Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των δανειστών της Ελλάδας κάθε φορά που υπήρχε έστω η υποψία ότι θα υπάρξει αντίδραση για την επιβολη νέων μέτρων ήταν πως η “ελληνική κρίση” δεν έχει καμία ουσιαστική επίπτωση στο “πείραμα” της ευρωζώνης. Ακόμη και ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας απ΄ αυτήν παρουσιαζόταν ως κάτι περίπου ασήμαντο.
Φαίνεται ότι αυτό το επιχείρημα καταρρίπτεται από την Ουάσινγκτον, η οποία εκπέμπει μήνυμα κινδύνου για την αμερικανική και παγκόσμια οικονομία και ζητά να βρεθεί άμεσα λύση μεταξύ Ελλάδας και Ευωρπαϊκής Ένωσης.
Όπως γράφει ο έμπειρος ανταποκριτής στην Ουάσινγκτον Μιχάλης Ιγνατίου η αμερικανική κυβέρνηση ζητά να χαμηλώσουν οι τόνοι και βρεθεί άμεσα λύση γιατί επηρεάζεται η αμερικανική και παγκόσμια οικονομία.
Το καμπανακι κινδύνου από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού είναι πολύ σημαντική εξέλιξη. Κι αυτό γιατί ο πρόεδρος Ομπάμα και το οικονομικό του επιτελείο φαίνεται ότι δεν το χτυπάνε για να το ακούσει η Αθήνα αλλά το Βερολίνο. Έχει γίνει σαφές όπως σημειώνει ο Μιχάλης Ιγνατίου ότι “ο κ. Ομπάμα και το οικονομικό του επιτελείο, δεν συμφώνησαν ποτέ με τη συνταγή της λιτότητας, την οποία εισήγαγαν οι Βρυξέλλες και το Βερολίνο στις χώρες του νότου με απαίτηση των ηγετών των χωρών του βορρά. Ο Αμερικανός πρόεδρος και ο υπουργός του των Οικονομικών συνδύασαν στις ΗΠΑ την ανάπτυξη με τον εξαφανισμό της λιτότητας και το πείραμά τους πέτυχε. Το θέμα της λιτότητας αποτέλεσε πολλές φορές βασικό θέμα των συγκρούσεων του κ. Ομπάμα και του αντιπροέδρου Μπάιντεν με την Αγγελα Μέρκελ”.
Το πιο ενδιαφέρον σ΄ όσα γράφει ο Μιχάλης Ιγνατίου είναι ότι επιβεβαιώνεται η πρόθεση των ΗΠΑ να παίξουν ενεργό διαμεσολαβητικό ρόλο μεταξύ της Ελλάδας και των δανειστών της. Ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου διαβεβαιώσε ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να εργάζονται “στενά με την Ε.Ε. και αυτό σημαίνει συνεργασία με την νέα ελληνική κυβέρνηση για να προσπαθήσουμε να επιλύσουμε αυτές τις διαφορές και να επανέλθει η Ελλάδα, η Ευρώπη και η παγκόσμια οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης και ευημερίας, διότι τελικά αυτό θα είναι προς το καλύτερο συμφέρον της αμερικανικής οικονομίας».