Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΦΙΛΗ
διευθυντή Ερευνών του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων
Η επίσκεψη της ελληνικής αντιπροσωπείας στο Ισραήλ επανεκκινεί τις διμερείς σχέσεις, στο επίκεντρο των οποίων βρίσκεται η ενέργεια. Η ελληνική ατζέντα, στην παρούσα φάση, απλώνεται από τη διαμετακόμιση έως και την αποθήκευση και παραγωγή υδρογονανθράκων.
Πιο συγκεκριμένα, με δεδομένη τη συμβολή μας στη μεταφορά αζέρικου αερίου στην Ευρώπη μέσω του διαδριατικού αγωγού, επιζητούμε την εμπλοκή μας στη διαμετακόμιση αερίου από πηγές της Ανατολικής Μεσογείου στη Γηραιά Ηπειρο. Είτε μέσω υποθαλάσσιου αγωγού είτε με σταθμούς αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου στη βόρεια Ελλάδα και κατόπιν αποστολής του στη ΝΑ Ευρώπη μέσω του εν εξελίξει αγωγού IGB (Interconnector Greece-Bulgaria).
Ακόμη μία προοπτική είναι η ανάπτυξη και κατόπιν διασύνδεση του ελληνικού δικτύου με την Ιταλία για την τροφοδοσία αυτής αλλά κατ’ επέκτασιν και της Κεντρικής Ευρώπης. Εντός αυτού του πλαισίου, η δημιουργία αποθηκευτικών χώρων, οι οποίοι δύνανται να φιλοξενούν πλεονάζουσες ποσότητες, που θα μπορούν να διατίθενται ειδικότερα σε περιόδους κρίσης στις αγορές, είναι, επίσης, μία παράμετρος της οποίας τη σημασία αξίζει να διερευνήσουμε. Σε αυτή την εξίσωση, μη λησμονούμε και τις εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες, που είτε μπορούν να συμπληρώσουν ποσότητες αερίου προερχόμενου από την Ανατολική Μεσόγειο είτε κατά μόνας να τροφοδοτήσουμε την Ευρώπη.
Μάλιστα, λόγω των δυσκολιών -πιθανόν και συνεπαγόμενων καθυστερήσεων- που παρουσιάζει το εγχείρημα της Ανατολικής Μεσογείου, η αξιοποίηση των όποιων ίδιων πόρων αποκτά ιδιαίτερη αξία, καθότι αν αποδειχθεί ότι διαθέτουμε ικανά κοιτάσματα αυτή θα είναι η ασφαλέστερη -και χωρίς εξαρτήσεις- επιλογή. Επιταχύνοντας τις διαδικασίες αναφορικά με τα δικά μας αποθέματα, θα γνωρίζουμε εγκαίρως αν η εμπλοκή μας στην Ανατολική Μεσόγειο ως διαμετακομιστή είναι συμπληρωματική επιλογή ή η μοναδική προκειμένου να αναδειχθούμε σε ρυθμιστή των περιφερειακών ενεργειακών εξελίξεων.
Πάντως, η τόσο μεγάλη επιμονή στο ενεργειακό τρίγωνο Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ, από τη στιγμή που δεν ξεκαθαρίζεται κατά πόσο αυτό είναι ανοιχτό σε προσθήκες, είναι μάλλον αχρείαστη. Και αυτό γιατί η εν λόγω συμμαχία θα έχει καλύτερες προϋποθέσεις ευόδωσης των στόχων της αν γρήγορα μετεξελιχθεί σε πολυγωνική με τη συμμετοχή περισσότερων κρατών της περιοχής, με κλειδί σε αυτή την εξίσωση την Αίγυπτο. Από την άλλη, βέβαια, προέχει να προχωρήσουν οι πιο ώριμες (ως προς το χρόνο παραγωγής) και πλέον πρόθυμες (ως προς τη συνεργασία) χώρες, δημιουργώντας τις συνθήκες για να ακολουθήσουν και άλλες, μακριά από λογικές αποκλεισμών.
Η ρευστότητα της κατάστασης είναι ορατή και από τις προτάσεις που κατά καιρούς βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Τελευταία, του αρμόδιου περί την ενέργεια Ισραηλινού υπουργού για τη διάθεση αερίου μέσω Ελλάδας. Η οποία, ωστόσο, ακολούθησε προηγούμενες δηλώσεις αξιωματούχων για τα οφέλη επιλογής της τουρκικής διόδου. Ο κίνδυνος, συνεπώς, είναι να βάλουμε όλα τα αβγά μας στο καλάθι του Ισραήλ ή/και της Κύπρου και κατόπιν οι κυοφορούμενες εξελίξεις να τους αναγκάσουν να μας «αδειάσουν», επιλέγοντας την τουρκική οδό είτε λόγω οικονομιών κλίμακας (αν και αυτό αποτελεί εν πολλοίς μύθο), είτε ως αντάλλαγμα για την επίτευξη συμφωνιών που θα δώσουν λύση σε χρονίζοντα προβλήματα, είτε γιατί θα υποκύψουν στο θέλγητρο της «διψασμένης» τουρκικής αγοράς που ως καταναλωτής θα πολλαπλασιάσει τα κέρδη τους. Η δε αλλαγή καθεστώτος στη γείτονα, παρ’ ότι προσώρας δεν φαντάζει πιθανή, θα άλλαζε ριζικά τα δεδομένα, αποκαθιστώντας πλήρως τις σχέσεις Τελ Αβίβ-Αγκυρας.
Η χώρα μας, λοιπόν, οφείλει αφ’ ενός να προωθήσει τους δεσμούς της με το σύνολο των κρατών της περιοχής -αυτό εξυπηρετεί και την ανάγκη διατήρησης ισορροπιών μεταξύ Ισραήλ και Αράβων, ώστε τα περιθώρια κινήσεών μας να είναι μεγαλύτερα- αφ’ ετέρου να αναπτύξει εναλλακτικές που θα τη διασφαλίσουν ανεξάρτητα από τις επιλογές αυτών που σήμερα φαντάζουν ως αυτονόητοι εταίροι.
Η Ευρώπη, της οποίας οι εισαγωγές πετρελαίου και αερίου θα ανέρχονται το 2030 στα 85% και 82% της κατανάλωσης αντιστοίχως, πρέπει να αποδείξει πώς εννοεί την ασφάλεια τροφοδοσίας της και τη διαφοροποίηση προμηθευτών και διαμεσολαβητών (η Ανατολική Μεσόγειος προσφέρει και τα δύο), με Ελλάδα και Κύπρο στο κέντρο των διεργασιών. Επακόλουθα, οι Ευρωπαίοι εταίροι μας πρέπει να δώσουν το χρίσμα στην Αθήνα για να προχωρήσει στις αντίστοιχες διαβουλεύσεις -με την υποστήριξή τους- και εκ μέρους τους.
Με την ευρωπαϊκή προεδρία να βρίσκεται προ των πυλών, είναι η κατάλληλη στιγμή να αναλάβουμε σχετικές πρωτοβουλίες. Εν συνεχεία, τα περιφερειακά κράτη θα κληθούν να επιλέξουν μεταξύ των συνεχιζόμενων αντιπαραθέσεων, με αβέβαια αποτελέσματα προς ζημία των λαών τους, και της αναζήτησης κοινού τόπου με δέλεαρ ένα κοινό ενεργειακό μέλλον που θα «δέσει» τα συμφέροντα τους, επ’ ωφελεία της σταθερότητας και της ευημερίας, ώστε να τερματιστούν τα τωρινά τους αδιέξοδα. Ας ελπίσουμε ότι οι ηγεσίες τους θα επιλέξουν το προφανές!
Δημοσιεύθηκε στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Κύπρος: λιγότερο το φυσικό αέριο στην Αφροδίτη
Κύπρος αέριο: Για ειρήνη αντί αερίου γράφουν οι Γερμανοί