίνσκι δήλωσε σε συνέντευξή του στα αμερικανικά μίντια ότι «μια Ελλάδα που θα έχει φίλη τη Μόσχα, μπορεί να παραλύσει την ικανότητα του ΝΑΤΟ να αντιδράσει στη ρωσική επιθετικότητα».
Τον Μπζεζίνσκι θεωρούν σε όλο τον κόσμο αντιρωσικό γεράκι, από τότε που αυτός το 1980 συνέβαλε παρασκηνιακά στην απόφαση να εξοπλιστούν οι αφγανοί μουτζαχεντίν με αμερικανικά όπλα (μια από τις πιο κατοπινές συνέπειες αυτής της απόφασης ήταν οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 του πρώην μουτζαχεντίν του Αφγανιστάν Μπεν Λάντεν στις ΗΠΑ). Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως, σαφώς το παράκανε, όπως επισημαίνει ακόμη και ο αντιρωσικός βρετανικός Τύπος. Η σχολιαστής Μαίρη Ντεζέβσκι, επίσης της εφημερίδας Guardian, επεσήμανε τον μερικώς παρανοϊκό χαρακτήρα ανάλογων φόβων. Όπως έγραψε, με έναν συγκαταβατικό τόνο, «η Ελλάδα μπορεί να συγχωρεθεί για το ότι κοιτάζει προς τη Ρωσία, αλλά η Αθήνα θα πρέπει να είναι προσεκτική».
Εξάλλου, οι ηγέτες των θεσμών της ΕΕ και ο πειθήνιος απέναντί τους Τύπος των χωρών-μελών, επαναλαμβάνουν ατελείωτα ότι ο Τσίπρας έρχεται στη Μόσχα ένα μήνα νωρίτερα πριν από το γεγονός για το οποίο τον είχε προσκληθεί. Θα έρθει στις 8 Απριλίου, ενώ η πρόσκληση ήταν για τις 9 Μαΐου, την ημέρα που η Ρωσία, και μαζί με αυτή όλοι οι άνθρωποι που θυμούνται ή άκουσαν πώς τελείωσε στην πραγματικότητα ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος στην Ευρώπη, θα γιορτάσουν τα 70 χρόνια από τη νίκη κατά του ναζισμού. Εν τω μεταξύ, πάντα τα ευρωπαϊκά Μέσα Ενημέρωσης, σημειώνουν αρκετά θορυβημένα ότι η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ έχει ήδη δηλώσει πως δεν θα πάει στη Μόσχα, αλλά ο Τσίπρας έχει αφήσει ανοιχτό προς το παρόν το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήσει ξανά την πρόσκληση της Μόσχας. Προκύπτει πως η Μέρκελ πιθανόν θα υποχρεωθεί να συναντηθεί με τον Τσίπρα στο μεσοδιάστημα αυτών των επισκέψεων. Ένας εφιάλτης! Καθότι, ΕΕ και ΗΠΑ εκβιάζουν εδώ και μερικούς μήνες την Ελλάδα με την μη καταβολή της επόμενης δόσης από το ΔΝΤ (η Αθήνα υπολόγιζε σε ένα ποσό 7,7 δις. δολαρίων!). Συνάγεται ότι ο εκβιαστής κινδυνεύει να βρεθεί ο ίδιος σε ανησυχητική θέση. Και αν τελικά η Μόσχα «εξαγοράσει» την Ελλάδα και αυτή βγει από τον έλεγχο του Βερολίνου; Τότε πάνω στη Μέρκελ θα πέσει η οργή των αμερικανών ομοϊδεατών του Μπζεζίνσκι. Πώς τολμήσατε κυρία καγκελάριε να επιτρέψετε να ξεφύγει η Ελλάδα από το «γάντζο του χρέους»; Διότι η Ελλάδα, θεωρητικά, μπορεί να παραλύσει το ΝΑΤΟ με ένα βέτο, και η Ρωσία διασπά τη διεθνή απομόνωση! Ακόμα χειρότερα -αν πιστέψει κανείς τα Δυτικά ΜΜΕ- χάρη στις συμφωνίες του υπουργού Ενέργειας στη Μόσχα, Παναγιώτη Λαφαζάνη, η Ρωσία πλέον θα μπορέσει να υποβάλλει την Ευρώπη σε έναν ενεργειακό εκβιασμό κλπ.
Το κωμικό της κατάστασης είναι ότι η Ρωσία στην πραγματικότητα δεν σκοπεύει να καταστρέψει το ΝΑΤΟ, ούτε να υποβάλλει την Ευρώπη σε ενεργειακό εκβιασμό, ούτε «να προβεί σε επιθετική ενέργεια απέναντι στην Ουκρανία» (το αγαπημένο κλισέ των Δυτικών πολιτικών και ΜΜΕ). Δεν θα βρείτε σχετικά με αυτό ούτε μια λέξη σε καμία από τις δηλώσεις ρώσων πολιτικών (οι σόουμεν της Δούμας, τύπου Βλαντίμιρ Ζιρινόβσκι, δεν υπολογίζονται, αλλά και σ’ αυτόν είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρεις εκκλήσεις περί κατάληψης της Ουκρανίας ή ολόκληρης της Ευρώπης). Όλοι αυτοί οι «εκβιασμοί», οι «παραλύσεις» και «επιθετικότητες», είναι οι καρποί της ρωσοφοβικής φαντασίας των ευρωπαϊκών και αμερικανικών μίντια, τα αφεντικά των οποίων τα υποχρεώνουν να πιθανολογούν πάντα το χειρότερο σε οποιαδήποτε ανάλυση των προθέσεων της Ρωσίας. Και να που τώρα οι φοβίες γίνονται μπούμερανγκ για τους ίδιους τους δημιουργούς τους, τους ευρωπαίους πολιτικούς τύπου της Μέρκελ.
Γερμανική παράκρουση
Ναι, η Ρωσία ανέκτησε την Κριμαία, αλλά μετά από τι; Αφότου οι αμερικανοί και ευρωπαίοι πολιτικοί άπλωσαν στο Κίεβο ένα βίαιο αντιρωσικό πραξικόπημα. Όσον αφορά τα δάκρυα του Δυτικού Τύπου για την προαιώνια τουρκική και ταταρική παρουσία στην Κριμαία, η οποία δήθεν ανησύχησε από την έκφραση της επιθυμίας του 90% του ρωσόφωνου πληθυσμού της Κριμαίας, αν υπάρχει στην Ευρώπη μια χώρα στην οποία αυτά τα δάκρυα σίγουρα δεν θα επιδράσουν, αυτή είναι σίγουρα η Ελλάδα. Καλύτερα να μην αναφερθούμε στην επί αιώνες τουρκική παρουσία στον ελληνικό χώρο.
Επομένως, η ιστορία με τις ευρωπαϊκές και αμερικανικές ανησυχίες ενόψει της επίσκεψης του Τσίπρα στη Μόσχα, αποδεικνύεται κωμική. Αλλά μέσα σ’ αυτή την κωμωδία υπάρχουν τα ψήγματα αυτής της τραγωδίας που έπληξε την Ελλάδα (και σε μικρότερο βαθμό τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου) τα τελευταία χρόνια. Τα ψήγματα αυτά αφορούν το εξής: Η ΕΕ αντί να παλέψει με την πραγματική απειλή, παλεύει με τις κατά φαντασία απειλές που έχει δημιουργήσει η δική της αντιρωσική (και εν πολλοίς αντιχριστιανική) ιδεολογία.
Αντί να παραδοθεί στη λήθη ο Β΄Παγκόσμιος πόλεμος και ο φοβερός ρόλος σε αυτόν του ναζισμού, μπουμπούκια του οποίου έχουν γίνει εδώ και καιρό ορατά στην Ουκρανία, η ΕΕ αγωνίζεται κατά των επισκέψεων στη Μόσχα στις 9 Μαΐου των ηγετών κυρίαρχων κρατών. Αντί να αγωνιστεί κατά της θρησκευτικής τρομοκρατίας και του «χαλιφάτου» των φανατικών που πάει να σταθεί στα πόδια του, η Ευρώπη αγωνίζεται κατά του μη δημοκρατικού αλλά κοσμικού καθεστώτος του Μπασάρ Άσαντ στη Συρία. Αντί της φτώχειας στην Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία, οι Βρυξέλλες έχουν βάλει από καιρό στο στόχαστρο τους ρωσικούς αγωγούς φυσικού αερίου στη Σιβηρία οι οποίοι, σημειωτέον, οδηγούν σ’ αυτές τις πτωχευμένες Ελλάδα και Ιταλία.
Όταν το πυρ δεν βάλλεται προς τον εχθρό, αλλά προς τους δικούς σου, η ήττα είναι αναπόφευκτη. Σήμερα την ΕΕ φαίνεται ότι απασχολεί περισσότερο να μην αφήσει την ελληνική κυβέρνηση να υλοποιήσει ένα σχέδιο βοήθειας για τους χρεωμένους και απόρους. Ενώ καλύτερο θα ήταν να σκεφτεί πώς θα πραγματοποιήσει μέσα στα πλαίσια της ΕΕ μια φορολογική και οικονομική πολιτική η οποία θα προστάτευε το ευρώ από νέες θύελλες. Μάλλον όμως η ΕΕ δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. Είναι προφανές ότι αυτό δεν χωρά στην ιδεολογία εκείνη, σύμφωνα με την οποία η Ρωσία είναι ένας εχθρός, και ο χριστιανισμός ένα απομεινάρι του παρελθόντος. Η εσωτερική και εξωτερική πολιτική συνδέονται μεταξύ τους. Ιστορικά πολύ λίγοι κατόρθωσαν ταυτόχρονα να καταπολεμήσουν τις φανταστικές απειλές στο εξωτερικό και να διεξάγουν συνετή οικονομική πολιτική στο εσωτερικό τους.
ΠΗΓΗ: Σύγχρονη Ρωσία