Σε βαρύ κλίμα συνήλθε την Τετάρτη το Βορειοατλαντικό Συμβούλιο του ΝΑΤΟ μετά από αίτημα της Ελλάδας για να εξετάσει την τουρκική προκλητικότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Οι βεβιασμένες και επιπόλαιες -κατά την Αθήνα- κινήσεις του Γενικού Γραμματέα της Συμμαχίας, Γενς Στόλτενμπεργκ που προανήγγειλε «διάλογο» Ελλάδας και Τουρκίας για να τον «αδειάσει» μόλις μετά από λίγα λεπτά η κυβέρνηση, είχαν δυσχεράνει τις όποιες συζητήσεις.
Χρειάστηκε η «μαεστρία» του πολύπειρου Σπύρου Λαμπρίδη, του διπλωμάτη που ηγείται της ελληνικής μόνιμης αποστολής στο ΝΑΤΟ, για να μιλήσει σε ευήκοα ώτα.
Τι ήταν αυτό που έκανε τη διαφορά; Ο κ. Λαμπρίδης -Πρέσβης με μακρά θητεία στις Βρυξέλλες, είτε στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είτε στο ΝΑΤΟ, αλλά και στο Ισραήλ- «αιφνιδίασε» τους συνομιλητές του επικεντρώνοντας την τοποθέτησή του όχι μόνο στις ελληνοτουρκικές διαφορές και την πρόσφατη τουρκική προκλητικότητα, αλλά παρουσιάζοντας με επιχειρήματα πώς οι κινήσεις της Άγκυρας επηρεάζουν την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα του ίδιου του ΝΑΤΟ.
Κύριο επιχείρημα του Έλληνα διπλωμάτη ήταν πως όταν υπάρχει τέτοια ένταση μεταξύ δύο Συμμάχων του ΝΑΤΟ, αυτό επηρεάζει την ασφάλεια για όλη τη Συμμαχία, καθώς υπό την ένταση αυτή δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν οι εξωτερικές απειλές, αναφέροντας σε αυτό το σημείο το πλέγμα των προκλήσεων που αντιμετωπίζει το ΝΑΤΟ: από τις ραγδαίες εξελίξεις στη Λευκορωσία μέχρι και το status quo στη Λιβύη.
Η τακτική αυτή βρήκε πιό «ανοιχτά αυτιά» στους διπλωμάτες των χωρών-μελών της Συμμαχίας, αφού τους έφερε αντιμέτωπους με τις συνέπειες της τουρκικής επιθετικότητας στο δικό τους «γήπεδο».
Επιπλέον η ελληνική αντιπροσωπεία παρουσίασε εκτενώς και τεκμηριωμένα την τουρκική παραβατικότητα στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, αναδεικνύοντας την τουρκική υπαιτιότητα και τις επιπτώσεις στην ασφάλεια της Νότιας πτέρυγας της Συμμαχίας.
Καταληκτικά η ελληνική αντιπροσωπεία στο ΝΑΤΟ τόνισε την ανάγκη άμεσης απόσυρσης του συνόλου των τουρκικών πλοίων, συμπεριλαμβανομένου του Oruc Reis, από περιοχή της ελληνικής υφαλοκρηπίδας.