O Αναπληρωτής Υπουργός Εθνικής Άμυνας Δημήτρης Βίτσας σε συνέντευξη που παραχώρησε, σήμερα Τρίτη 21 Μαρτίου 2017, στο 1ο Πρόγραμμα του ραδιοφώνου της ΕΡΤ και στην δημοσιογράφο Ευαγγελία Μπαλτατζή, μεταξύ άλλων ανέφερε:
Για την ακύρωση της Νατοϊκής άσκησης λόγω της Λήμνου:
Υπάρχει μια, όχι τωρινή αλλά και παλιότερη λογική, το ΝΑΤΟ να προσπαθεί να παίζει, στα μεταξύ των συμμάχων που το συναπαρτίζουν, έναν ουδέτερο ρόλο. Με αυτή την έννοια, ενώ υπάρχει μια άσκηση που έγινε και πέρσι, όπου μέσα στο πλαίσιο της άσκησης συμπεριλαμβανόταν και η Λήμνος, φέτος ξαφνικά δεν περιελήφθη. Αυτό για εμάς ήταν αιτία, ήταν ζήτημα αιχμής, να μην το δεχθούμε να μην συμπεριληφθεί η Λήμνος σε αυτή τη άσκηση, οπότε αφού κάναμε όλες τις διπλωματικές ενέργειες, οι οποίες δεν καρποφόρησαν, τότε και εμείς είπαμε ότι θα αποχωρήσουμε και αποχωρήσαμε από την άσκηση. Αυτό πρακτικά μπορεί να σημαίνει και τίποτα αλλά σε επίπεδο συμβολικό σημαίνει ότι εμείς δεν ανεχόμαστε, σε καμία περίπτωση, έστω και ελάχιστα, να αμφισβητείται η φωνή μας και τα δίκαιά μας στο Αιγαίο.
Στο ερώτημα αν υπάρχει ανησυχία:
Το συνολικό περιβάλλον στην περιοχή μας και στη Μέση Ανατολή προκαλεί αισθήματα ανησυχίας αλλά, όταν έχεις αισθήματα ανησυχίας ή προβλήματα που σε κάνουν να ανησυχείς, παίρνεις μέτρα. Τα μέτρα που έχουμε πάρει εμείς, είναι να κάνουμε έντονη τη διπλωματική μας παρουσία ως κυβέρνηση, ως Υπουργείο Εξωτερικών και να είναι θωρακισμένη η χώρα από την άποψη ετοιμότητας και επαγρύπνησης των Ενόπλων Δυνάμεων, ώστε να δημιουργείται ένα επίπεδο ασφάλειας και σε αυτή την κατεύθυνση θα το συνεχίσουμε. Επίσης, παίρνουμε όλα τα μέτρα μείωσης έως μηδενισμό της περίπτωσης ενός πιθανού ατυχήματος. Γιατί, η ρητορική μερικές φορές οδηγεί σε κάποιες πράξεις, το αποτέλεσμα των οποίων μπορείς να το ελέγχεις ή μπορεί κάποια στιγμή να γίνει μη ελέγξιμο.
Πράξεις και παραλείψεις από τη μεριά της γείτονος χώρας, περισσότερο την απομονώνουν, παρά το γεγονός ότι μπορεί να θεωρούν ότι κερδίζουν πόντους σε σχέση με τις εσωτερικές τους διαδικασίες και αναφέρομαι στο δημοψήφισμα. Περισσότερο την απομονώνουν και ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιείται μια ρητορική έντασης ακριβώς για εκλογικά αποτελέσματα. Η έκφραση από την πλευρά της ΕΕ, ότι με μια τέτοια ρητορική και με τέτοιες πράξεις, και με το γεγονός ότι αν η θανατική ποινή γίνει νόμος στην Τουρκία, αυτό αποκλείει αυτόματα τις ενταξιακές της διαδικασίες στην Ευρώπη, είναι πάρα πολύ σοβαρά πράγματα. Άρα με μια έννοια, η δική μας στάση πρέπει να είναι τέτοια που να ενδυναμώνει τις θέσεις μας, εννοείται ότι δεν διεκδικούμε τίποτα από κανέναν αλλά δεν έχουμε ούτε και την παραμικρή σκέψη ότι μπορεί κάποιος να διεκδικήσει τα κυριαρχικά μας δικαιώματα από μας. Παράλληλα συμβάλλουμε, ως ένα πόλος σταθερότητας, στην ειρήνευση και στη σταθερότητα στην περιοχή.
Για το θέμα της διαπραγμάτευσης:
Έχει πολύ μεγάλη σημασία να γίνει κατανοητό τι ακριβώς συζητιέται. Στην ουσία, τα ζητήματα που αφορούν την αξιολόγηση, όπως αυτή είχε περιγραφεί με βάση τη συμφωνία του Ιούλη του 2015, έχουν κλείσει από το Νοέμβριο. Από το Νοέμβριο και μετά «ταλαιπωρούμαστε» όλοι από το γεγονός ότι το ΔΝΤ προβάλλει απαιτήσεις, οι οποίες κατά τη γνώμη μας είναι παράλογες και τις οποίες προσπαθεί να επιβάλλει. Το βασικό δεν είναι αν κλείνει το ένα ή το άλλο ζήτημα, αυτά έχουν κλείσει ή είναι στο 99% να κλείσουν αλλά η απαίτηση του ΔΝΤ πάνω σε ζητήματα που αφορούν το 2019 και μετά. Τα ζητήματα αυτά κατά κύριο λόγο είναι από τη μια μεριά το αν χρειάζονται μέτρα για το 2019, που εμείς λέμε δεν χρειάζονται αλλά υποχωρούμε σε ένα δημοσιονομικό μείγμα μηδενικού δημοσιονομικού αποτελέσματος. Το δεύτερο ζήτημα είναι αυτό που μας αφορά και εμάς ιδιαίτερα, το πως θα γίνει η διαχείριση του χρέους, με στόχο αυτό να μπορεί να εξυπηρετηθεί από την ελληνική οικονομία και την ελληνική κοινωνία. Για να γίνουν αυτά, πρέπει να πάρεις υπόψη σου και τον παράγοντα κοινωνία, τον παράγοντα άνθρωπος, δηλαδή το γεγονός ότι για να γίνουν αυτά χρειάζονται μια οικονομία που να δουλεύει, άνθρωποι οι οποίοι να δουλεύουν και να μην έχουμε τεράστιο ποσοστό ανεργίας και μια έμπνευση προς την ανάπτυξη.
Βρισκόμαστε στην εξής κατάσταση: από τη μια το ΔΝΤ δεν έχει αποφασίσει αν θα είναι ένας από τους εταίρους του προγράμματος και συγχρόνως ορισμένες από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις λένε ότι είναι απαραίτητη η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Αυτό στην ουσία δίνει μια υπερβολική διαπραγματευτική ικανότητα στο ΔΝΤ. Γιατί όταν κάποιος λέει, δεν έχω αποφασίσει, και ο άλλος του λέει, οπωσδήποτε πρέπει να είσαι, τότε αυτός προσπαθεί να επιβάλλει τους όρους του. Αυτοί οι όροι, όμως, σε μια σειρά ζητήματα είναι παράλογοι. Σήμερα, είμαστε στη φάση, και αυτό ήταν ένα δεύτερο θετικό σημείο που βγήκε από το χθεσινό eurogroup: η πλειοψηφία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων αλλά και το ίδιο το eurogroup κατά πλειοψηφία να λέει, ότι υπάρχουν μια σειρά ζητήματα τα οποία σε επίπεδο ευρωπαϊκό δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά. Όπως είναι το ζήτημα του ευρωπαϊκού κεκτημένου που αφορά τα εργασιακά, το ζήτημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων, όπου η μεν Ευρώπη λέει ότι υπάρχει ένα ευρωπαϊκό κεκτημένο και η Ελλάδα έχει κάνει τη δική της τη δουλειά, δηλαδή συγκροτήθηκε αυτή η επιτροπή σοφών, ας το πούμε, η οποία κατέληξε στη βάση πάνω στην οποία γίνεται η συζήτηση, όμως το ΔΝΤ επιμένει στη διάλυση των εργασιακών σχέσεων. Αυτό δεν μπορεί να γίνει δεκτό.
Σε ερώτηση για το αν ΔΝΤ εξωθεί τα πράγματα:
Ελπίζω και σε αυτή την κατεύθυνση δουλεύουμε, μέσα από αυτή τη διαδικασία των επομένων τριών ημερών όλα αυτά να μπουν σε μια λογική ορθολογική. Σε αυτή την κατεύθυνση, και σε επίπεδο πολιτικών, να βρεθεί μια ενιαία βούληση η οποία θα λύνει αυτό τον κόμπο.
Αν θα ήθελε κανείς να τα βάλει σε μια χρονολογική σειρά, αυτή θα ήταν η εξής: Με βάση την απόφαση του eurogroup, όπου όπως αποδείχθηκε η Ελλάδα ήταν κεντρικό ζήτημα, έχουμε ένα τριήμερο διαβουλεύσεων, πάνω στο οποίο θα γίνει μια προσπάθεια να βρεθεί μια κοινή βάση. Αμέσως μετά θα λυθούν τα τεχνικά ζητήματα, όπου αυτά που έχουν μείνει, θα έλεγε κανένας, πως είναι λεπτομέρειες. Αυτό μας οδηγεί στο eurogroup στις 7 Απρίλη που μπορεί να κλείσει η αξιολόγηση, οπότε να έχουμε ένα σταθερό περιβάλλον. Θα μας μένει μόνο τι θα αποφασίσει το ΔΝΤ κατά κύριο λόγο για τον εαυτό του. Αυτό είπε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, ότι δηλαδή θα γίνει συζήτηση στις 21-23 Απριλίου. Σε αυτή τη συνεδρίαση του ΔΝΤ, που είναι πολύ σημαντική γενικά αλλά και για τον εαυτό του, θα γίνει μια ευρύτερη συζήτηση σε σχέση με τα ζητήματα των δημοσίων χρεών, τα οποία ανεβαίνουν σε υψηλό επίπεδο πια. Μην ξεχνάμε ότι χθες το eurogroup συζήτησε, σε μια γενική συζήτηση, περί των προϋπολογισμών των κρατών μελών της ευρωζώνης.