Σαν σήμερα ο ελληνικός στρατός εγκαταλείπει τη Βόρεια Ήπειρο, έπειτα από απαίτηση των Μεγάλων Δυνάμεων. Σχηματίζεται η Προσωρινή Κυβέρνηση της Βόρειας Ηπείρου υπό τον Χρηστάκη Ζωγράφο, η οποία διακηρύσσει την αυτονομία της περιοχής (στην φωτογραφία η επίσημη ανακήρυξη της βορειοηπειρωτικής αυτονομίας στο Αργυρόκαστρο, την 1η Μαρτίου 1914. Σε πρώτο πλάνο, ο Γεώργιος Χρηστάκης – Ζωγράφος, μέλη της κυβέρνησης, του κλήρου και του στρατού).
Η επιδίκαση της Βόρειας Ηπείρου στην Αλβανία, σύντομα αποδείχτηκε ιδιαίτερα μη δημοφιλής εντός της χριστιανικής κοινότητας της περιοχής.
Οι υποστηρικτές της Ένωσης (δηλαδή της προσάρτησης της περιοχής στο Βασίλειο της Ελλάδας) αισθάνθηκαν προδομένοι από την κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου, καθώς αυτός αρνήθηκε ακόμη να τους στηρίξει στρατιωτικά. Επιπλέον, η σταδιακή υποχώρηση του ελληνικού στρατού από την περιοχή, θα έδινε τη δυνατότητα στις αλβανικές δυνάμεις να πάρουν υπό τον έλεγχό τους την Βόρεια Ήπειρο. Προκειμένου κάτι τέτοιο να αποφευχθεί, οι Ηπειρώτες που ήταν υπέρ της ένωσης με την Ελλάδα, αποφάσισαν να εγκαθιδρύσουν δικό τους κράτος και να οργανώσουν τη δική τους προσωρινή κυβέρνηση
Ο Γεώργιος Χρηστάκης – Ζωγράφος, πολιτικός με καταγωγή από το Κεστοράτιο και πρώην Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας, πήρε τότε την πρωτοβουλία και διεξήγαγε συνομιλίες με εκπροσώπους των τοπικών πληθυσμών κατά τη διάρκεια μίας «Πανηπειρωτικής Διάσκεψης» στο Αργυρόκαστρο. Αμέσως μετά, στις 28 Φεβρουαρίου 1914, ανακηρύχτηκε η Αυτόνομος Δημοκρατία της Βόρειου Ηπείρου και σχηματίστηκε προσωρινή κυβέρνηση με σκοπό να αναλάβει την υπεράσπιση των συμφερόντων του νεοσύστατου κράτου
Ο Γεώργιος Χρηστάκης – Ζωγράφος αναδείχτηκε πρόεδρος της προσωρινής κυβέρνησης. Στον λόγο του της 2ας Μαρτίου (επίσημη ημερομηνία ανεξαρτησίας της Βόρειας Ηπείρου), ανέφερε ότι τα εθνικά φρονήματα των Ηπειρωτών αγνοήθηκαν παντελώς και πως οι Μεγάλες Δυνάμεις όχι μόνο απέρριψαν το ενδεχόμενο μερικής αυτονομίας εντός του Πριγκιπάτου της Αλβανίας, αλλά, επιπλέον, αρνήθηκαν να δώσουν στον πληθυσμό της περιοχής εγγυήσεις για τα βασικότερα των δικαιωμάτων του. Παρόλα αυτά, ο Έλληνας πολιτικός κατέληξε λέγοντας πως οι Ηπειρώτες αρνούνται να αποδεχτούν τη μοίρα που τους επέβαλαν οι Δυνάμεις
Το νεοσύστατο Κράτος δεν άργησε να υιοθετήσει εθνικά σύμβολα. Συγκεκριμένα, η σημαία που επέλεξε θύμιζε έντονα την ελληνική: αποτελούνταν από ένα λευκό σταυρό σε γαλάζιο φόντο, πάνω στον οποίο βρισκόταν ένας, μελανού χρώματος, δικέφαλος αετός του Βυζαντίου.
Κατά τις μέρες που ακολούθησαν την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας, ο Αλέξανδρος Καραπάνος, ανιψιός του Ζωγράφου και μελλοντικός βουλευτής Άρτας, ορίστηκε Υπουργός Εξωτερικών Υποθέσεων της Δημοκρατίας.
Ο συνταγματάρχης Δημήτριος Δούλης, με καταγωγή από τη Νίβιτσα, παραιτήθηκε από το αξίωμά του στον Ελληνικό Στρατό προκειμένου να αναλάβει Υπουργός Στρατιωτικών της Προσωρινής Κυβέρνησης. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, κατάφερε να συστήσει στράτευμα 5.000 εθελοντών. Ο τοπικός επίσκοπος, Βασίλειος, ανέλαβε το Υπουργείο Θρησκείας και Δικαιοσύνης. Τριάντα περίπου Έλληνες στρατιωτικοί ηπειρώτικης καταγωγής, καθώς και απλοί οπλίτες λιποτάκτησαν από τον ελληνικό στρατό, για να ενταχθούν στους επαναστάτες. Σύντομα οργανώθηκαν ένοπλα τμήματα, όπως ο Ιερός Λόχος του Σπύρου Σπυρομήλιου, ο οποίος ιδρύθηκε στην περιοχή της Χειμάρρας με στόχο την άμυνα απέναντι σε οποιαδήποτε επιβουλή κατά των εδαφών που έλεγχε η Αυτόνομη Ήπειρος. Οι πρώτες περιοχές που συντάχθηκαν με την Ηπειρώτικη Κυβέρνηση, εκτός από το Αργυρόκαστρο, ήταν αυτές της Χειμάρρας, των Αγίων Σαράντα και της Πρεμετής.
Η Ελλάδα αποχωρεί από την περιοχή
Φοβούμενη να δυσαρεστήσει τις Μεγάλες Δυνάμεις, η Ελληνική Κυβέρνηση φαινόταν απρόθυμη να προσφέρει τη στήριξή της στους εξεγερμένους. Η απομάκρυνση των ελληνικών δυνάμεων από την περιοχή, η οποία είχε ξεκινήσει τον Μάρτιο, συνεχίστηκε με αργό ρυθμό μέχρι και τις 28 Απριλίου, ημερομηνία κατά την οποία δεν υπήρχε πλέον κανένας ξένος στρατιώτης στην περιοχή. Επισήμως, η Αθήνα αποθάρρυνε τους Ηπειρώτες από οποιασδήποτε μορφής αντίσταση, ενώ διαβεβαιώνε τον τοπικό πληθυσμό πως οι Μεγάλες Δυνάμεις, καθώς και η Επιτροπή Διεθνούς Ελέγχου (μια οργάνωση η οποία είχε δημιουργηθεί από τις Δυνάμεις, ώστε να εξασφαλιστεί η ειρήνη και η ασφάλεια στην περιοχή) ήταν έτοιμες να υπερασπιστούν τα δικαιώματά του. Μετά την ανακήρυξη στο Αργυρόκαστρο, ο Γεώργιος Χρηστάκης – Ζωγράφος έστειλε πάραυτα μήνυμα στους τοπικούς εκπροσώπους της Κορυτσάς, ώστε να συμπαρασταθούν κι αυτοί στο κίνημα. Όμως, ο Έλληνας στρατιωτικός διοικητής της πόλης, συνταγματάρχης Αλέξανδρος Κοντούλης, ακολουθώντας πιστά τις διαταγές των ανωτέρων του, κήρυξε στρατιωτικό νόμο, απειλώντας με θάνατο οποιονδήποτε τολμούσε να υψώσει τη σημαία της Βόρειας Ηπείρου. Έτσι, όταν ο επίσκοπος της Κολόνιας, ο μελλοντικός Σπυρίδων Α’ των Αθηνών, διακήρυξε την ανεξαρτησία, ο Κοντούλης τον συνέλαβε άμεσα και στη συνέχεια τον απέλασε από την περιοχή.
Την 1η Μαρτίου, ο Κοντούλης παρέδωσε την Κορυτσά στη νεοσύστατη αλβανική χωροφυλακή, η οποία αποτελείτο κυρίως από παλιούς λιποτάκτες του Οθωμανικού Στρατού, που βρίσκονταν υπό τις διαταγές Ολλανδών ή Αυστριακών διοικητών. Στις 9 Μαρτίου, το ελληνικό ναυτικό οργάνωσε θαλάσσιο αποκλεισμό του λιμανιού των Αγίων Σαράντα, που ήταν μία από τις πρώτες πόλεις που εντάχθηκαν στο αυτονομιστικό κίνημα. Το ίδιο χρονικό διάστημα, σημειώνονται, παράλληλα, διάφορες μικροσυμπλοκές μεταξύ μονάδων του ελληνικού στρατού και Ηπειρωτών Επαναστατών, με απώλειες εκατέρωθεν.
Μεταξύ διαπραγματεύσεων και ένοπλης σύγκρουσης
Ενώ οι ελληνικές δυνάμεις αποσύρονταν από την περιοχή, ένοπλες συγκρούσεις ξέσπασαν μεταξύ των αλβανικών δυνάμεων και των Ηπειρωτών αυτονομιστών. Στις περιοχές της Χειμάρρας, των Αγίων Σαράντα, του Αργυρόκαστρου και του Δέλβινου, η επανάσταση ξεκίνησε από τις επόμενες μέρες κιόλας της ανακήρυξης της ανεξαρτησίας, με τις αυτονομιστικές δυνάμεις να καταφέρνουν να θέσουν υπό έλεγχο την αλβανική χωροφυλακή της περιοχής, καθώς και τις αλβανικές ομάδες ατάκτων που λυμαίνονταν σε αυτή. Όμως, έχοντας γνώση του ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν προτίθονταν να δεχτούν την προσάρτηση της Βόρειας Ηπείρου από την Ελλάδα, ο Γεώργιος Χρηστάκης – Ζωγράφος πρότεινε τρεις διπλωματικές λύσεις, ώστε να δοθεί μία λύση στη σύγκρουση
• την πλήρη αυτονομία της Ηπείρου, υπό την εξουσία, κατ’ όνομα, ενός Αλβανού ηγεμόνα,
• μια καντονιακή και διοικητική αυτονομία, με βάση το ελβετικό μοντέλο,
• τον άμεσο έλεγχο και την άμεση διοίκηση από τις Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης.
Λίγες ημέρες αργότερα, και συγκεκριμένα στις 11 Μαρτίου, έλαβαν χώρα διαπραγματεύσεις για την προσωρινή λήξη της σύγκρουσης από τον Ολλανδό συνταγματάρχη Τόμσον στην Κέρκυρα. Η αλβανική εξουσία φάνηκε έτοιμη να αποδεχτεί την ύπαρξη μιας αυτόνομης κυβέρνησης με περιορισμένες εξουσίες, αλλά ο Ηπειρώτης εκπρόσωπος Αλέξανδρος Καραπάνος απαίτησε να λάβει ένα καταστατικό πλήρους αυτονομίας, κάτι που αρνήθηκαν οι απεσταλμένοι της κυβέρνησης του Δυρραχίου. Ως αποτέλεσμα, οι διαπραγματεύσεις οδηγήθηκαν σε ναυάγιο. Το ίδιο χρονικό διάστημα, ηπειρώτικες ομάδες ατάκτων εισήλθαν στην Ερσέκα προτού κατευθυνθούν στο Φράσαρι και την Κορυτσά.
Εκείνη τη στιγμή, σχεδόν το σύνολο των εδαφών που απαιτούσαν οι εξεγερμένοι (εκτός από την Κορυτσά) βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της αυτονομιστικής κυβέρνησης. Στις 22 Μαρτίου, ένας ιερός λόχος προερχόμενος από την Βίγλιστα έφτασε στα περίχωρα της Κορυτσάς και εντάχθηκε στις τοπικές ομάδες επαναστατών προτού ξεκινήσουν βίαιες οδομαχίες εντός της πόλης. Ύστερα από αρκετές ημέρες, οι δυνάμεις των αυτονομιστών κατάφεραν να πάρουν τον έλεγχο της πόλης, αλλά αλβανικές ενισχύσεις έκαναν την εμφάνισή τους μπροστά στην πόλη στις 27 Μαρτίου και η Κορυτσά επέστρεψε υπό τον έλεγχο της αλβανικής χωροφυλακής.
Το ίδιο διάστημα, η Διεθνής Ελεγκτική Επιτροπή αποφάσισε να επέμβει στη διαμάχη με στόχο την αποκλιμάκωσης της βίας και τη λήξη της ένοπλης σύγκρουσης. Στις 6 Μαΐου, η Επιτροπή ήρθε σε επαφή με τον Γεώργιο Χρηστάκη-Ζωγράφο ώστε να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις από νέα βάση. Ο Ηπειρώτης πολιτικός αποδέχτηκε την πρόταση και τελικά αποφασίστηκε ανακωχή την επομένη. Παράλληλα, όταν ξεκίνησε η περίοδος της κατάπαυσης του πυρός, οι βορειοηπειρωτικές δυνάμεις είχαν ήδη καταλάβει τα υψώματα γύρω από την Κορυτσά, ενώ η παράδοση της αλβανικής φρουράς της πόλης ήταν πλέον θέμα χρόνου
Πηγή: Wikipedia
Διαβάστε περισσότερα ΕΔΩ
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Τίμησαν τους πρώτους Έλληνες στρατιώτες που έπεσαν στη Βόρειο Ήπειρο