Το τελευταίο μέρος της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας μαρτυρίας του Γ. Παπαγιάννη. Μιας μαρτυρίας που ο υιός του αποδέσμευσε και εμπιστεύθηκε στον Αντώνη Κακαρά,μετά από τον θάνατο του πατέρα του.
Διαβάστε ΕΔΩ όλα τα προηγούμενα μέρη της συγκλονιστικής αφήγησης.
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
Στο διάστημα αυτό ξεκουράστηκα πραγματικά, βοήθησα την Λίλυ να οργανώσουμε την ζωή μας στα Πατήσια, και εκτελώνισα το αυτοκίνητό μου και του έβαλα Ελληνικές πινακίδες. Στις 25 Αυγούστου που έληξε η άδειά μου παρουσιάστηκα στο ΓΕΝ, πιστεύοντας ότι θα έπαιρνα φύλλο πορείας για το ΣΦΕΝΔΟΝΗ. Μου είπαν ότι με εντολή του Υπουργού, είχαν ακυρωθεί οι προηγούμενες τοποθετήσεις, και ότι θα ‘έβγαιναν’ καινούργιες. Γύρισα σπίτι απογοητευμένος. Ξαναπήγα στο ΓΕΝ στις 27 του μηνός, αφού με είχαν ειδοποιήσει ότι είχαν υπογραφεί οι νέες τοποθετήσεις. Αντί να με τοποθετήσουν κυβερνήτη αντιτορπιλλικού, ο Αβέρωφ με τοποθετούσε στο γραφείο συνδέσμων του ΝΑΤΟ στο ΓΕΕΘΑ. Μία θέσις τελείως ‘νεκρή’ διότι ήδη από τριημέρου η Ελλάς είχε αποχωρήσει από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ. Έμπαινα δηλαδή στο ‘ψυγείο’. Την επομένη πήγα στο ΓΕΕΘΑ στο καινούργιο μου γραφείο όπου θα αντικαθιστούσα τον αντιπλοίαρχο Περισσάκη (μία τάξις αρχαιότερός μου), που ήταν πλέον όψιμος ‘αντιστασιακός’ και ήταν στα μέσα και στα έξω. ( Αποστρατεύτηκε μετά μερικά χρόνια ως υποναύαρχος και ο Αβέρωφ τον είχε κάνει Νομάρχη Κερκύρας). Δεν είχε να μου παραδώσει τίποτα διότι το γραφείο ήταν νεκρό, αλλά μόνο αρχεία παρελθόντων ετών. Προϊστάμενός του ήταν ένας συνταγματάρχης, που δήλωνε και αυτός ‘αντιστασιακός’ και περίμενε να μετατεθεί και αυτός σε άλλη θέση. Το γραφείο υπαγόταν στον υποστράτηγο Πολίτη, συμμαθητή μου στην ΣΕΘΑ, ο οποίος όπως και οι άλλοι αξιωματικοί του Σ.Ξ. ήταν υπέρμαχοι της επαναστάσεως της 21ης Απριλίου. Παρουσιάστηκα και σε αυτόν. Άρχισε τις τυπικότητες. ” καλώς ήλθατε κύριε αντιπλοίαρχε κλπ.” δεν μου είπε καν να καθήσω. Νευρίασα, διότι άρχισε να μου αναπτύσσει, και τα…. καλά της μεταπολίτευσης, και δεν κρατήθηκα.” Ρε Πολίτη, του λέω, τι είναι αυτά που μου λές. Εσύ δεν ήσουν που πρίν τρία χρόνια φώναζες υπέρ της 21ης Απριλίου. Πήγαινε να τα πείς σε κανένα άλλο αυτά”. Εξεπλάγει δεν μου απάντησε, έφυγα από το γραφείο του, και δεν ξαναπάτησα σε αυτό. Βγαίνοντας στον διάδρομο έρχομαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον Ντενίση, που περιφερόταν στο ΓΕΕΘΑ, για λόγους που δεν γνωρίζω, αλλά υποπτεύομαι. Εκείνη την εποχή πλήθος αξιωματικών περιεφέρετο στο ΓΕΕΘΑ δηλώνοντες αντιστασιακοί. Ε, Παπαγιάννη, μου λέει, περιμένατε να φύγω από το νησί για να ‘σκοτώσετε’ τον Μακάριο, και συνωμοτούσατε εναντίον μου με τον Επιτελάρχη μου τον Παπαδάκη. Του απαντώ. Και γιατί δεν ρωτάτε, τον φίλο σας, τον Μπονάνο (ΑΓΕΕΘΑ) που σας είχε τοποθετήσει αρχηγό ΓΕΕΦ να σας πεί την αλήθεια; Με δικές του διαταγές κινηθήκαμε. Δεν απάντησε και μπήκε σε ένα γραφείο.
Μετά δύο ημέρες από το ΓΕΝ με εντολή του Υπουργού όπως μου είπαν μου ζήτησαν να υποβάλω αναφορά για την συμμετοχή μου στην κίνηση κατά του Μακαρίου (ακόμα δεν το ονόμαζαν πραξικόπημα). Τους υπέβαλα αυθημερόν την αναφορά μου στην οποία παραδεχόμουν την συμμετοχή μου, και σημείωνα ότι δεν έκανα τίποτα άλλο παρά να εκτελέσω τις διαταγές που είχαν έλθει από το ΓΕΕΘΑ.
Στις 4 Σεπτεμβρίου πήγα στο γραφείο μου, και επρόκειτο να υπογράψω τα πρωτόκολλα παραδώσεως και παραλαβής με τον Περισσάκη. Μόλις με είδε ο Περισσάκης μου λέει. Γιατί ήλθες ; Του απαντώ. Γιατί ρε Ηλία, δεν έπρεπε να έλθω; Μου δείχνει την εφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΗ που είχε στο γραφείο του. Πρωτοσέλιδος οκτάστηλος τίτλος με φωτογραφία μου έλεγε ότι ο Αβέρωφ με τιμωρούσε με τρίμηνη αργία δια προσκαίρου πράξεως, για την συμμετοχή μου στο “πραξικόπημα” κατά του Μακαρίου, και βέβαια το ρεπορτάζ είχε και τις σχετικές σάλτσες, για τον πρώτο ‘χουντικό’ που τιμωρείται, για τις εκκαθαρίσεις που θα ακολουθήσουν, για δικαστήρια που θα μας…πάνε κλπ. Πήγα αμέσως στο ΓΕΝ στον διευθυντή προσωπικού αρχιπλοίαρχο Σταμούλη, και του λέω. Από πότε οι αξιωματικοί μαθαίνουν τις ποινές τους από τις εφημερίδες, χωρίς να τους έχει κοινοποιηθεί τίποτα; Άρχισε να μου δικαιολογήται και να μου λέει ότι το γραφείο του Αβέρωφ το έδωσε στην δημοσιότηττα, και μου έδωσε το έγγραφο με την ποινή μου που την υπέγραφε ο ίδιος, ως ο αρμόδιος αξιωματικός. ( Πριν ένα χρόνο μου είχε στείλη την ευαρέσκεια του ΓΕΝ και το προσωπικό γράμμα του με ευχαριστίες για την παραμονή του στην Κύπρο). Έφυγα αηδιασμένος με την όλη κατάσταση, πήγα σπίτι έβγαλα την στολή μου, φόρεσα πολιτικά ρούχα και έφυγα με το αυτοκίνητό μου για την Αργολίδα στο πατρικό σπίτι του πεθερού μου όπου ήδη είχαν πάει η Λίλυ με τον Παναγιώτη. Στον δρόμο από το ραδιόφωνο άκουσα μία δήλωση του Αβέρωφ, που προσπαθούσε να γλυκάνει το χάπι λέγοντας ότι η τιμωρία μου δεν έχει σχέση, με έναρξη εκκαθαρίσεων αξιωματικών, και ότι αναγκάστηκε να με τιμωρήσει παρά του ότι είμαι εξαίρετος αξιωματικός. Προφανώς η δήλωση έγινε εξ αιτίας αντιδράσεων αξιωματικών που με εγνώριζαν, και περισσότερο συναδέλφων μου που είχαν υπηρετήσει μαζί μου στην Κύπρο, και εγνώριζαν την δράση μου.
Στο σπίτι του πεθερού μου καθίσαμε μέχρι τις 10 Σεπτεμβρίου, και βρήκα την ευκαιρία να τακτοποιήσω και να συμπληρώσω τις πολεμικές εκθέσεις και τις προτάσεις μου για ηθικές αμοιβές για κάθε Ελλαδίτη της ΝΔΚ (αξιωματικούς, υπαξιωματικούς, και ναύτες), τις οποίες παρέδωσα στο αρμόδιο γραφείο του ΓΕΝ στις 12 Σεπτεμβρίου.
Τον Οκτώβριο, επίσης, ο ταξίαρχος Δ. Ιωαννίδης με ειδοποίησε να πάω να συναντήσω τον δικηγόρο του Γιώργο Αλφαντάκη ο οποίος θα αναλάμβανε και τις νομικές περιπτώσεις των αξιωματικών που εμπλέκονταν στο θέμα της Κύπρου. Πήγα και τον είδα, μου έδειξε το υλικό που είχε μαζέψει για την Κύπρο, και τότε πολλά από τα ερωτήματα που είχαμε όταν είμαστε εκεί άρχισαν να βρίσκουν απάντηση. Τα υποβρύχια που πήγαιναν στην Κύπρο σύμφωνα με τα υπάρχοντα σχέδια τα είχε ανακαλέσει ο Αραπάκης “διότι κινδύνευε η ….. Ρόδος” !!! Τα αεροσκάφη που επρόκειτο να απογειωθούν από την Σούδα για να μας βοηθήσουν, τα σταμάτησε ο ΑΓΕΑ Παπανικολάου, διότι φοβόταν επίθεση της ….Βουλγαρίας !!! Ένα Φέρρυ μπωτ με πεζοναύτες και κυπρίους εθελοντές (1.000 άτομα) ο Μπονάνος το γύρισε πίσω διότι κινδύνευαν τα νησιά του ..Αιγαίου. Ο αρχηγός της ΚΥΠ υποστράτηγος Σταθόπουλος με τον οποίον είχα συνυπηρετήσει στην Άγκυρα (υπέρμαχος της 21ης Απριλίου και φίλος του Παπαδόπουλου) έλεγε ότι οι Βούλγαροι έχουν συγκεντρώσει μεραρχίες !! στα σύνορα για να μας επιτεθούν. Τον διέψευσε αργότερα ο τότε στρατιωτικός ακόλουθος στην Σόφια. Επίσης μου ωμίλησε για πληροφορίες που είχε, σχετικά με μία συνάντηση που είχαν στο Παρίσι τον Ιούνιο του 1974 οι Καραμανλής, Μακάριος, και Ετσεβίτ, καθώς και μία άλλη στην Ρώμη την ίδια περίοδο ο Ετσεβίτ με τον Αβέρωφ και τον Κληρίδη, όπου εκτιμώ ότι και καταρτίστηκε το σενάριο ανατροπής της τότε Ελληνικής Κυβερνήσεως, με άξονα την ανατροπή του Μακαρίου, το οποίο σερβιρίστηκε επιτυχώς δια εκτέλεση στον Ιωαννίδη, και στο οποίο συμβάλαμε εν αγνοία μας όλοι εμείς που τώρα βρισκόμεθα υπό διωγμόν. Τότε μου ελύθει και η απορία πως η 6η τεθωρακισμένη Μεραρχία των Τούρκων εκκινήθει στην Μερσίνα 5 ημέρες προ της εκδηλώσεως του εγχειρήματος ανατροπής του Μακαρίου. Όλα φαίνεται ήταν προσχεδιασμένα, και εμείς είμαστε τα πιόνια που έπαιξαν το παιχνίδι των αδιστάκτων πολιτικών. Λέγεται ότι είχαν συμφωνήσει να πάρουν οι Τούρκοι ένα μικρό κομμάτι μόνο αλλά οι Τούρκοι ως συνήθως αθέτησαν την συμφωνία, άρπαξαν την ευκαιρία από τα μαλλιά και πήραν αυτό που ήθελαν και είχαν σχεδιάσει από το 1963. Ο Αλφαντάκης με μηνυτήρια αναφορά του προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κατήγγειλε την τότε στρατιωτική ηγεσία και τους υπολοίπους για εσχάτη προδοσία, πράγμα που ταρακούνησε την τότε πολιτική ηγεσία, η οποία σταμάτησε κάθε αναφορά στο Κυπριακό.
Ο Αβέρωφ έστελνε κάθε ημέρα αστυνομικούς και υπαλλήλους της ΚΥΠ να παρακολουθούν εμένα και συναδέλφους μου. Ορισμένους από αυτούς που μας παρακολουθούσαν τους γνωρίζαμε και πολλές φορές τους καλούσαμε και σε συζητήσεις μας και τους κερνούσαμε καφέ.
Τον Νοέμβριο έγιναν εκλογές και ο Καραμανλής τις κέρδισε με μεγάλη πλειοψηφία. Στα μέσα Δεκεμβρίου έγινε και δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Δεν επέτρεψαν στον Κωνσταντίνο να έλθει στην Ελλάδα, για να αγωνιστεί υπέρ της Βασιλευομένης Δημοκρατίας. Όλα τα κόμματα, προεξάρχοντος του Καραμανλή έλαβαν θέση κατά του Βασιλέως, και βέβαια χωρίς αντίπαλο επεκράτησαν στο δημοψήφισμα, μετά από μία εμετική, εναντίον του Βασιλέως, προεκλογική εκστρατεία που κάνανε. Παρόλα αυτά ένα 35% του λαού ψήφισε υπέρ του Βασιλέως. Ο Καραμανλής ο οποίος, ότι είχε γίνει το ώφειλε στην εύνοια του Παλατιού, που τον είχε ορίσει αυθαίρετα πρωθυπουργό μετά τον θάνατο του Παπάγου, απέδειξε την ορθότητα του λεγομένου ” Ουδείς χειρότερος εχθρός, από του ευεργετηθέντος” από την ομιλία του μετά το δημοψήφισμα όπου χαρακτήρισε τον Βασιλικό θεσμό ως το “καρκίνωμα” της Ελλάδος. Αυτά κάνουν οι πολιτικοί….. Μετά το δημοψήφισμα άλλαξε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ανέλαβε ο Κ. Τσάτσος. Άλλαξαν επίσης οι αρχηγοί ΓΕΕΘΑ, ΓΕΣ, ΓΕΝ και ΓΕΑ, και στην θέση τους τοποθετήθηκαν απόστρατοι που επανήλθαν στην ενέργεια και ήταν μακρυά από τις Ε.Δ. το λιγώτερο 7 χρόνια. Όλοι οι αποχωρήσαντες στηλοβάτες του στρατιωτικού καθεστώτος, που είχαν τοποθετηθεί στα αξιώματά τους από τον Ιωαννίδη, έφυγαν με πλήρεις τιμές και δόξες, ως ‘επίτιμοι’ αρχηγοί, ο δε αντιστράτηγος Γκιζίκης (ο μόνος που ανέλαβε τις ευθύνες του για τα γεγονότα της Κύπρου), μέχρι τον θάνατόν του μετά 20 περίπου χρόνια απολάμβανε τις ηθικές και υλικές αμοιβές ενός πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας. Ολόκληρο το μένος των πολιτικών είχε ξεσπάσει σε εμάς τους ‘μικρούς’, ενώ οι προϊστάμενοί μας που μας διέταξαν να κάνουμε ότι κάναμε, δεν ενοχλήθηκαν.
Στις 5 Δεκεμβρίου έληξε η ποινή που μου είχε επιβληθεί, και στις 7 Δεκεμβρίου ( διότι 6 Δεκεμβρίου ήταν αργία στο Ναυτικό) παρουσιάστηκα στο ΓΕΕΘΑ για να αναλάβω πάλι υπηρεσία στο γραφείο ΝΑΤΟ. Μου είπαν ότι σύμφωνα με τον νόμο (και αυτό ήταν αλήθεια) έπρεπε να μετατεθώ σε άλλη υπηρεσία, και μου έδωσαν φύλλο πορείας για το ΓΕΝ. Πήγα στο Β’ κλάδο του ΓΕΝ, όπου ο πλοίαρχος Καρακίτσος που είχε αντικαταστήσει τον Σταμούλη μου είπε ότι δεν έχουν ακόμα αποφασίσει που θα τοποθετηθώ, και προς το παρόν ανήκω στην δύναμη του ΓΕΝ. Να πάω σπίτι μου και θα μου τηλεφωνήσουν, όταν γίνει η νέα τοποθέτησις να πάω στην νέα μου υπηρεσία. Έφυγα από το ΓΕΝ και γύρισα στο σπίτι μου. Δεν φανταζόμουν εκείνη την στιγμή ότι ήταν η τελευταία φορά που φόραγα την στολή του αξιωματικού. Και αυτό διότι η κυβέρνησις για να μας καθησυχάσει άφηνε να διαρρεύσει, ότι μετά το δημοψήφισμα, και σε μικρό χρονικό διάστημα, θα γυρνούσαμε στις υπηρεσίες μας, χωρίς άλλες κυρώσεις. Αυτό μου είχε πεί και προσωπικά και ο γραμματέας του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας Κ. Τσάτσου, ο Κ. Βασιλειάδης.
Αλλά δυστυχώς όλοι μας κορόιδευαν. Στην ουσία προετοίμαζαν την αποστρατεία μας από τις Ε.Δ. και έψαχναν να βρουν αφορμή για αυτήν. Δεν μπορούσαμε να εργασθούμε σε οιανδήποτε δουλειά γιατί νομικά δεν είμασταν απόστρατοι.
Πέρασαν έτσι τρείς ολόκληροι μήνες, και στις 12 Μαρτίου του 1975, μερικές ημέρες πρίν γίνουν οι ετήσιες κρίσεις των αξιωματικών, το βράδυ συνέλαβαν περί τους 30 αξιωματικούς, διότι…. θα εκδήλωναν πραξικόπημα για ανατροπή της Κυβερνήσεως, και τους φυλάκισαν στην ΕΣΑ, όπου άρχισαν να τους ανακρίνουν για να μάθουν λεπτομέρειες για το επικείμενο πραξικόπημα.
Οι δημοσιογράφοι το ονόμασαν ‘πραξικόπημα της πυζάμας”.
Βέβαια στην τραγικότητα των στιγμών υπήρχε και ιλαρότης. Συνέλαβαν τον υποστράτηγο Παπαδάκη (πρώην επιτελάρχη στην Κύπρο), ο οποίος δεν είχε καμμία σχέση με την ομάδα της ‘πυζάμας’, όπως και τον πρώην διοικητή της ΕΛΔΥΚ συνταγματάρχη Κονδύλη, που εργαζόταν ήδη κρυφά στα SUPER MARKET του Σκλαβενίτη, και τον….αντισυνταγματάρχη…..Παπαγιάνη! στο σπίτι του σε ένα χωριό της Κρήτης. Πιθανόν ο τελευταίος να συνελήφθη αντί εμού (αν και ουδεμία συμμετοχή στην υποτιθέμενη συνωμοσία της “πυζάμας” είχα, αν δεχτούμε ότι υπήρξε ποτέ ομάς της “πυζάμας”). Εγώ βέβαια από την επομένη που έμαθα για τις συλλήψεις περίμενα ανά πάσα στιγμή να κτυπήσει η πόρτα του σπιτιού για να με συλλάβουν. Όταν μετά τρείς ημέρες αντελήφθησαν το λάθος τους άφησαν τον αντισυνταγματάρχη ελεύθερο αλλά δεν με συνέλαβαν, διότι ήδη είχε βρεθεί η δικαιολογία για τις αποστρατείες μας. Με αφορμή το δήθεν πραξικόπημα το απόγευμα της 15ης Μαρτίου 1975 ακούσαμε από την τηλεόραση ότι αποστρατεύτηκαν 220 αξιωματικοί, εκ των οποίων 40 περίπου από το Ναυτικό μεταξύ των οποίων και εγώ, καθώς και οι αξιωματικοί μου στην Κύπρο, Παπαργύρης, Ντάνος, και Ταβλαρίδης, που είχαν εξαίρετο πολεμική δράση κατά των Τούρκων και φυσικά ουδεμία συμμετοχή στην … συνωμοσία της “πυζάμας”! Μας αποστράτευσαν με έκτακτες κρίσεις και μάλιστα με τον βαθμό που φέραμε την ημέρα της αποστρατείας μας.
Την επομένη 16 Μαρτίου 1975, πήγαμε με πολιτικά πλέον στο ΓΕΝ, όπου παραδώσαμε τις στρατιωτικές ταυτότητές μας, τα βιβλιάρια νοσηλείας, και μας έδωσαν όλα τα σχετικά ‘χαρτιά’ για να βγάλουμε πολιτικές ταυτότητες, καθώς και τα ‘φύλλα πορείας ‘ για το ….σπίτι μας. Τουλάχιστον μας είχαν εγγράψει στα στελέχη της εφεδρείας του Π.Ν.
Εκείνη την εποχή, πήγα στον εφοπλιστή Ποταμιάνο που τον ήξερα από παλαιότερα, και εθεωρείτο αντιμακαριακός και φίλος του Γρίβα, για να του ζητήσω να εργαστώ στην ναυτιλιακή εταιρεία του, διότι αμέσως μετά την αποστρατεία μου είχα πάρει από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας το δίπλωμα Πρώτου Πλοιάρχου Εμπορικού Ναυτικού, που το εδικαιούμην βάσει του βαθμού μου και της θαλασσίας υπηρεσίας που είχα στο πολεμικό Ναυτικό. Με δέχτηκε λίαν φιλικά και μου είπε ότι θα με προσλάβει στην εταιρεία του. Μετά δύο ημέρες πήγα στην εταιρεία του και με έβαλε σε ένα γραφείο δίπλα στο δικό του όπου άρχισα να ενημερώνομαι για την νέα μου δουλειά. Μετά μερικές ημέρες πήγαμε μαζί στα Ναυπηγεία Ελευσίνος όπου δεξαμενιζόταν ένα πλοίο της εταιρείας, για παρακολούθηση των εργασιών. Μετά τρείς ημέρες που το πλοίο θα ‘έβγαινε’ από τα Ναυπηγεία, του ζήτησα να πάω να παρακολουθήσω τον αποδεξαμενισμό. Μου αρνήθηκε και μου είπε διστακτικά ότι καλό θα ήταν να μη έβγαινα από το γραφείο μου. Μου είπε τελικά να έρχομαι στο γραφείο, αλλά να αποφεύγω να κυκλοφορώ έξω στον Πειραιά, και μελλοντικά που και που θα μου ανέθετε και καμμία εργασία. Έφυγα. Πολύ αργότερα μου είπε ότι ο Αβέρωφ του ζήτησε να με απολύσει, απειλώντας τον…. Ο Αβέρωφ εξακολουθούσε να μας παρακολουθεί, και να μας κυνηγάει. Αν και δεν στήριξα τους ‘συνταγματάρχες” και μάλιστα κινήθηκα και εναντίον τους τον Δεκέμβριο του 1967 (γεγονός για το οποίο θα μπορούσαν να με είχαν αποστρατεύσει), θυμήθηκα τον Παπαδόπουλο, ο οποίος φρόντισε ο ίδιος να βρούν δουλειά αρκετοί “αντιχουντικοί” αξιωματικοί που ο ίδιος απεστράτευσε επί επταετίας, για να μη έχουν πρόβλημα επιβιώσεως. Βέβαια δεν πρέπει να λησμονούμε και το γεγονός ότι υπήρξαν και διώξεις αξιόλογων συναδέλφων μου επί επταετίας, οι οποίοι είχαν την ατυχία να χαρακτηρισθούν επικίνδυνοι για το καθεστώς.
Γύρω στις 20 Ιουλίου έμαθα ότι με ζητούσε ο ανακριτής του Ναυτοδικείου για να μου ‘πάρει’ κατάθεση για τα γεγονότα της Κύπρου. Τον πήρα τηλέφωνο και μου όρισε την ημέρα που ήθελε να πάω. Πήγα στο Πειραιά, έχοντας κατά νουν ότι πιθανόν να με προφυλάκιζε μετά την κατάθεσή μου, διότι τότε η “δημοκρατική κυβέρνησις” είχε αρχίσει μία ‘εργολαβία’ ανακρίσεων εναντίον αξιωματικών τους οποίους εν συνεχεία προφυλάκιζε μέχρι την δίκη των, και οι οποίοι στην πλειονότητά τους αθωόνοντο στις δίκες που ακολουθούσαν. Του έδωσα πλήρη, αληθή, και εμπεριστατομένη κατάθεση για τα γεγονότα, και επέμενα να γραφεί στα πρακτικά η συμπεριφορά και οι ενέργειες των Παπαδάκη, Κανδαλέπα, και Τσαταλού, αναφέροντας και την διακοπή της ΕΔΕ που είχα διατάξει. Αυτά διότι πλέον ο ανακριτής με τις επίσημες καταγγελίες μου, θα έπρεπε να κινήσει την πρέπουσα διαδικασία. Με είχε ερωτήσει για τις κατηγορίες εναντίον μου, ‘περί λεηλασιών’ και του είπα ότι όποιος έχει αποδείξεις για αυτές να έλθει να τις καταθέσει. Μου είπε ότι για τα χρήματα που είχα παραδώσει στον ΑΓΕΕΦ, ότι ο Αζίνας δήλωσε ότι δεν ήταν δικά του, και ότι τα έβαλε μέσω εμού η ΚΥΠ στο σπίτι του, για να τον ενοχοποιήσει, για παράβαση του Κυπριακού νόμου περί συναλλάγματος. Ωραία του λέγω τότε να μου τα δώσουν πίσω, ώστε να λύσω και το οικονομικό μου πρόβλημα. (Αργότερα έμαθα ότι ο Αζίνας παρέλαβε τα χρήματά του). Τελείωσα την κατάθεσή μου, και μου είπε να περιμένω για να συνεννοηθεί με τον Επίτροπο του Ναυτοδικείου. Περίμενα ότι θα επέστρεφε με την Ναυτική αστυνομία για να με οδηγήσουν στην Ψυτάλλεια που ήταν οι φυλακές του Ναυτικού, ή στο τμήμα μεταγωγών για μεταφορά στον Κορυδαλλό. Επανήλθε μετά 10 λεπτά και μου είπε. “Μπορείτε να φύγετε κύριε αντιπλοίαρχε, εάν σας ξαναχρειαστούμε θα σας φωνάξουμε”. Έφυγα και πήγα στην οικογένειά μου στο σπίτι του πεθερού μου στην Αργολίδα. Λίγες ημέρες αργότερα , με εκκάλεσε ο ανακριτής του πρωτοδικείου Ναυπλίου, για κατάθεση, διότι σε ένα πηγάδι της Επιδαύρου είχαν βρεθεί κάτι παλαιά όπλα (πιθανώς από την εποχή του συμμοριτοπολέμου) και κάποιος ηλίθιος δημοσιογράφος του Ναυπλίου έγγραψε ότι τα όπλα αυτά μάλλον τα ‘είχα κρύψει’ εγώ. Του έδωσα κατάθεση, κατάλαβε ο άνθρωπος ότι ουδεμία σχέση είχα, και έκλεισε την υπόθεση. Ο τοπικός χωροφύλακας μου είπε συγκεκαλυμμένα ότι έχει εντολή από το ΓΕΕΘΑ να με παρακολουθεί και να αναφέρει οποιανδήποτε ύποπτη κίνησή μου.
Με την επιστροφή μου στην Αθήνα, πολλοί δημοσιογράφοι, ήλθαν σε επαφή μαζί μου, για να πάρουν από πρώτο χέρι στοιχεία για το Κυπριακό, και να γράψουν βιβλία ή ρεπορτάζ για το θέμα. Οι πρώτοι που έγραψαν βιβλία βασιζόμενοι και στις δικές μου μαρτυρίες ήταν ο Τάκης Θεοδωρακόπουλος που έγραψε στην Αγγλική το “The Greek upheaval” που εκδόθηκε στην Νέα Υόρκη, και ο Κύπριος Σπύρος Παπαγεωργίου που έχει ασχοληθεί ευρέως με το Κυπριακό, και τα οποία, αν και ανακριβή σε ορισμένα σημεία τους, ήταν και μία πρώτη δικαίωσις μου, από τις πολλές που ακολούθησαν. Βεβαίως υπήρχαν και δημοσιογράφοι, που ακολουθώντας τις κυβερνητικές εντολές “έριχναν” την λάσπη τους στην δράση μας φθάσαντες στο σημείο να γράψουν, ότι….οι εφεδρικοί του Μακαρίου μόνο πολέμησαν τους Τούρκους και όχι εμείς. Μόνο που δεν έγραψαν πως σκοτώθηκαν τόσοι Ελλαδίτες στην Κύπρο. Ντροπή για αυτούς που τους έβαλαν να γράψουν τέτοια πράγματα.
Συνήντησα και τους Ντάνο και Ταβλαρίδη που είχαν αποστρατευθεί και οι δύο, και μου είπαν πολλές πληροφορίες. Είχαν επιστρέψει από την Κύπρο στις αρχές του περασμένου Σεπτεμβρίου (1974) μαζί με τους Παπαδάκη, Κανδαλέπα και Τσαταλό, και οι τρείς αυτοί ‘κύριοι’ με το που ήλθαν στην Ελλάδα πήγαν κατευθείαν στο γραφείο του Αβέρωφ, καταγγέλοντας όλους όσους είχαν πολεμήσει τους Τούρκους στην Κύπρο ως ‘χουντικούς’ προφανώς για να σώσουν το τομάρι τους από τις (…..) ενέργειές τους κατά την εισβολή των Τούρκων, και ο Αβέρωφ άδραξε την ευκαιρία για να τιμωρήσει τους ‘χουντικούς’. Επί μία εβδομάδα μπαινόβγαιναν στο γραφείο του Αβέρωφ καταγγέλοντες τους πάντας, και παρουσιαζόμενοι ως οι ‘αντιστασιακοί’ της Κύπρου. Έτσι εξηγείται και η τιμωρία μου στις 5 Σεπτεμβρίου 1974. Ο Αβέρωφ τους είχε τοποθετήσει σε περίοπτες θέσεις του ΓΕΝ, τον δε Τσαταλό τον είχε τοποθετήσει υπασπιστή του νέου ΑΓΕΝ.
Ο Ντάνος με τον Ταβλαρίδη που και αυτοί είχαν ήδη βγάλει φυλλάδια και διπλώματα εμπορικού ναυτικού, είχαν “μπαρκάρει” για να μπορέσουν να ζήσουν. Ο Ντάνος μου ανέφερε ότι φεύγοντας από την Κύπρο, Μακαριακοί τον πυροβόλησαν για να τον σκοτώσουν ενώ ανέβαινε την σκάλα του πλοίου. Έδωσα όσο μπορούσα θάρρος στους δύο αυτούς πολύ καλούς αξιωματικούς, και τους είπα ότι πάντα θα είμαι ‘κοντά’ τους. Δυστυχώς δεν μπορούσα να κάνω κάτι παραπάνω.
Εν τω μεταξύ ο Παπαδάκης και οι “συνεργοί” του συνέχιζαν τις καταγγελίες τους εναντίον των περισσοτέρων υπαξιωματικών της Κύπρου, και ιδίως εναντίον ορισμένων με εξαίρετη πολεμική δράση, με σκοπό να τους σπιλώσουν, και τυχόν καταθέσεις των εναντίων τους για (…..)που είχαν επιδείξει να μη ληφθεί σοβαρά υπόψιν, διότι ήσαν ‘χουντικοί’. (…..). Τι τους έφταιγαν οι υπαξιωματικοί εάν αυτοί δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων.
Άρχισε λοιπόν ο Αβέρωφ ανακριτικά συμβούλια κατά των υπαξιωματικών, και σε διάστημα ενός έτους είχε αποστρατεύσει το 85% των υπαξιωματικών που ήταν μαζί μου στην Κύπρο. Διεσώθη ο αρχικελευστής Γαλιατσός (αυτός που παρέμεινε και πολέμησε στην εγκλωβισμένη από τους Τούρκους Κυρήνεια), διότι τότε το σκάνδαλο θα ήταν μεγάλο, αλλά τον τοποθέτησαν σε μία νεκρή υπηρεσία στην Σούδα, και τον αποστράτευσαν μετά ένα χρόνο. (…..). Έτσι συμπεριφέρθηκαν στον ‘ήρωα’ της Κυρηνείας.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, με ανακούφιση για εμένα και την οικογένειά μου, μπορώ να πώ, έμαθα ότι με απόφαση της Βουλής κατόπιν εισηγήσεως του Καραμανλή, ανεστάλη επ’ αόριστον για …εθνικούς λόγους πάσα ποινική δίωξις αφορώσα στο Κυπριακό. Προφανώς φοβόταν μήπως βγούν στην φόρα οι ενέργειές του επί του θέματος.
Ο Παπανδρέου που δεν είχε καθόλου εμπλακεί στο Κυπριακό, επέμενε στο άνοιγμα του “Φακέλλου της Κύπρου”, αλλά όταν τον …άνοιξε μετά 10 χρόνια πάλι …κλειστός έμεινε.
Τον Οκτώβριο, μου απεστάλει κλήσις “κατηγορουμένου” για τα Κυπριακά σε δίκη που θα άρχιζε μετά δέκα ημέρες στο Ναυτοδικείο. Ειδοποίησα τον δικηγόρο Γεώργιο Αλφαντάκη ο οποίος ανέλαβε την υπεράσπισή μου και ο οποίος πήρε την δικογραφία από το Ναυτοδικείο, και αφού την διάβασε μου είπε ότι είναι τόσο διάτρητες οι κατηγορίες, που δεν μπορούν να σταθούν. Επί πλέον μου είπε ότι συγκέντρωσε όλα τα στοιχεία που έχει, και θα τα βγάλει όλα στην φόρα. Ο Αβέρωφ όταν έμαθε για τα στοιχεία μας, έδωσε εντολή να σταματήσει η διαδικασία, και να ανασταλεί η δίωξη. Έτσι μετά μερικές ημέρες έλαβα νέα ειδοποίηση του Ναυτοδικείου ότι η δίκη αναβάλλεται επ ‘ αόριστον (ΔΕΝ ΟΛΟΚΛΗΡΩΘΗΚΕ ΠΟΤΕ!). Έτσι δεν κατέληξα στις φυλακές !!
Μετά από όλη αυτή την ταραγμένη περίοδο κατάφερα σταδιακά να αποκτήσω και εγώ πλέον μία ήσυχη ζωή ως πολίτης.
Όλα τα παραπάνω γεγονότα με έκαναν να μισήσω την Νέα Δημοκρατία, τους ηγέτες της και την Κεντροδεξιά παράταξη για το υπόλοιπο της ζωής μου. Δεν ακολούθησα την “επανάσταση της 21ης Απριλίου” και ήλθα σε υπηρεσιακή σύγκρουση με πολλούς που δήλωσαν “επαναστατικοί” και με την ίδια την “επανάσταση” τον Δεκέμβριο του 67 όταν εστήριξα τον Βασιλέα και παρολίγον να αποστρατευθώ (εάν αυτό συνέβαινε τότε, τώρα θα χαρακτηριζόμουν ως ….. “αντιστασιακός”!!!). Όμως με το μένος ορισμένων πολιτικών και του τύπου εναντίων μας ( με αποκαλούν “συνεργάτη των Απριλιανών”) και τις συνεχείς διώξεις από τον Αύγουστο του 74 και μετά, φθάσαμε σχεδόν στο σημείο να αναπολούμε τις ημέρες της “χούντας”! Αποδέχομαι ότι ίσως ήταν προσωπικό και πολιτικό σφάλμα ότι εστήριξα τον ταξίαρχο Δ. Ιωαννίδη στην “κίνηση” (ή “πραξικόπημα”), και μόνον αυτήν, κατά του Μακαρίου, ατυχές συμβάν με καταστροφική κατάληξη που πολλά δεινά έφερε εις τον τόπον. Η Κύπρος όμως δεν χάθηκε την 15η Ιουλίου αλλά την 15η Αυγούστου…..
Ο “ΦΑΚΕΛΟΣ” ΚΑΙ Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ 1985-1988
Ένα γεγονός που σχετίζεται με τα ‘Κυπριακά’ ήταν το άνοιγμα (θάψιμο) του “Φακέλου της Κύπρου” σε εξεταστική επιτροπή της βουλής το 1985 στην οποία βεβαίως εκλήθην να καταθέσω. Σε παρατηρήσεις ενός βουλευτή για ενέργειες υφισταμένων μου του απάντησα ” ότι αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη για πράξεις υφισταμένων μου, διότι ουδείς θα διενοείτο να πράξει κάτι χωρίς να το γνωρίζω, και να συγκατατεθώ. Η διοίκησις που εξασκούσα ήταν πλήρης χωρίς να επιτρέπω κενά”. Όλοι μείνανε άφωνοι, και μερικοί μάλιστα ψιθύρισαν κάτι σαν “συγχαρητήρια”. Αυτό, επειδή εκείνες τις ημέρες είχε εκδοθεί ένα βιβλίο του στρατηγού Μπονάνου, που ήταν αρχηγός ΓΕΕΘΑ το καλοκαίρι του 1974, και είχε διατάξει την ενέργεια κατά του Μακαρίου, αλλά και όλες τις ύποπτες κινήσεις που ακολούθησαν στον πόλεμο, που έλεγε λίγο πολύ ότι όλα έγιναν εν αγνοία του από κατώτερους αξιωματικούς!!! Αυτός ούτε είχε δεί ούτε είχε ακούσει τίποτα !!!
Επειδή είχε καταθέσει και ο Παπαδάκης και είχε επαναλάβει τις κατηγορίες του εναντίον μου ζήτησα να εξετασθώ κατ’ αντιπαράσταση μαζί του πράγμα που εγένετο.
Περιέγραψα στους Βουλευτάς τις ενέργειες τις δικές του καθώς και τις αντίστοιχες των Κανδαλέπα και Τσαταλού. Οι δύο τελευταίοι έχοντες πολιτικές συνδέσεις με υπουργούς ήταν ακόμη στην ενέργεια, ενώ ο Παπαδάκης είχε αποστρατευθεί με το στίγμα του δειλού από το Ναυτικό. Ο Παπαδάκης ερωτήθηκε εάν είχε περατωθεί η ΕΔΕ που είχα διατάξει. Απήντησε ‘Μάλιστα περατώθηκε από τον πλοίαρχο Παππά το 1977′. Ένας βουλευτής ερώτησε. ‘Τρία χρόνια για μία διοικητική εξέταση’ ? Του απήντησε ότι άρχισε με εντολή του Ναυτοδικείου το 1976. (Φαίνεται ότι η τότε κατάθεσίς μου έπιασε τόπο). Και γιατί δεν εκλήθην εγώ να δώσω ένορκο κατάθεση; τον ερώτησα. Τότε, η ΕΔΕ είναι ελλιπής προσέθεσα. Δεν απήντησε. Οι βουλευταί κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγε καλά με αυτήν την ιστορία. Ένας βουλευτής τον ερώτησε. Τιμωρηθήκατε; Μάλιστα του απήντησε ‘με επίπληξη και οι τρείς μας’. Ζήτησα το λόγο και είπα στην επιτροπή. Το 1950 όταν ήμουν Ναυτικός Δόκιμος είχα κρυώσει και στο διάλειμμα των μαθημάτων μου ήλθε το φλέμα στο στόμα, δεν πρόφτασα να βγάλω το μαντήλι μου, και έφτυσα χάμω στο χώμα του κήπου. Ο δόκιμος υπηρεσίας με ανέφερε και το μεσημέρι άκουσα την ποινή μου. ” Διότι έπτυσε χαμαί. Φυλάκισις 5 ημερών”. ”Για ένα φτύσιμο κάτω το Ναυτικό με τιμώρησε με 5 ημέρες φυλάκιση, τους κυρίους αυτούς για τόσο σοβαρά παραπτώματα τους ….επέπληξε. Σημειώστε ότι η τορπιλλάκατος του Κανδαλέπα έχει μεταφερθεί ακέραια στο Ναυτικό Μουσείο της Κωνσταντινουπόλεως, και φέρει και την Ελληνική σημαία”.
Τα γεγονότα της περιόδου 1985-1988 για άλλη μία φορά διατάραξαν την οικογενειακή μας γαλήνη και τις σχέσεις μου με συναδέλφους και εργοδότες. Προβλήματα και “περιθωριοποίηση” αντιμετώπισαν και η Λίλυ, τα παιδιά μου και στενοί συγγενείς. Για άλλη μία φορά όπως και το 1975 αναγκάστηκα να φύγω μακρυά από την χώρα, αυτή την φορά στην Ανατολική Αφρική – Ινδικό Ωκεανό για διάστημα τεσσάρων ετών.
Για όλες τις επιλογές που έκανα στην ζωήν μου, και κάποιες ήταν λανθασμένες, ουδέποτε μετάνιωσα. Πάντα με οδηγούσε ο γνήσιος πατριωτισμός μου. Ίσως να μπορούσα να κάνω διαφορετικά για το θέμα του Μακαρίου αν εγνώριζα περισσότερα, ίσως μας ετύφλωσε το πείσμα μας για τις πράξεις αρκετών Μακαριακών και την στάση των έναντι των Ελλήνων, ίσως παρασυρθήκαμε από την δική μας επιθυμία για Ένωση, ίσως εγώ έδειξα μεγάλη εμπιστοσύνη προς την ηγεσία των Αθηνών. Δεν έχει πλέον σημασία. Είναι, δυστυχώς, πολύ εύκολο να κρίνεις εκ των υστέρων. Ίσως, τελικά, πάλι τα ίδια να έκανα.
Από τους στόχους που είχα στην ζωή μου δεν μπόρεσα να εκπληρώσω μόνον ένα. Να αποκαταστήσω την αλήθεια για όσα έγιναν εκείνες τις ταραγμένες ημέρες του 1974 στην Κύπρο. Το οφείλω όχι μόνο σε εμένα, αλλά σε όλους όσους επολέμησαν μαζί μου, σε όσους άνδρες του Πολεμικού Ναυτικού έδωσαν την ζωή τους για την Ελλάδα, στους συγγενείς τους και τις οικογένειές τους και σε όλους όσους υπέφεραν και υποφέρουν ακόμη εξαιτίας όλων αυτών των δραματικών γεγονότων. Προσπάθησα για ένα μεγάλο διάστημα μετά την αποστρατεία μου, μαζί με άλλους, αλλά δεν μπορέσαμε να φθάσουμε στον στόχο μας. Τώρα νιώθω ότι είναι πλέον αργά.