Στα κατεχόμενα από τη Γερμανία τμήματα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης τα μέλη των ναζιστικών SS εξόντωσαν μεταξύ 1941 και 1944 περισσότερους από δυο εκατομμύρια Εβραίους.
Το νέο ντοκιμαντέρ του βραβευμένου με Όσκαρ (Οι Παραχαράκτες, 2007) αυστριακού Στέφαν Ρουζοβίτσκι, «Η ριζοσπαστικότητα του κακού», προσπαθεί να δώσει απαντήσεις στο ερώτημα πώς οι νεαροί άνδρες μέλη των SS έγιναν μαζικοί δολοφόνοι. Για το σκοπό αυτό το ντοκιμαντέρ προβάλει εκτιμήσεις ειδικών, ιστορικών αλλά και ψυχολόγων, αποφεύγοντας την ίδια ώρα αναπαραστάσεις ιστορικών σκηνών. Ο θεατής θα δει κυρίως πρόσωπα άγνωστων ηθοποιών σε κοντινό πλάνο. Πώς λειτουργεί και πως αντιδρά ένα άτομο όταν δέχεται πιέσεις από την ομάδα στην οποία ανήκει; Μπορεί να αποστασιοποιηθεί και να μην ακολουθήσει το ρεύμα; Για να απαντήσει σε αυτά τα ερωτήματα ο Ρουζοβίτσκι προχώρησε σε αναπαράσταση γνωστών πειραμάτων, όπως του πειράματος φυλάκισης του Στάνφορντ ή του πειράματος μελέτης της υπακοής του Μίλγκραμ. Σε αυτά οι ερευνητές εστιάζουν στο κατά πόσον οι συμμετέχοντες είναι διατεθειμένοι να βασανίσουν τους συνανθρώπους τους όταν δέχονται εντολές από ανωτέρους τους. Το αποτέλεσμα των πειραμάτων και στο ντοκιμαντέρ είναι φρικτό: οι περισσότεροι συμμετέχοντες είναι διατεθειμένοι να φτάσουν στα άκρα.
Είχαν εναλλακτική επιλογή;
Η ταινία όμως καταδεικνύει και μια πραγματικότητα που συχνά αποσιωπάται: οι άνδρες των SS είχαν εναλλακτική επιλογή. Μπορούσαν κάλλιστα να αρνηθούν την εκτέλεση των διαταγών χωρίς οι ίδιοι να διατρέξουν κίνδυνο. Στη χειρότερη περίπτωση θα κινδύνευαν να μετατεθούν ή να χάσουν την προαγωγή τους. «Ο μοναδικός περιορισμός αφορά στα κίνητρα», εξηγεί ο ιστορικός Αντρέι Άνγκρικ, που ασχολείται εδώ και χρόνια με το θέμα. «Μπορούσε να επιχειρηματολογήσει κανείς λέγοντας ότι δεν πήγα στο μέτωπο για να σκοτώνω γυναίκες και παιδιά, αλλά για να αγωνιστώ. Μια ιδεολογική προσέγγιση όμως θα συνιστούσε πρόβλημα και για τον ίδιο τον στρατιώτη». Όποιος αρνούνταν να συμμετάσχει στα τάγματα θανάτου, αναλάμβανε απλώς άλλες αποστολές, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αποκλειόταν από την ομάδα, επιβεβαιώνει ο ειδικός.
Πώς όμως εξελίχθηκαν τότε σε μαζικούς δολοφόνους; Στην ταινία οι άνδρες αντιμετωπίζουν την πρώτη εκτέλεση στην οποία συμμετέχουν ως κάτι ιδιαίτερα ψυχοφθόρο, στη συνέχεια όμως η συναδελφικότητα αλλά και η προπαγάνδα εξαφανίζουν τις όποιες εναπομείνασες αναστολές τους.
Εντέλει η δολοφονία ανθρώπων εξελίσσεται σε κάτι σαν βρώμικη δουλειά που απλώς πρέπει να γίνει προκειμένου να εξυπηρετηθεί ένας απώτερος στόχος, η δημιουργία μιας «γερμανικής ουτοπίας, μιας τέλειας κοινωνίας», όπως λέει ο ιστορικός.
«Δυνητικά κακοί» όλοι οι άνθρωποι;
Πώς έγιναν οι νεαροί άνδρες των ταγμάτων ασφαλείας μαζικοί δολοφόνοι;
Στην ταινία του Ρουζοβίτσκι ο διάσημος ψυχίατρος Ρόμπερτ Τζέι Λίφτον κάνει λόγο για το «δυναμικό» όλων των ανθρώπων να κάνουν κακό. Ο ίδιος βλέπει τη λύση στην πολιτική κουλτούρα, η οποία θέτει τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές και τα όρια της συμπεριφοράς και δράσης ενός ατόμου.
Ο ιστορικός Αντρέι Άνγκρικ παρατηρεί ότι πρόκειται για μια γενικόλογη διατύπωση και συμπληρώνει: «Πιστεύω ότι σε μια άλλη κοινωνία το 95 % των μελών των SS δεν θα γίνονταν δολοφόνοι. Η πολιτική κουλτούρα δεν αρκεί. Αυτό που χρειάζεται είναι μορφωμένες ελίτ».
Όπως και να έχουν τα πράγματα, το ντοκιμαντέρ καταλήγει σε ένα βασικό συμπέρασμα: οι δολοφόνοι δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι δεν είχαν εναλλακτική επιλογή ή να μεταθέσουν την ευθύνη στο ναζιστικό καθεστώς. Αντιθέτως φέρονται ως προσωπικά υπεύθυνοι για τις πράξεις τους.
Birgit Görtz / Κώστας Συμεωνίδης
ΠΗΓΗ: DW
Υπεύθ. σύνταξης: Άρης Καλτιριμτζής