Οι Φρυκτωρίες ήταν ένα σύστημα οπτικής επικοινωνίας, που επινοήθηκε και χρησιμοποιήθηκε από τους Έλληνες των αρχαίων χρόνων. Τα μηνύματα μεταβιβάζονταν με το άναμμα φωτιάς σε κορυφές βουνών ή λόφων.
Στην Ιλιάδα αναφέρεται ότι, με αυτό το σύστημα ο Αγαμέμνων ανήγγειλε μέσα σε μια νύχτα την άλωση της Τροίας (1184 π.Χ.) στη σύζυγό του Κλυταιμνήστρα, που βρισκόταν στις Μυκήνες. Η μετάδοση του μηνύματος επιτεύχθηκε με τις φωτιές που άναβαν σκοποί εγκατεστημένοι ειδικά για αυτό το λόγο στις κορυφές Ίλιον-Ακρωτήριο Άρμαιο (Λήμνου)-Όρος Άθως-Μάκιστον (Δίρφυς)-Μεσσάλιο (Χτυπάς)-Κιθαιρών-Αιγίπλακτον (Πατέρας)-Αραχναίο-Μυκήνες, καλύπτοντας μια απόσταση περίπου 800 χλμ.
Ο Αισχύλος μιλάει για το «άγγαρο πυρ» (άσβεστο πυρ) των φρυκτωριών. Οι φρυκτωρίες χρησιμοποιήθηκαν από τον Φίλιππο (σώζονται μέχρι σήμερα οι γήλοφοι έξω από την Θεσσαλονίκη), τους Ρωμαίους, τους Γαλάτες (το συνολικό μήκος του οπτικού τηλεγραφικού δικτύου στη Γαλλία έφθανε τα 5.000 χλμ) αλλά και τους Βυζαντινούς.
Στη Βυζαντινή περίοδο, η ονομασία φρυκτωρία εγκαταλείπεται και αντικαθίσταται από τη λέξη καμινοβίγλα και καμινοβίγλια, όπως αναφέρει ο Νικηφόρος Φωκάς. Για τη νύχτα σίγουρα θα χρησιμοποιούσαν οπτικά σήματα με τη χρήση λαμπρής φωτιάς από ξύλα ή νάφθα, τη δε ημέρα χρησιμοποιούσαν σήματα με καπνό ή ανακλαστικά κάτοπτρα. Οι φρυκτωρίες χρησιμοποιήθηκαν και για την υλοποίηση της επικοινωνιακής ζεύξης Κωνσταντινούπολης-Ρώμης, σε άξονα παράλληλο της Εγνατίας Οδού.
Πολλά συστήματα αναμετάδοσης οπτικών σημάτων υπάρχουν στον νησιωτικό χώρο του Αιγαίου, στον οποίο συναντούμε πληθώρα κτισμάτων, πολλά από τα οποία έχουν μελετηθεί και καταγραφεί. Τα κτίσματα αυτά συναντώνται στα ηπειρωτικά, στα παράλια αλλά κυρίως στα νησιά και, ως εκ τούτου, ονομάστηκαν «Πύργοι του Αιγαίου», λαμβάνοντας την ονομασία αυτή τόσο από το μεγάλο μέγεθός τους όσο και από τις τεράστιες βάσεις πάνω στις οποίες στηρίζονταν. Η καταλληλότητα των θέσεων που είχαν επιλεγεί για την κατασκευή των φρυκτωριών είναι αδιαμφισβήτητη, καθόσον στις ίδιες θέσεις λειτουργούν σήμερα αναμεταδότες τηλεπικοινωνιών. Πυκνότερη παρουσία τέτοιων κτισμάτων εντοπίζεται στις Κυκλάδες και η κατασκευή τους ανάγεται σ’ όλες τις χρονικές περιόδους, αρχαία, βυζαντινή και ενετοκρατία.