Ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Τζιμ Μάτις θα πιέσει σήμερα τους ευρωπαίους συμμάχους της Ουάσινγκτον να τηρήσουν την υπόσχεσή τους να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες, ενώ η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ προτείνει από την πλευρά της την αύξηση και των αμερικανικών στρατιωτικών δαπανών στην Ευρώπη.
Για πρώτη φορά, οι χώρες-μέλη του NATO υπέβαλαν σχέδια για το πώς θα επιτύχουν τον στόχο οι αμυντικές τους δαπάνες να έχουν φθάσει το 2% του ΑΕΠ καθεμιάς σε ετήσια βάση μέχρι το 2024, μετά την απειλή του ρεπουμπλικάνου αμερικανού προέδρου να διακόψει την αμερικανική υποστήριξη προς τις χώρες οι οποίες κατά την άποψή του δαπανούν λίγα για την άμυνα.
Οι δεκαπέντε από τις 28 χώρες μέλη του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, εξαιρουμένων των ΗΠΑ, έχουν πλέον παρουσιάσει μια στρατηγική για την επίτευξη αυτού του ορίου, που είχε συμφωνηθεί αρχικά το 2014, όταν η Ρωσία προχώρησε στην προσάρτηση της Κριμαίας από την Ουκρανία, έπειτα από χρόνια μειώσεων των ευρωπαϊκών στρατιωτικών προϋπολογισμών.
Δεν είναι πάντως καθαρό εάν αυτό θα αρκέσει στον Τραμπ, κάτι που αναμένεται να φανεί όταν θα συμμετάσχει στη σύνοδο κορυφής του NATO τον Ιούλιο.
Ενώ η Γαλλία σχεδιάζει να αυξήσει τις στρατιωτικές της δαπάνες κατά το ένα τρίτο και πλέον μεταξύ του 2017 και του 2015, η Ισπανία έχει καταστήσει σαφές πως δεν θα επιτύχει τον στόχο μέχρι το 2024, ενώ το Βέλγιο κι η Ιταλία επίσης απέχουν πολύ.
Παρά την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών της Γερμανίας κατά πολλά δισεκατομμύρια ευρώ, το Βερολίνο επίσης δεν αναμένεται να προσεγγίσει τον στόχο του 2% μέχρι την καθορισμένη χρονιά.
Ο Μάτις θα τηρήσει σκληρή στάση στη σύνοδο των υπουργών Άμυνας του Συμφώνου σήμερα και αύριο, σύμφωνα με την Κέιτι Γουίλμπαρτζερ, ανώτερο στέλεχος του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας με αρμοδιότητα τα ζητήματα διεθνούς ασφάλειας. «Θα απευθυνθεί σε εκείνες (τις χώρες) που δεν έχουν καταρτίσει εθνικά σχέδια για να τηρήσουν (τον στόχο να φθάσουν οι στρατιωτικές τους δαπάνες) το 2% και θα υποδείξει ότι πραγματικά χρειάζεται να ετοιμάσουν τα σχέδια αυτά», ανέφερε η Γουίλμπαρτζερ σε δημοσιογράφους.
Το ζήτημα των αμυντικών δαπανών των συμμάχων της, τις οποίες θεωρεί υπερβολικά χαμηλές, προκαλεί εδώ και χρόνια εκνευρισμό στην Ουάσινγκτον. Όμως ο εκσυγχρονισμός των ενόπλων της δυνάμεων στον οποίο προχώρησε η Ρωσία, η δράση τζιχαντιστών και ενέργειες κυβερνοπολέμου έδειξαν τη βαθιά εξάρτηση πολλών ευρωπαϊκών χωρών από τις ΗΠΑ.
Κατά τα στοιχεία του NATO, η Βρετανία, η Ελλάδα, η Ρουμανία και οι χώρες της Βαλτικής –η Εσθονία, η Λετονία και η Λιθουανία– εκπληρώνουν ή βρίσκονται κοντά στον στόχο οι στρατιωτικές τους δαπάνες να φθάνουν ή να πλησιάζουν το 2% του ΑΕΠ. Η Γαλλία και η Τουρκία είναι ανάμεσα στα κράτη που θα τον φθάσουν πιο σύντομα.
Η ορολογία που είχε χρησιμοποιηθεί το 2014 είναι κάτι που προκαλεί εν μέρει την ένταση. Τότε, τα κράτη μέλη του συμφώνου είχαν δεσμευθεί να «κινηθούν προς» το 2%, ενώ ο Τραμπ λέει τώρα πως το 2% είναι το «ελάχιστο» επίπεδο των στρατιωτικών δαπανών που πρέπει να συνεισφέρουν τα κράτη μέλη.
Ο Ντόναλντ Τραμπ πρότεινε εξάλλου μια αύξηση των αμερικανικών στρατιωτικών δαπανών για την Ευρώπη στο 1,7 δισεκ. δολάρια, για την αποτροπή της Ρωσίας, σε μια προσπάθεια να δώσει τον τόνο.
Παράλληλα, αμερικανοί αξιωματούχοι δημιουργούν μάλλον σύγχυση στους ευρωπαίους συμμάχους τους ως προς το εάν υποστηρίζουν, ή όχι, τη νέα πολιτική της ΕΕ για την άμυνακαι το εάν θα επιτρέψει στα ευρωπαϊκά κράτη να αγοράζουν ή να διαθέτουν εξοπλισμούς από κοινού.
Η Γουίλμπαρτζερ προειδοποίησε ότι «δεν θέλουμε να δούμε τις προσπάθειες της ΕΕ να αφαιρούν δραστηριότητες και πόρους από το NATO».
Ενώ η μόνιμη αντιπρόσωπος των Ηνωμένων Πολιτειών στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο, η Κέι Μπέιλι Χάτσινσον, σημείωσε ότι η Ουάσινγκτον ανησυχεί ότι η στενότερη ευρωπαϊκή συνεργασία ίσως ζημιώσει αμερικανικές εταιρείες. «Δεν θέλουμε αυτό να γίνει όχημα προστατευτισμού από μέρους της ΕΕ», δήλωσε η αμερικανίδα πρεσβεύτρια, αναφερόμενη στην ευρωπαϊκή πρωτοβουλία.