Σήμερα συμπληρώνονται 15 χρόνια από τους βομβαρδισμούς κατά της Γιουγκοσλαβίας. Την 24η Μαρτίου του 1999, στις 19:45, οι πρώτοι πύραυλοι που είχαν εκτοξευτεί από νατοϊκά πολεμικά πλοία στην Αδριατική έπληξαν συστήματα αεράμυνας, στο Κόσοβο, το Μαυροβούνιο και τη δυτική Σερβία. Ακολούθησαν 78 ημέρες αλλεπάλληλων βομβαρδισμών στρατιωτικών αλλά και πολιτικών στόχων.
Τη διαταγή για την έναρξη των βομβαρδισμών στον διοικητή των νατοϊκών δυνάμεων, στρατηγό Γουέσλι Κλαρκ, έδωσε ο τότε Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Χαβιέ Σολάνα. Η νατοϊκή επιχείρηση ξεκίνησε χωρίς να υπάρχει έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και έφερε την κωδική ονομασία «ευσπλαχνικός άγγελος». Στις επιχειρήσεις συμμετείχαν 12 χώρες της βορειοατλαντικής συμμαχίας.
Αφορμή για την έναρξη των βομβαρδισμών αποτέλεσε η αποτυχία των συνομιλιών στο Ραμπουγιέ της Γαλλίας για το καθεστώς αυτονομίας του Κοσόβου, γεγονός που χρεώθηκε στο καθεστώς Μιλόσεβιτς. Αργότερα, βέβαια, ο στρατηγός Κλαρκ, στο βιβλίο του «Ο Σύγχρονος πόλεμος» αποκάλυψε ότι οι προετοιμασίες είχαν ξεκινήσει τον Ιούνιο του 1998 και ολοκληρώθηκαν τον Αύγουστο του ίδιου έτους.
Οι νατοϊκοί βομβαρδισμοί κατά της Γιουγκοσλαβίας ήταν η μεγαλύτερη στρατιωτική επιχείρηση στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Κατά τη διάρκεια των έντεκα εβδομάδων -όσο διήρκεσαν- πραγματοποιήθηκαν 2300 αεροπορικές επιδρομές και χρησιμοποιήθηκαν 1130 πολεμικά αεροσκάφη. Από τα αεροσκάφη εκτοξεύτηκαν συνολικά 420.000 βλήματα, πύραυλοι και βόμβες, ενώ από τα πλοία στην Αδριατική 1300 πύραυλοι τύπου Κρούζ (Cruise). Το ΝΑΤΟ χρησιμοποίησε επίσης 37.000 βόμβες διασποράς που προκάλεσαν τους περισσότερους θανάτους μεταξύ του άμαχου πληθυσμού, όπως επίσης και βλήματα, τα οποία στην κεφαλή έφεραν απεμπλουτισμένο ουράνιο, που αποτελεί ραδιενεργό υλικό.
Μόνο στη Σερβία -εκτός του Κοσόβου- έχουν εντοπιστεί 14 σημεία που επλήγησαν με βλήματα απεμπλουτισμένου ουρανίου και έχουν καθαριστεί από το Ινστιτούτο πυρηνικής ενέργειας του Βελιγραδίου.
Οι απώλειες σε ανθρώπινα θύματα ποτέ δεν έχουν εξακριβωθεί. Η κυβέρνηση της Σερβίας υπολογίζει ότι κατά τη διάρκεια των βομβαρδισμών σκοτώθηκαν 2500 άνθρωποι, εκ των οποίων οι 1008 ήταν ένστολοι (αστυνομικοί και στρατιωτικοί), ενώ τραυματίστηκαν 12.500, μεταξύ των οποίων 2700 παιδιά.
Ανεξάρτητες πηγές, ωστόσο, που καταμετρούν και τα θύματα των βομβαρδισμών στο Κόσοβο, όπου η σερβική κυβέρνησης δεν έχει πρόσβαση, αναφέρουν ότι οι νεκροί είναι περίπου 4000.
Η Γιουγκοσλαβία -και κυρίως η Σερβία- υπέστη τεράστιες υλικές ζημιές. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, καταστράφηκαν συνολικά 25.000 κτίρια, όλες οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις, 14 αεροδρόμια, δύο διυλιστήρια, το 1/3 των εργοστασίων ηλεκτροπαραγωγής, σχεδόν όλα τα εργοστάσια της χώρας, αχρηστεύτηκαν 595 χιλιόμετρα σιδηρογραμμών, 470 χιλιόμετρα ασφαλτοστρωμένων οδικών αρτηριών, 44 μεγάλες γέφυρες εκ των οποίων οι 38 καταστράφηκαν ολοσχερώς. Επίσης, σοβαρές ζημιές υπέστησαν 19 νοσοκομεία, 20 κέντρα υγείας, 18 παιδικοί σταθμοί, 69 σχολεία και 176 πολιτιστικά και θρησκευτικά μνημεία. Η σερβική κυβέρνηση εκτίμησε τις υλικές ζημιές που υπέστη η χώρα σε 100 δισεκατομμύρια δολάρια.
Το ΝΑΤΟ ποτέ δεν ανακοίνωσε τις απώλειες που είχε. Στο μουσείο αεροπορίας του Βελιγραδίου, ωστόσο, ακόμη και σήμερα εκτίθενται τα συντρίμμια του αποκαλούμενου «αόρατου» αεροσκάφους F-117, ενός F-16 και κάποιων μη επανδρωμένων αεροσκαφών, που κατέρριψε η γιουγκοσλαβική αεράμυνα.
Οι βομβαρδισμοί έληξαν με την υπογραφή, στις 9 Ιουνίου 1999, της συμφωνίας του Κουμάνοβο (ΠΓΔΜ), που προέβλεπε την ανάπτυξη ειρηνευτικών δυνάμεων στο Κόσοβο υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ μέχρι να διευθετηθεί το καθεστώς αυτονομίας του Κοσόβου.
Μία ημέρα αργότερα, το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ψηφίζει την απόφαση 1244 και αρχίζει η ανάπτυξη 37200 στρατιωτών από 36 χώρες. Το Κόσοβο στην απόφαση αυτή αναφέρεται ρητά ως αναπόσπαστο τμήμα της Σερβίας. Παρ’ όλα αυτά και αφού προηγήθηκαν δολοφονίες, βιαιότητες και διώξεις κατά του σερβικού πληθυσμού, το 2008 η περιοχή ανακηρύσσεται ανεξάρτητο κράτος, που μέχρι σήμερα έχουν αναγνωρίσει 108 χώρες μεταξύ των οποίων οι ΗΠΑ και όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) πλην της Ισπανίας, της Ελλάδας, της Σλοβακίας, της Ρουμανίας και της Κύπρου.