«Εκτελώντας εντολή της κατασκοπείας μας κατόρθωσα να βγάλω από τη Ρωσία ως παλιοσίδερα αρκετούς διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους και πέντε κινητήρες γι’ αυτούς. Κατάφερα να τους μεταφέρω στη Νότια Κορέα και να τους παραδώσω στους άνδρες των μυστικών υπηρεσιών. Με παρασημοφόρησαν, αλλά σύντομα η κυβέρνηση της χώρας μου με ξέχασε. Δεν ξέρω τι να κάνω τώρα. Στη Ρωσία, όπου είχα μερικές εταιρείες, δεν μου επιτρέπουν πλέον να επιστρέψω». Αυτές τις εντυπωσιακές ομολογίες έκανε δημοσίως στον Τύπο Νοτιοκορεάτης επιχειρηματίας, ο οποίος εργάστηκε επί μακρόν στη Ρωσική Ομοσπονδία.
Η νοτιοκορεατική εφημερίδα Chosun Ilbo, η οποία δημοσίευσε αυτήν την ιστορία, ανέφερε ότι εκπρόσωποι της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών της Ν.Κορέας επιβεβαίωσαν ότι είναι αληθινή. Ωστόσο επεσήμαναν ότι οι πύραυλοι «δεν ήταν τίποτε περισσότερο από παλιοσίδερα». Σύμφωνα με όσα κατόρθωσαν να διευκρινίσουν Ρώσοι δημοσιογράφοι, οι ρωσικές υπηρεσίες ασφαλείας επίσης επιβεβαιώνουν αυτήν την ιστορία, επισημαίνοντας ότι κάθε άλλο παρά είναι το πρώτο περιστατικό, όπου κάποιοι εκπρόσωποι «ειρηνικών επαγγελμάτων» της Νότιας Κορέας εκτελούν «ευαίσθητες αποστολές» των νοτιοκορεατικών μυστικών υπηρεσιών.
Σε ό,τι αφορά τον Νοτιοκορεάτη επιχειρηματία, του οποίου η Chosun Ilbo αναφέρει μόνο το πρώτο γράμμα του επωνύμου, ο Κ. ξεκίνησε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες στη Ρωσία ήδη από το 1996. Η εταιρεία του είχε έδρα το Πετροπάβλοφσκ-Καμτσάτσκι και ειδικευόταν στις εξαγωγές παλιοσίδερων στη Νότια Κορέα. Αρχικώς ήταν πλοία προς διάλυση, ενώ το 1997 ο Κ. έλαβε άδεια από το ρωσικό υπουργείο Άμυνας να ανακυκλώσει ρωσικούς διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι στην Καμτσάτκα και ενέπιπταν στις προβλέψεις της συμφωνίας με τις ΗΠΑ για τη μείωση των στρατηγικών επιθετικών όπλων. Και τότε ξεκίνησε αυτό το κατασκοπικό μυθιστόρημα.
Η νοτιοκορεατική κατασκοπεία πληροφορήθηκε την ύπαρξη του προγράμματος αυτού και εκπρόσωποί της συναντήθηκαν με τον Κ. και του ζήτησαν να μεταφέρει τους πυραύλους με τις ελάχιστες δυνατές ζημιές. Συνήθως οι πύραυλοι κόβονταν σε μικρά κομμάτια παρουσία εκπροσώπων των ΗΠΑ. Αλλά ο Κ., όπως ομολόγησε, έγινε φίλος με τον διοικητή της βάσης και αρκετούς αξιωματικούς της Ρωσικής Στρατιωτικής Υπηρεσίας Αντικατασκοπίας, οι οποίοι έναντι 700.000 δολαρίων έκαναν τα «στραβά μάτια» για τις δραστηριότητες του εφευρετικού Κορεάτη. Το αποτέλεσμα ήταν το 1998 ο Κ. να κατορθώσει να απομακρύνει από τη βάση και να στείλει στην Κορέα ως παλιοσίδερα μεγάλα μέρη της ακάτου ενός πυραύλου και των κινητήρων της και μετά επέστρεψε στην πατρίδα του. Εκεί, σύμφωνα με τα λεγόμενα του Κ., για την επιτυχή επιχείρηση ενημερώθηκε η ηγεσία της χώρας και στις 13 Μαρτίου 1999 ο επιχειρηματίας-κατάσκοπος παρέλαβε προσωπικά από τα χέρια του διευθυντή της νοτιοκορεατικής κατασκοπίας το μετάλλιο «Για την ιδιαίτερη συμβολή στην κατοχύρωση της κρατικής ασφάλειας της χώρας» και αμοιβή ύψους 10.000 δολαρίων.
Παρόμοιες αποστολές κατ’ εντολήν της κατασκοπίας ο Κ. πραγματοποίησε άλλες δύο φορές, το Δεκέμβριο του 2000 και το Νοέμβριο του 2001, μεταφέροντας από τη Ρωσία άλλους τρεις κινητήρες πυραύλων, νέα τμήματα πυραύλων και σειρά εξαρτημάτων τους.
«Εξ όσων γνωρίζω, ο πύραυλος στη συνέχεια συναρμολογήθηκε, μελετήθηκε και οι γνώσεις, που αποκτήθηκαν, χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουργία του κορεατικού δορυφόρου», λέει ο Κ. Μετά από αυτήν την επιχείρηση μεταπήδησε σε απολύτως νόμιμες τουριστικές επιχειρήσεις με τη Ρωσία, ωστόσο το 2007 του απαγορεύθηκε η είσοδος στη Ρωσία. Όπως διευκρινίστηκε λόγω υποψίας για συμμετοχή του σε κατασκοπική δραστηριότητα. Στη Ρωσία απέμειναν περιουσιακά στοιχεία του Κ. ύψους 20 εκατομμυρίων δολαρίων, επομένως η απαγόρευση εισόδου αποτέλεσε γι’ αυτόν καταστροφή. Απηύθυνε έκκληση για βοήθεια σε στελέχη των μυστικών υπηρεσιών και το νοτιοκορεατικό ΥΠΕΞ, όμως τελικά κανείς δεν τον βοήθησε, ως εκ τούτου ο Κ. αποφάσισε να ζητήσει τη βοήθεια του Τύπου και διηγήθηκε όλη αυτή την ιστορία.
ΠΗΓΗ : Φωνή της Ρωσίας