Τελευταία Ενημέρωση – 2017-04-26 00:00:01
Τριανταένα χρόνια έχουν περάσει από το ατύχημα στο Τσέρνομπιλ. Όσο η πραγματικότητα ξεθωριάζει, η μνήμη του πόνου παραμένει ανεξίτηλη μέσα από αποκαλυπτικές φωτογραφίες, οι οποίες έχουν τραβηχτεί είτε από τουρίστες είτε από φωτορεπόρτερ. Ωστόσο, η ιστορία της καταστροφής του εργοστασίου, παραμένει βασανιστικά χαραγμένη στη μνήμη όλων.
Στο πέρασμα του χρόνου, υπήρξαν κι άλλα ατυχήματα σε πυρηνικά εργοστάσια, όπως αυτό στο Σελαφίλντ (πυρηνικό εργοστάσιο κοντά στο χωριό του Seascale στις ακτές της Θάλασσας της Ιρλανδίας, στην Αγγλία) και στο νησί των Τριών Μιλίων ( Πενσυλβάνια). Όμως, η καταστροφή στο Τσέρνομπιλ έδειξε στους ανθρώπους το μέγεθος που μπορεί να έχει μια πυρηνική καταστροφή που ούτε η καταστροφή στην Φουκοσίμα πριν πέντε χρόνια δεν εχει αντικαταστήσει
ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΒΙΝΤΕΟ ΑΠΟ DRONE ΤΟΥ ΤΣΕΡΝΟΜΠΙΛ
Η καταστροφή του 1986 είχε όλα τα “συστατικά”, τα οποία προδίκαζαν ένα τραγικό τέλος: το αναπόφευκτο και τραγικό ατύχημα, την καθυστερημένη και μέσα σε πανικό εκκένωση, τους ανυποψίαστους διασώστες που δηλητηρίαζαν τους εαυτούς τους με αόρατη ραδιενέργεια, την εγκαταλελειμμένη ρόδα λούνα – παρκ στο Πρίπγιατ και το πυρηνικό εργοστάσιο που ήταν θαμμένο αρχικά ως προειδοποίηση και μετέπειτα ως υπενθύμιση
Καθώς η καταστροφή εκτυλίχθηκε στις 26 Απριλίου 1986, η αλυσίδα των γεγονότων δεν θα μπορούσε να ήταν πιο κινηματογραφική. Πράγματι, το Τσερνομπίλ έχει παρουσιαστεί σε δεκάδες ταινίες, βιβλία και βιντεοπαιχνίδια – χωρίς να φαίνεται περισσότερο απειλητικό ή σημαντικό απ’ ό,τι ήταν στην πραγματικότητα.
Αμέλεια και γενναιότητα
Η έκρηξη αερίου στη 1.23 τα ξημερώματα ήταν το προϊόν μιας ακολουθίας απίθανων, αλλά όχι ανεξήγητων αποτυχιών, που θυμίζουν παρόμοιες τεχνολογικές καταστροφές, οι οποίες έχουν λάβει χώρα στη Σοβιετική Ένωση. Δημιουργήθηκε από ένα συνδυασμό ατελούς σχεδιασμού των αντιδραστήρων RBMK του Τσερνομπίλ, μη εγκεκριμένων οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, και μιας καθυστερημένης και μη εγκεκριμένης δοκιμής ασφαλείας, που πήγε στραβά. Η δοκιμή δεν ματαιώθηκε, χάρη σε ένα διαχειριστή, ο οποίος ούρλιαζε προς τους υφισταμένους του, ενώ κορυφώθηκε με την λανθασμένη σε κλάσματα δευτερολέπτου λήψη αποφάσεων, η οποία εξάντλησε το προσωπικό.
Ωστόσο, τα στοιχεία από εκείνη τη νύχτα είναι ευδιάκριτα. Ο αναπληρωτής μηχανικός επικεφαλής του εργοστασίου, Ανατόλι Ντιάτλοφ, παρέμεινε στην αίθουσα ελέγχου, αρνούμενος να πιστέψει την έκταση του ατυχήματος, ακόμη και όταν το μέγεθος της καταστροφής ειπώθηκε από τους μάρτυρες. Καθώς 50 τόνοι πυρηνικών καυσίμων απλώνονταν έξω από την κατεστραμμένη ταράτσα, ο διαχειριστής, ο οποίος αργά ή γρήγορα θα πέθαινε, Αλεξάντερ Ακρίμοφ έστειλε δύο άνδρες να μειώσουν χειροκίνητα τις ράβδους. Είχαν σκοτωθεί σε λιγότερο από ένα λεπτό από τη στιγμή της έκθεσής τους, που τους άφησε με ένα “πυρηνικό μαύρισμα”. Κανένας δεν άφησε την αρμοδιότητά του, για να ψάξει τον άλλο, ήδη έκαναν εμετό λόγω της ραδιενεργειας. Οι άλλοι αντιδραστήρες συνέχισαν να λειτουργούν σαν να μην είχε συμβεί τίποτα.
«Όταν ήρθα για την βάρδια μου εκείνο το πρωί, κατάλαβα αμέσως ότι είχε συμβεί μια καταστροφή”, δήλωσε στο RT ο Αλεξέι Μπρέους, ένας μηχανικός του μοιραίου αντιδραστήρα 4 του Τσερνομπίλ. “Ήρθα στο χώρο εργασίας μου και μου είπαν ότι η ακτινοβολία υπερβαίνει τα φυσιολογικά επίπεδα κατά 1.000 φορές, αλλά στη συνέχεια είπαν ότι σε μέρη από τα οποία είχα μόλις περάσει ήταν 100 φορές χειρότερη. Στο τέλος της βάρδιας, ρώτησα “Τι πρέπει να κάνω αύριο;” και είπε, “Έλα στη δουλειά ως συνήθως.” Αυτό είναι το πώς ήταν τα πράγματα στην Σοβιετική Ένωση.»
Οι πυροσβέστες έφθασαν στο εργοστάσιο μέσα σε λίγα λεπτά, χωρίς κανένα ειδικό προστατευτικό εξοπλισμό ή γνώση του κινδύνου που είχαν να αντιμετωπίσουν. Κάποιοι πήραν τα συντρίμμια του γραφίτη από τον αντιδραστήρα, αστειευόμενοι φαιδρά για τις δόσεις της ακτινοβολίας, όσο εκτίθεντο σε αυτές. Περισσότεροι από 30 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους με φρικιαστικό θάνατο μέσα σε λίγες μέρες, εβδομάδες ή μήνες από την καταστροφή, λόγω της έκθεσης σε θανατηφόρες ποσότητες ραδιενεργειας.
«Οι άνθρωποι είχαν διαφορετικές πληγές ή κατάγματα, εγκαύματα εξαιτίας της ραδιεν’έργειας», ανέφερε στο RΤ ο Βιτάλι Λεονένκο, ο επικεφαλής γιατρός στο νοσοκομείο του Πρίπγιατ από το 1980 μέχρι το 1986. «Οι περισσότεροι από αυτούς είχαν εγκαύματα ακτινοβολίας τρίτου και τετάρτου βαθμού. Ένας από αυτούς πέθανε ακαριαία, οι άλλοι έπρεπε να περιμένουν 24 ώρες, έτσι ώστε να εκκενωθεί νοσοκομείο στη Μόσχα.»
Τελικά, πάνω από 600.000 “εκκαθαριστές” από όλη τη Σοβιετική Ένωση είχαν συνταχθεί για να καθαρίσουν τις συνέπειες του ατυχήματος.
«Ένας άνθρωπος με στολή χτύπησε την πόρτα του σπιτιού μου και μου είπε ότι είχε προσληφθεί ως εκκαθαριστής. Είπε ότι αν αρνηθώ, θα χρησιμοποιήσουν βία. Υπήρχαν οκτώ από εμάς στο λεωφορείο και μας κράτησε μια ολόκληρη νύχτα, πριν μας στείλει σε στρατιωτικό σύνταγμα. Εκεί, ήμασταν αναγκασμένοι να υπογράψουμε μια συμφωνία μη – αποκάλυψης και είπε ότι η παραβίαση θα μας οδηγούσε στο να αντιμετωπίσουμε το εκτελεστικό απόσπασμα,» πρόσθεσε σε δήλωσή του στο RT ο Αλεξάντερ Φιλιπένκο, ο οποίος πέρασε μήνες βοηθώντας εκκαθαριστές να αλλάζουν τα ακτινοβολημένα ρούχα.
Ο Φιλιπένκο είχε βγει δύο φορές παγκόσμιος πρωταθλητής στο ποδήλατο πριν από το ατύχημα. Με την πάροδο των χρόνων, ο οργανισμός του προσβλήθηκε από ασθένειες, κάνοντάς τον να μη μπορεί να περπατήσει ξανά.
Αλλά τουλάχιστον είναι ακόμα ζωντανός.
Το Πρίπγιατ ήταν ένα μοντέλο Σοβιετικής πόλης, που είχε ειδικά κατασκευαστεί μια δεκαετία πριν από την τραγωδία για να στεγάσει τους εργαζόμενους του εργοστασίου του Τσέρνομπιλ και τις οικογένειές τους. Είχε πληθυσμό 50.000. Λόγω της φυσικής τάσης των σοβιετικών αξιωματούχων στην μυστικοπάθεια και την επιθυμία του προσωπικού του σταθμού να υποτιμά τη σοβαρότητα του ατυχήματος, ενώ οι γραφειοκράτες και οι επιστήμονες σε όλη τη χώρα ήξεραν ότι κάτι είχε συμβεί, τα παιδιά που κατοικούσαν στο Πριπιάτ συνέχισαν να κολυμπούν φανερά στο μολυσμένο ποτάμι – τουλάχιστον μέχρις ότου οι πρώτοι ασθενείς εισήχθησαν στο νοσοκομείο διαμαρτυρόμενοι για ναυτία, πονοκέφαλο και μια μεταλλική γεύση στο στόμα τους.
Οι ιστορίες τρόμου αφθονούν. Μια διάβαση πεζών με θέα το σταθμό είναι τώρα γνωστή ως η “Γέφυρα του Θανάτου”. Μετά την έκρηξη, θεατές συγκεντρώθηκαν για να παρατηρήσουν τα χρώματα του ουράνιου τόξου από την καύση του γραφίτη και απ’ ό,τι είπαν ήταν ένα από τα πιο όμορφα αξιοθέατα που είχαν είδε ποτέ. Αλλά εκείνοι που έμειναν περισσότερη ώρα υπέστησαν σχεδόν μοιραίες ποσότητες ακτινοβολίας, ή ακόμα και θανατηφόρες.
Όλοι οι κάτοικοι του Πρίπγιατ είχαν διαμοιραστεί σε λεωφορεία μετά από μια εκκένωση που ανακοινώθηκε τελικά το απόγευμα της 27ης Απριλίου, δηλαδή 36 ώρες μετά τις εκρήξεις. Προκειμένου να αποτραπούν οι καθυστερήσεις και να βεβαιωθούν ότι πράγματα που μπορουσαν να απορροφήσουν ραδιενέργεια δε θα κυκλοφορουσαν σε όλη τη χώρα, τους είχαν διαβεβαιώσει ότι θα επέστρεφαν εντός τριών ημερών.
Η απόκοσμη ηρεμία, για την οποία η πόλη έχει γίνει γνωστή, εμφανίστηκε μέσα στις επόμενες μέρες.
Όταν οι «εκκαθαριστές» ήρθαν στην πόλη, τα ψυγεία ήταν ακόμα γεμάτα με τρόφιμα και ψάρια που ειχαν σαπίσει, και τα ρούχα ήταν ακόμα κρεμασμένα στο ίδιο σημείο που τα είχαν αφήσει να στεγνώσουν. Μερικά ζώα, όπως οι πελαργοί, που είχαν εκτεθεί σε θανατηφόρες δόσεις ακτινοβολίας αργοπέθαιναν στο έδαφος. Ωστόσο, τα βοοειδή αφέθηκαν να περιπλανηθούν στους δρόμους, απολαμβάνοντας την απρόσμενη ελευθερία τους, πριν πυροβοληθούν για την πρόληψη της εξάπλωσης της νόσου.
Η Μετα – Αποκαλυπτική καθημερινότητα
Κατά ειρωνικό τρόπο, λαμβάνοντας υπόψη τι έχει συμβεί τα τελευταία 30 χρόνια, σε έναν ταξιδιώτη του χρόνου οι σταθμοί Πρίπιατ και Τσέρνομπιλ θα φαίνονταν πιο οικείοι παρά σε οποιονδήποτε άλλο πολίτη της πρώην Σοβιετικής Ενώσεως.
Η ζωή στη ζώνη αποκλεισμού είναι πλεον ρουτίνα, καθώς η πιθανότητα για επιστροφή στο φυσιολογικό είναι μηδενική. Καθώς ραδιενεργά στοιχεία στο έδαφος φτάνουν τον χρόνο υποδιπλασιασμού τους (half-life), η η φύση εχει ξαναζωντανέψει παράγοντας ένα από τα πιο ειδυλλιακά τοπία από οπουδήποτε στην Ευρώπη. Προς έκπληξη πολλών ξένων, οι αντιδραστήρες του Τσέρνομπιλ, συνέχισαν να λειτουργούν μέχρι το 2000, και οι εγκαταστάσεις εξακολουθούσαν να συγκεντρώνουν πλήθη προσωπικού με σκοπό τη συντήρηση, σε καθημερινή βάση.
Η ουκρανική κυβέρνηση προβλέπει ότι ο καθαρισμός τελικά θα ολοκληρωθεί μέχρι το 2065.
Το ανθρώπινο κόστος του ατυχήματος είναι αδύνατο να εκτιμηθεί με ακρίβεια, με τους διαπιστευμένους θανάτους να ανταγωνίζονται τις στατιστικές προβλέψεις και τις περίπλοκες ιατρικές θεωρίες. Ο ΟΗΕ έχει δηλώσει ότι 4.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους νωρίτερα από το φυσιολογικό όριο ζωής λόγω του Τσερνομπίλ, αν και η Greenpeace αναφέρει ότι ο πραγματικός αριθμός θα μπορούσε να είναι περισσότερο από 20 φορές υψηλότερος. Ο αριθμός των ανθρώπων που πάσχουν από επιπλέον καρκίνους ή γενετικές ανωμαλίες είναι επίσης αδύνατον να αποδοθεί επακριβώς εξαιτίας των μικρών ποσότητων ραδιενέργειας στις οποίες εχουν σταδιακά εκτεθεί, αν και θα μπορούσε να φτάσει τις εκατοντάδες χιλιάδες.
Ειναι αδύνατο να αρνηθούμε τη συμβολική σημασία της 26ης Απριλίου του 1986 – η ημερομηνία εξακολουθεί να είναι μια καμπή στην παγκόσμια ιστορία, απέναντι στη Χιροσίμα και την 11 Σεπτεμβριου. Η πυρηνική βιομηχανία, το περιβαλλοντικό κίνημα και η Σοβιετική Ένωση δεν ήταν ποτέ το ίδιο μετα απο αυτο. Οι σπαρακτικές ιστορίες εκείνων που δεν τα κατάφεραν και οι συρρικνωμένοι αριθμοί εκείνων που επέζησαν – και έσωσαν τόσους άλλους, δεν πρέπει να ξεχαστούν.
Πηγή – RT
Μετάφραση – Εύη Σπανού