Τα υλικά ΔΒ της εποχής ήταν το μαγνητικό τηλέφωνο, ο ηλεκτρικός τηλέγραφος, ο οπτικός τηλέγραφος, ο ηλιογράφος και οι Σ/Α.
Τα μαγνητικά τηλέφωνα ήταν ογκώδεις κατασκευές από ξύλο και ζύγιζαν περίπου 7 κιλά το καθένα.
Ο τηλέγραφος, ως ενσύρματο μέσο, χρησιμοποιούνταν περισσότερο, διότι είχε μεγαλύτερη εμβέλεια από το τηλέφωνο. Λειτουργούσε με τον κώδικα Μορς και ήταν το πλέον διαδεδομένο μέσο επικοινωνιών της εποχής.
Ο οπτικός τηλέγραφος ήταν συσκευή που σχεδιάστηκε για να μεταδίδει σήματα με διακεκομμένες δέσμες τεχνητού φωτός.
Απετέλεσε το κύριο νυχτερινό μέσο διάδοσης σημάτων και στηρίζονταν στην αποστολή σημάτων με κώδικα Μορς, μέσω διαφράγματος που ανοιγόκλεινε με χειριστήριο και εμφάνιζε μια φλόγα απο καύση αερίου ακετυλενίου στην εστία ενός κατόπτρου. Στη βάση του φανού βρισκόταν ένα κλειδί το οποίο ρύθμιζε το μέγεθος της φλόγας.
Επίσης, σε διαφορετικό τύπο, τους αποκαλούμενους «Προβολείς» αντί φλόγας χρησιμοποιήθηκε ηλεκτρική λυχνία που άναβε με συσσωρευτές, οι οποίοι ήταν επαναφορτιζόμενοι. Υπήρχαν οπτικοί τηλέγραφοι διαφόρων μεγεθών, που διακρίνονταν απο το μέγεθος του κατόπτρου τους.
Ο ηλιογράφος ήταν ένας συνδυασμός καθρεπτών που αντανακλούσαν το φώς του ήλιου προς την κατεύθυνση του ανταποκριτού και έστελνε σήματα μορς. Ενίοτε, ο ηλιογράφος και ο οπτικός τηλέγραφος ήταν ενοποιημένοι σε μια συσκευή από την οποία χρησιμοποιούνταν τα μεν απάρτια του πρώτου κατά την ημέρα, τα δε απάρτια του δευτέρου κατά τη νύχτα. Όπως είναι φυσικό, για επικοινωνία χρειαζόταν οπτική επαφή και για να την πετύχουν αναπτύσσονταν σε υψώματα. Η χρήση τους όμως είχε και μειονεκτήματα διότι δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν σε άσχημες καιρικές συνθήκες και σε περιβάλλον με καπνό. Τα πλεονεκτήματα ήταν η φορητότητα και η μεγάλη απόσταση μετάδοσης του σήματος. Η ταχύτητα αποστολής κειμένου ήταν σημαντικά μικρότερη σε σχέση με τον ηλεκτρικό τηλέγραφο.
Οι Σ/Α ήταν ένα νέο μέσο επικοινωνίας, το οποίο έμπαινε για πρώτη φορά στο πεδίο της μάχης. Οι πρώτοι Σ/Α ήταν εύθραυστοι, δυσκίνητοι, ευάλωτοι στις καιρικές συνθήκες και στις εχθρικές ενέργειες. Λειτουργούσαν στην περιοχή συχνοτήτων των μακρών και μεσαίων κυμάτων. Οι κεραίες ήταν μεγάλες και ο εξοπλισμός πολύπλοκος. Υπήρχαν λίγοι Σ/Α και ελάχιστοι εκπαιδευμένοι χειριστές. Επίσης τα μέτρα ασφαλείας εκπομπών δεν ήταν διαδεδομένα και η αποστολή φωνητικών μηνυμάτων γινόταν σε ανοιχτή γλώσσα και όχι με κώδικα.
Ο οπλισμός των τηλεγραφητών την εποχή εκείνη, από το βαθμό του Λοχία και κάτω αποτελούνταν από αραβίδα (τυφέκιο με κοντή κάννη) και ξιφολόγχη. Οι Αξκοι και οι Επιλοχίες είχαν σπάθη και περίστροφο.
Κατά τις επιχειρήσεις του Ελληνικού Στρατού στην Ήπειρο και την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, ο οπτικός τηλέγραφος βοήθησε σημαντικά στην εκπλήρωση του αντικειμενικού σκοπού.
Διαπιστώθηκε ότι το ελληνικό πυροβολικό, το οποίο ήταν ταγμένο στην οδό Φτελίας-Κανέλας (σήμερα οδός Άρτας-Ιωαννίνων), δεν μπορούσε να υποστηρίξει επιτυχώς τα φίλια τμήματα και κρίθηκε σκόπιμη η βοήθεια των οπτικών σταθμών. Ένας οπτικός σταθμός εγκαταστάθηκε στη γραμμή πυρός των αμυνομένων φιλίων τμημάτων και τέθηκε στις διαταγές του παρατηρητή πυροβολικού και ο άλλος σταθμός στον ουλαμό του πυροβολικού. Η διαδικασία αυτή συνετέλεσε αποφασιστικά στην επιτυχία των ελληνικών δυνάμεων καθόσον ο κανονισμός βολής ήταν ακριβής και απέτρεψε την ανακατάληψη των υψωμάτων της Μανωλιάσας από τις Τουρκικές δυνάμεις, συμβάλλοντας σημαντικά στην κατάληψη των Ιωαννίνων.
Η ίδια διαδικασία εφαρμόσθηκε και στα αντερείσματα του όρους Ολύτσικα (Τόμαρος) στην θέση Σπαρτίσι, όπου το ελληνικό ορεινό πυροβολικό κατέστρεψε το εχθρικό πυροβολικό που ήταν ταγμένο στο Μπιζάνι, καθοδηγούμενο από 2 οπτικούς σταθμούς.
Η σημαντική εμπλοκή των Διαβιβάσεων στον αγώνα για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων συμπεραίνεται και από την αιχμαλωσία ενός μηχανήματος οπτικού τηλεγράφου καθώς και από τον τραυματισμό 2 τηλεγραφητών της 1ης Δριας κατά την έφοδο των ευζωνικών ταγμάτων κατά της οχυρωμένης τοποθεσίας του Μπιζανίου.
Η τηλεγραφική κίνηση εκείνης της περιόδου ήταν έντονη παρά τις άσχημες καιρικές συνθήκες. Τα συνολικά τηλεγραφήματα που απεστάλησαν μόνο από 2 Δριες και μέχρι το Μάιο του 1913 ήταν περίπου 10.000 περιέχοντας 218.841 λέξεις.
Οι ΔΒ κατά την μάχη Κιλκίς –Λαχανά (20-21 Ιουνίου 1913)
Ο Λόχος Τηλεγραφητών υποστήριξε τις επικοινωνίες του Γενικού Στρατηγείου εγκαθιστώντας οπτικό τηλέγραφο στο Μεσοχώρι και αποκαθιστώντας σύνδεσμο με τις Μεραρχίες.
Εγκαταστάθηκαν οπτικοί τηλέγραφοι και ενσύρματες επικοινωνίες για κάλυψη αναγκών του ΣΔ του Γενικού Στρατηγείου διαδοχικά σε Δοϊράνη (24 Ιουνίου 1913), Βυρώνεια (1 Ιουλίου 1913) και Λιβούνοβο (6 Ιουλίου 1913) για αποκατάσταση συνδέσμων με τις Μεραρχίες.
Αποτίμηση της συμβολής των Διαβιβάσεων κατά την περίοδο 1912-13.
Παρά την έλλειψη επικοινωνιακών μέσων και εκπαιδευμένου προσωπικού, η συμβολή των Διαβιβάσεων (Λόχοι Τηλεγραφητών και Λόχος Ασυρμάτων) ήταν σημαντική, διότι πέτυχαν την αποκατάσταση συνδέσμων μεταξύ των Μεραρχιών και της Στρατιάς είτε εγκαθιστώντας γραμμές εκστρατείας είτε χρησιμοποιώντας οπτικό τηλέγραφο και ανταποκρίθηκαν στην αποστολή τους διαβιβάζοντας πολύ μεγάλο όγκο τηλεγραφημάτων και δγων επιχειρήσεων.
Στους Βαλκανικούς πολέμους, ο Λόχος Ασυρμάτων χρησιμοποίησε τους σταθμούς ασυρμάτου για την επικοινωνία των υψηλών κλιμακίων διοικήσεως με τον Αρχιστράτηγο. Οι σταθμοί ασυρμάτου αποτέλεσαν νέο μέσο επικοινωνίας, το οποίο ενσωματώθηκε στην Τηλεγραφική Υπηρεσία για εκμετάλλευση.