Σαν Σήμερα, το 1990, για πρώτη φορά καθιερώνεται στη Βουλή «Η ώρα του πρωθυπουργού». Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης εγκαινιάζοντας τη νέα «καινοτομία» απαντά στον Χαρίλαο Φλωράκη ερώτηση σχετικά με το επίκαιρο τότε θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων.
Το πρώτο θέμα που απασχόλησε την «Ωρα του Πρωθυπουργού» ήταν το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων. Τώρα, 24 χρόνια μετά, το θέμα των αποζημιώσεων δεν έχει ακόμη καταλήξει σε μια θετική προς την Ελλάδα τροπή, αλλά οι διεκδικήσεις είναι πιο πιεστικές από ποτέ, κυρίως μέσω του »Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα».
Το OnAlert, αναζήτησε και εντόπισε στα πρακτικά της Βουλής των Ελλήνων, την ιστορική συνομιλία για τον τρόπο διεκδίκησης των γερμανικών αποζημιώσεων, αναζητώντας τα ίχνη της αρχής μιας διπλωματικής οδύσσειας που ακόμη και σήμερα αποτελεί ένα κρυφό «αγκάθι» στις διμερείς σχέσεις Ελλάδος Γερμανίας. Διαβάστε πώς διασταύρωσαν τα ξίφη τους ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο κ. Φλωράκης του Συνασπισμού, αλλά και την σύντομη παρέμβαση του τότε Υπουργού Εξωτερικών Α. Σαμαρά.
Ιστορικό πλαίσιο
Πίσω στα 1990, το θέμα ήταν επίκαιρο καθώς μέσα στο διεθνές κλίμα της κατάρρευσης του Υπαρκτού Σοσιαλισμού, στις 9 Νοεμβρίου 1989 οδηγούμαστε στην πτώση του « τείχους της ντροπής », του Βερολίνου και ακολούθως στην επανένωση των δύο Γερμανιών, Ανατολικής και Δυτικής στις 3 Οκτωβρίου 1990.
Η ενοποίηση της Γερμανίας είχε μόλις ανοίξει το δρόμο για τις πολεμικές αποζημιώσεις προς την Ελλάδα.
Η Κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη είχε αναλάβει την εξουσία, λίγους μήνες πριν, στις 11 Απριλίου 1990, από την Οικουμενική κυβέρνηση Ξενοφώντα Ζολώτα. Υπουργός Εξωτερικών τότε …ο νυν πρωθυπουργός Α. Σαμαράς, μέχρι και την παραίτηση του από την κυβέρνηση δύο χρόνια μετά, τον Απρίλιο του 1992.
Διαβάστε παρακάτω τη συζήτηση, επί της ερωτήσεως του τότε Προέδρου του Συνασπισμού κ. Χαρίλαου Φλωράκη προς τον Πρωθυπουργό, με θέμα τις ελληνικές απαιτήσεις-επανορθώσεις, μετά την ενοποίηση της Γερμανίας:
(σημείωση: ακολουθεί αυτούσια η ιστορική συνομιλία Μητσοτάκη – Φλωράκη από τα πρακτικά της Βουλής -Με αποσιωπητικά παραλείπονται οι αναφορές επί της διαδικασίας που δεν εμπίπτουν στην ουσία του θέματος)
Ολομέλεια της Βουλής, 11/12/1990
Ο Πρόεδρος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, κ. Χαρίλαος Φλωράκης, έχει το λόγο.
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΦΛΩΡΑΚΗΣ (Πρόεδρος του Συνασπισμού και της Αριστεράς και της Προόδου): Κύριε Πρόεδρε, στο Συνασπισμό έλαχε να εγκαινιάσει αυτήν την καινούρια διάταξη του Κανονισμού, ερωτήσεις προς τον κύριο Πρωθυπουργό. Μία διάταξη για την οποία ο κύριος Πρωθυπουργός δε χάνει την ευκαιρία να την προβάλει σαν μία μεγάλη καινοτομία στη λειτουργία του Ελληνικού Κοινοβουλίου.
…
Ίσως γεννηθεί το ερώτημα, γιατί διαλέξαμε ένα τόσο σοβαρό θέμα, όπως είναι οι γερμανικές επανορθώσεις και τα αναγκαστικά δάνεια τα οποία πήραν τότε τα στρατεύματα κατοχής από την Τράπεζα της Ελλάδος, ένα θέμα τόσο σοβαρό, το οποίο απαιτεί οπωσδήποτε αρκετό χρόνο και νομίζω ότι δεν μπορεί να περιοριστεί ανάμεσα στους επικεφαλής των δύο κομμάτων, αλλά νομίζω ότι πρέπει να απασχολήσει ολόκληρο το Κοινοβούλιο.
Και με την ευκαιρία αυτή, θα ήθελα να προσθέσω ότι η ερώτησή μας αυτή ενόχλησε ορισμένους, φυσικά για άλλους λόγους. Πράγματι το θέμα είναι μεγάλο και πολύ σοβαρό και οπωσδήποτε χρειάζεται όχι μόνο χρόνο, αλλά, επαναλαμβάνω, ότι πρέπει να ασχοληθεί η Βουλή λεπτομερειακά.
Και θα ήθελα να διευκρινίσω ότι, εμείς την ερώτηση αυτή δεν την κάναμε για να κλείσουμε αυτό το μεγάλο θέμα. Αντίθετα, την κάναμε για να ανοίξουμε το θέμα αυτό των επανορθώσεων και της εξόφλησης των δανείων. Την κάνουμε ακόμα, γιατί η υπόθεση αυτή των πολεμικών επανορθώσεων παραμένει ερμητικά κλειστή εδώ και 40 χρόνια με διάφορες δικαιολογίες.
Πότε, ότι θα διεκδικήσουμε τις επανορθώσεις και το δάνειο …
…
Πότε, ότι θα διεκδικήσουμε τις επανορθώσεις όταν θα υπογραφεί η συνθήκη ειρήνης, πότε, όταν θα ενοποιηθούν τα δύο γερμανικά κράτη, πότε, ότι πρέπει να προσέξουμε γιατί μπορεί να διαταραχθούν οι φιλικές σχέσεις με την Ομοσπονδιακή Γερμανία.
Θα ήθελα να πω, ότι δεν μπορεί στο όνομα οποιασδήποτε σκοπιμότητας, να παραπέμπεται ένα τόσο μεγάλο θέμα, εθνικής σημασίας, στις ελληνικές καλένδες. Και δεν μπορούμε να κατανοήσουμε, κατά ποια λογική θα διαταραχθούν οι σχέσεις όταν ζητάει κανένας να του επιστρέψουν εκείνα τα οποία του οφείλουν.
Και να φανταστεί κανένας, ότι δε διεκδικούμε την πραγματική αξία αυτών των λεηλασιών και των καταστροφών που υπέστη η Χώρα μας από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, αλλά έχουν συμβολική σημασία. Φυσικά, υπάρχει και το μεγάλο πρόβλημα των αναγκαστικών δανείων, γιατί πέρα από τις επανορθώσεις είναι ειδική περίπτωση για τη δική μας Χώρα. Είναι βάσει της γνωστής συμφωνίας το `42 στη Ρώμη. Υπογράφτηκε κάποια συμφωνία να χρεώνουν ορισμένες αγορές που έκαναν οι Γερμανοί. Και αυτό το ποσό, κατά τους υπολογισμούς του καθηγητή κ. Αγγελόπουλου, ανέρχεται σε 3,5 δισ. δολάρια της εποχής εκείνης. Εάν τα υπολογίσουμε με σημερινά δεδομένα, αναμφίβολα κύριε Πρωθυπουργέ, θα μας ξελασπώσει από αυτό το εξωτερικό χρέος, εάν πάρουμε πίσω το δάνειο αυτό.
Σήμερα, ύστερα από τις γνωστές εξελίξεις, τις οποίες έχουμε: την ενοποίηση των δύο Γερμανιών, τη ΔΑΣΕ και μια σειρά διμερών συμφωνιών, που έχει υπογράψει η ενοποιημένη Γερμανία και με την Πολωνία και με τη Σοβιετική Ένωση -νομίζω και με το Ισραήλ και παζαρεύει και με άλλες χώρες- νομίζω δε χωράει καμιά δικαιολογία περί υπογραφής συνθήκης ειρήνης.
Ο κύριος Πρωθυπουργός, κατά τη συζήτηση στις 27 του περασμένου μήνα, είπε:
«Η συνάντηση των 34 χωρών της ΔΑΣΕ στο Παρίσι, έθεσε οριστικά τέρμα στο ψυχρό πόλεμο και αποτελεί ουσιαστικά τη συνθήκη ειρήνης για τον Β` Παγκόσμιο Πόλεμο».
Μέχρι σήμερα, όμως, απ` ότι μέχρι αυτήν τη στιγμή έχουμε υπόψη μας, δεν ξέρουμε αν η ελληνική κυβέρνηση προέβη σε κάποια ενέργεια για τη διεκδίκηση των επανορθώσεων και πριν απ` όλα του γνωστού δανείου. Η Γιουγκοσλαβία π.χ. πληροφορηθήκαμε ότι έχει κάνει μια ρηματική διακοίνωση. Άλλες χώρες έκλεισαν διμερείς συμφωνίες με τη Γερμανία και τακτοποίησαν τα ζητήματα αυτά.
Δυο φορές ο κύριος Πρωθυπουργός επισκέφθηκε τη Γερμανία και μάλιστα στον κρίσιμο χρόνο Μάη – Ιούνη και δεν μας είπε- δεν ξέρω αν μας πει απόψε- αν έθεσε το ζήτημα αυτό στους Γερμανούς. Η Κυβέρνηση νομίζω πρέπει να προχωρήσει αποφασιστικά σε κάθε χρειαζούμενη ενέργεια για τη λύση του προβλήματος των γερμανικών επανορθώσεων και του δανείου. Είχαμε μια πληροφορία απόψε, κύριε Πρόεδρε, αρκετά ενδιαφέρουσα. Ότι μαζί με τη συμφωνία των τεσσάρων για την ενοποίηση της Γερμανίας, υπάρχουν και κάτι πρωτόκολλα. Δεν ξέρω εάν το έχει υπόψη της η Κυβέρνηση.
Σε ένα απ` αυτά τα πρωτόκολλα λέγεται ότι μπαίνει τακτή προθεσμία, μέχρι τις 31 Μάρτη, αν δεν διεκδικήσουμε τις επανορθώσεις και το δάνειο, από εκεί και πέρα χάνουμε κάθε δικαίωμα.
Δεν ξέρουμε εάν είναι αληθινή. Θα περιμένουμε την απάντηση από τον κύριο Πρωθυπουργό. Υπάρχει και ένα άλλο θέμα, πέρα από το ζήτημα αυτό. Νομίζω ότι δεν είναι μονάχα μια πράξη δικαίου, αλλά είναι και μια προσφορά στην ειρήνη. Με την ενέργειά μας αυτή θα θυμίσουμε, ότι όποιος κάνει πόλεμο, θα πληρώνει!
Πέρα απ` αυτά το θέμα της καταβολής των επανορθώσεων και η εξόφληση του αναγκαστικού δανείου, θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί, εάν αναλάβει η Γερμανία και ορισμένα έργα υποδομής στη Χώρα μας, αντί να δώσει «ζεστό», όπως λένε, χρήμα.
Επίσης θα μπορούσε, εάν αξιοποιηθούν σωστά οι επανορθώσεις αυτές και όχι όπως αξιοποιήθηκαν κατά το γνωστό τρόπο οι ιταλικές επανορθώσεις, να λυθούν και άλλα προβλήματα. Υπάρχει το θέμα της αποζημίωσης των αντιστασιακών και των θυμάτων του ναζισμού και του πολέμου.
Σταματάω, κύριε Πρόεδρε, γιατί έφθασα τα 9 λεπτά, δυστυχώς. Μαζί με τα εγκαίνια είμαστε και παραβάτες…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Αθανάσιος Τσαλδάρης): …
Ο κύριος Πρόεδρος της Κυβερνήσεως έχει το λόγο.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ(Πρόεδρος της Κυβέρνησης). Κύριοι συνάδελφοι, θέλω πρώτα να εκφράσω τη χαρά μου, γιατί επιτέλους, εφαρμόζεται η διάταξη που πρόσφατα ψηφίσαμε, που εγώ αδιαμφισβήτητα τη θεωρώ χρήσιμη.
…
Είχα την ευκαιρία να κάνω μερικές γενικές παρατηρήσεις απαντώντας στον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, στη συζήτηση προ ημερησίας διατάξεως στις 27.11.1990 και αναφέρομαι στις παρατηρήσεις που έκανα τότε. Αλλά θα είμαι σήμερα περισσότερο αναλυτικός.
Είναι γνωστό, ότι σύμφωνα με τις διατάξεις της συμφωνίας του Λονδίνου του 1953, το θέμα των γερμανικών επανορθώσεων μετετέθη για μετά τη σύναψη της συνθήκης ειρήνης με τη Γερμανία, με συμφωνία όλων των κρατών που πολέμησαν τότε τη Γερμανία. Τέτοια συνθήκη δεν υπεγράφη και φαίνεται ότι πιθανότατα δε θα υπεγραφεί ποτέ.
Η συμφωνία «2+4» η οποία υπεγράφη στις 12.9 του περασμένου χρόνου(1989), υπεγράφη μεταξύ των δύο τέως χωριστών γερμανικών κρατών και των 4 μεγάλων αντιπάλων της Γερμανίας στο δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, δηλαδή των Ηνωμένων Πολιτειών, της Σοβιετικής Ένωσης, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας. Η συμφωνία αυτή προβλέπει διάφορες υποχρεώσεις της Γερμανίας, εδαφικές, πολιτικές, στρατιωτικές και άλλες, αλλά δεν προβλέπει τίποτα για επανορθώσεις.
Είναι λογικό, ενδεχομένως, να συναφθεί το συμπέρασμα, ότι οι χώρες αυτές οι οποίες υπέγραψαν συνθήκη που αποτελεί το ουσιαστικό τέλος του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, χωρίς να έχουν πρόβλεψη για επανορθώσεις, ίσως εστερήθησαν και νομικά του δικαιώματός των να προβάλουν το αίτημα των αποζημιώσεων σε διμερή βάση.
Το λέω αυτό για να σας πω, ότι όχι μόνο δεν είναι ακριβής η πληροφορία σας την οποία πρωτύτερα αναφέρατε ότι ελάβατε, ότι υπάρχει πρόβλεψη, αλλά αντίθετα είναι αμφίβολο αν αυτές οι χώρες έχουν πλέον αυτό το δικαίωμα. Και το λέω αυτό, παρά το γεγονός ότι γνωρίζω τη δήλωση την οποία αναγκάστηκε να κάνει ενώπιον του Ανωτάτου Σοβιέτ, ο Σοβιετικός Υπουργός των Εξωτερικών επί του θέματος.
Το θέμα έχει δύο πτυχές. Έχει τη νομική και την πολιτική πτυχή.
Από πλευράς νομικής, δηλώνω κατηγορηματικά ότι οι απαιτήσεις που δημιουργήθηκαν από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο εξακολουθούν να υπάρχουν σε κάθε περίπτωση, τουλάχιστον για όλες τις άλλες χώρες και για την Ελλάδα, η οποία δεν υπέγραψε τη συνθήκη «2+4». Νομικά εξακολουθούμε να έχουμε το δικαίωμα αυτό.
Πολιτικά, τι συμβαίνει με τις γερμανικές επανορθώσεις: Ζήτησε, όπως ήταν φυσικό, η κυβέρνησή μας να ενημερωθεί τι γίνεται με τα υπόλοιπα κράτη. Και πρέπει να σας πω, ότι η κατάσταση είναι τελείως ασαφής ακόμα. Δεν θα αναφερθώ επωνύμως σε χώρες, γιατί οι πληροφορίες που πήραμε είναι εμπιστευτικές. Τις ζητήσαμε όχι για να τις δώσουμε στη δημοσιότητα.
Η εντύπωση που έχω εγώ είναι, ότι υπάρχουν χώρες οι οποίες δε θα διεκδικήσουν αποζημιώσεις. Πιθανότατα στις χώρες αυτές τελικά να συμπεριληφθεί και η Σοβιετική Ένωση, η οποία έχει άλλου είδους συνεννοήσεις και συναλλαγές αυτήν την ώρα με την ενωμένη Γερμανία. Υπάρχουν χώρες οι οποίες, εν πάση περιπτώσει, δε θα ανακινήσουν το θέμα τώρα. Και υπάρχουν και χώρες οι οποίες ενδεχομένως θα ανακινήσουν το θέμα τώρα.
Αυτό που θέλω να πληροφορήσω τη Βουλή, είναι ότι, μέσα σ’ αυτό το νομικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε από την εξέλιξη, που κατέληξε στη γνωστή συμφωνία «2+4» και στην υπογραφή της Χάρτας των Παρισίων πρόσφατα, δεν υπάρχει περιθώριο πολυμερούς αντιμετωπίσεως του προβλήματος.
Επειδή, όμως εδήλωσα ότι νομικώς το δικαίωμα παραμένει, χωρίς καμία αμφιβολία, δεν αποκλείεται η ανακίνηση διμερώς του θέματος από χώρα η οποία είναι ενδιαφερόμενη.
Και στο σημείο αυτό θέλω να κάνω τις εξής προσθήκες: Πρώτον, οι απαιτήσεις αποζημιώσεων από τη Γερμανία δεν είναι όλες όμοιες και για όλες τις χώρες δεν ισχύουν τα ίδια πράγματα. Υπάρχουν απαιτήσεις για αποζημίωση των θυμάτων των Ναζί. Αυτές οι απαιτήσεις ικανοποιήθηκαν από την Ομοσπονδιακή Γερμανία το 1961, η οποία έδωσε το συμφωνημένο ποσό τότε. Δεν ικανοποιήθηκαν από την πλευρά της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, της Ανατολικής Γερμανίας. Κατά συνέπεια, η ενωμένη Γερμανία σήμερα έχει υποχρέωση να καλύψει και την υποχρέωση την οποία δεν εκάλυψε η Ανατολική Γερμανία.
Όπως επίσης, αδιαμφισβητήτως το δάνειο το οποίο πλήρωσε η Ελλάς τότε αναγκαστικά σε χαρτονόμισμα, για να συντηρήσει τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής, έχει μια ειδική μορφή, που δεν ξέρω αν υπάρχουν και ανάλογες περιπτώσεις άλλων κρατών. Βέβαια, το ποσό δεν είναι αυτό που αναφέρατε. Σύμφωνα με τα δεδομένα που έχουμε εμείς είναι πολύ μικρότερο και προτιμώ να μη μιλήσω για ποσό, για ένα θέμα το οποίο ήρτηται αυτήν την ώρα. Εν πάση περιπτώσει, είναι ποσό πολύ σημαντικό.
Κατά συνέπεια, απομένει το ενδεχόμενο να προχωρήσουμε σε διμερείς συζητήσεις με την Ενωμένη Γερμανία σήμερα, για να συζητήσουμε το θέμα των επανορθώσεων είτε στο σύνολό του είτε σε ό,τι αφορά ειδικότερες πλευρές του για τις οποίες αδιαμφισβητήτως θα είμαστε ισχυρότεροι.
Αλλά θα ήθελα να τονίσω -και με αυτό τελειώνω, διότι επιθυμώ να είμαι σύντομος- ότι βεβαίως η πολιτική την οποία η Ελλάς θα ακολουθήσει πρέπει να είναι συνάρτηση των γενικότερων εξελίξεων. Αυτό που είπα στη Βουλή, μιλώντας από του Βήματος στις 11 Νοεμβρίου, ισχύει απόλυτα. Δεν είναι δυνατόν η Ελλάς να αγνοήσει την καινούργια πραγματικότητα. Και θα συμπορευθεί και θα κινηθεί παράλληλα και θα λάβει εν πάση περιπτώσει υπόψη της αυτό το οποίο θα κάνουν και άλλες χώρες ενδιαφερόμενες. Διότι σε τελική ανάλυση, στα μεγάλα πολιτικά θέματα δεν είναι δυνατόν η κάθε μία χώρα να προσδιορίσει την επίλυση ενός τέτοιου θέματος.
Ακόμα, θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι από Γερμανικής πλευράς δεν γνωρίζω να υπάρχει μία οριστικά ξεκαθαρισμένη θέση. Βέβαια, ανεπίσημα ή ημιεπίσημα, αν θέλετε, από υπηρεσιακούς παράγοντες λέγεται ότι μετά πάροδο μισού περίπου αιώνα από μερικούς θεωρείται το θέμα παρωχημένο. Το θέμα μπορεί να είναι παρωχημένο, νομικά όμως είναι υπαρκτό. Αυτή είναι η δική μου παρατήρηση.
Κατά συνέπεια, το συμπέρασμα είναι ότι η Κυβέρνηση προτίθεται να παρακολουθήσει με πολύ προσοχή την εξέλιξη του προβλήματος αυτού και να κινηθεί ανάλογα με τα δεδομένα τα οποία θα παρουσιασθούν, διότι στόχος μας είναι να πετύχουμε το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα, προς το συμφέρον του Ελληνικού Λαού.
(Παρατεταμένα χειροκροτήματα από την Πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας).
ΠΡΟΕΔΡΟΣ (Αθανάσιος Τσαλδάρης): Ο κύριος Πρόεδρος του Συνασπισμού έχει το λόγο.
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΦΛΩΡΑΚΗΣ (Πρόεδρος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου): Νομίζω, ότι και σεις δεν είστε σωστά πληροφορημένος, κύριε Πρωθυπουργέ. Εμείς κάναμε παρατηρήσεις και προτάσεις, όταν συζητιόταν η σχετική διάταξη. Δεν έγιναν δεκτές. Αλλά εγώ επαναλαμβάνω αυτό που είπα και πρωτύτερα: Πείτε, ότι συμφωνήσαμε τότε. Όταν διαπιστώνουμε ότι αυτό δεν πάει καλά, δεν έχουμε δικαίωμα να κάνουμε καινούργιες προτάσεις; Δική σας είναι αυτή η θέση. Επανειλημμένα το επικαλείσθε αυτό το πράγμα. Διαπιστώνετε κάτι ότι αποδείχνεται όχι σωστό και το διορθώνετε.
…
Ομολογώ, ότι περίμενα κάποια απάντηση ύστερα από τη συζήτηση που έγινε στη Βουλή την άλλη φορά, ότι θα είχατε προχωρήσει σε κάτι, σε κάποια ενέργεια. Αλλά, απ` ό,τι κατάλαβα, από την απάντησή σας, είμαστε στα ίδια.
Και τώρα θα συμπορευθούμε με τις άλλες χώρες. Έχουν και οι άλλες χώρες δάνειο; Πείτε μας, τι κάνατε για το δάνειο. Τι ενέργεια έχετε κάνει; Αλλά επειδή χωρίσατε τη νομική πλευρά του ζητήματος και την πολιτική, έχω εδώ τη δήλωση του Υπουργού σας των Εξωτερικών, του κ. Σαμαρά, που είναι αξιόλογη και νομίζω ότι τοποθετεί το ζήτημα στη σωστή βάση. Λέγει:«Μέχρι στιγμής φαίνεται ότι δεν υπάρχει νομικό κώλυμα στο να ζητήσουμε από τη Γερμανία τις πολεμικές επανορθώσεις. Η συμφωνία του 2 + 4 ρυθμίζει τα πάντα». Και κατέληξε ο κ. Σαμαράς: «Το θέμα παραμένει ανοικτό κυρίως σε διμερή πλέον βάση, ακριβώς για να προστατεύσουμε τα ελληνικά συμφέροντα».
ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΣ (Υπ. Εξωτερικών): Ακριβώς τα ίδια είναι.
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΦΛΩΡΑΚΗΣ (Πρόεδρος του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου): Τώρα να ακούσετε και την απάντηση του κυρίου Πρωθυπουργού, πάνω σ` αυτό, τι λέει.
Εντελώς διαφορετική η θέση, κύριε Υπουργέ. Δικά σας είναι αυτά, δεν είναι δικά μου. Λέγει ο κ. Μητσοτάκης: «Θα ήθελα να πω δυο λόγια στον κ. Παπανδρέου για το θέμα των γερμανικών αποζημιώσεων. Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα, αγαπητοί συνάδελφοι. Η συνθήκη προβλέπει, ότι θα δοθούν αποζημιώσεις, όταν υπογραφούν συνθήκες ειρήνης, κύριε Παπανδρέου. Και το γνωρίζετε. Σας έδωσε την απάντηση ο κ. Έβερτ. Αυτήν την ώρα δεν υπεγράφησαν. Το αν θα υπογραφούν ή όχι ή θα θεωρηθούν ότι υπεγράφησαν, είναι ένα θέμα που δεν θα το ορίσουμε εμείς, ούτε θα το αποφασίσουμε εμείς. Θα το αποφασίσει το σύνολο των ενδιαφερομένων κρατών που είναι πολλά και σημαντικά, σημαντικότερα από το δικό μας. Μην αμφιβάλλετε ότι η Ελλάς θα παρακολουθήσει».
Δε βλέπουμε καμία παρακολούθηση και καμιά διεκδίκηση. Και νομίζω, κύριε Πρωθυπουργέ, ότι πρέπει να προχωρήσετε αποφασιστικά στην αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος το οποίο πραγματικά καίει τον Ελληνικό Λαό και για ιστορικούς, άν θέλετε, λόγους.
…
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗΣ (Πρόεδρος της Κυβέρνησης): …
Θα ήθελα, κύριε Φλωράκη, να μην αρχίσουμε λέγοντας για παραπληροφόρηση και δημαγωγία. Διότι αυτό που μου είπατε εσείς, μπορώ θαυμάσια να σας το πω και εγώ. Και αν αρχίσουμε πάνω σ` αυτήν τη βάση, δε νομίζω ότι η συζήτηση θα είναι πρακτική και ωφέλιμη.
Από εκεί και πέρα δεν έχω να πω παρά μόνο, ότι αυτό που διαβάσατε πως είπε ο κ.Σαμαράς, αυτό που είπα εγώ εν συντομία την άλλη φορά, είναι ακριβώς αυτό το οποίο και τώρα επανέλαβα. Η Ελλάς θεωρεί, ότι νομικά έχει το δικαίωμα, δεν παραιτείται του δικαιώματος και περιμένει να δει τις γενικότερες εξελίξεις, για να κινηθεί μέσα σε ένα διεθνές κλίμα, το οποίο θα της επιτρέψει όχι να κάμει χειρονομίες δήθεν ηρωικές, οι οποίες θα πέσουν ενδεχομένως στο κενό και μπορεί και να μας βλάψουν. Στόχος μας είναι να φέρουμε αποτέλεσμα και όχι να δημιουργήσουμε εντυπώσεις.
Πάνω σ` αυτήν τη γραμμή η Κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να κινηθεί και θα ενημερώσει τη Βουλή εν συνεχεία για την εξέλιξη αυτού του μεγάλου θέματος.
(Ζωηρά χειροκροτήματα από τους Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας)
Πηγή: Αρχεία Πρακτικών Ολομέλειας, Βουλή των Ελλήνων