Γράφει ο
Γιώργος Γκορέζης*
Αν υποθέσουμε ότι πολιτική είναι η λήψη αποφάσεων με κριτήρια που ανάγονται σε συγκεκριμένες ιδεολογικές προδιαγραφές και υποστηρίζουν συγκεκριμένα κοινωνικά στρώματα, τότε είναι βέβαιο ότι σήμερα η πολιτική διέρχεται μια βαθιά κρίση αξιοπιστίας. Η βασική αιτία της κρίσης αυτής είναι η δυσπιστία της κοινής γνώμης πάνω στα περιθώρια που υπάρχουν σήμερα για την άσκηση πολιτικής, λόγω του τρόπου που λειτουργούν βασικοί θεσμοί της κοινωνίας, όπως είναι το αντιπροσωπευτικό σύστημα, το κοινοβούλιο, τα κόμματα, τα πολιτικά στελέχη.
Για να ξεπεραστεί η κρίση χρειάζονται γενναία και αποφασιστικά βήματα στη κατεύθυνση της μεταρρύθμισης κρατικών θεσμών, κομμάτων και μηχανισμών. Κύρια όμως χρειάζεται η αναβάθμιση της ιδιότητας του πολίτη, ώστε να είναι κάτι περισσότερο από απλός φορολογούμενος. Το κλειδί που αναζητούμε στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η βελτίωση της συμμετοχής των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων. Στον τομέα αυτό, της ενίσχυσης δηλαδή της λειτουργίας της συμμετοχικής δημοκρατίας, πολλά έχει να μας διδάξει η άμεση δημοκρατία στην αρχαία Ελλάδα. Αλλά δυστυχώς, ποτέ δεν θελήσαμε να ακολουθήσουμε το δρόμο αυτό, για τον απλούστατο λόγο ότι πολλοί είναι αυτοί που βολευτήκανε, και θέλουν να έχουν την πολιτική σαν επάγγελμα.
Το παιχνίδι της δημοκρατίας είναι να προσεγγιστούν οι κοινωνικές δυνάμεις που γεννώνται κάθε φορά στη κοινωνία, και που τις κερδίζει το κόμμα που δεν περιχαρακώνεται, αλλά επικοινωνεί με την κοινωνία. Αλλά η αντιπροσωπευτική δημοκρατία σήμερα συνυπάρχει μ’ ένα σύμπλεγμα ανισοτήτων που πηγάζουν από την ελεύθερη αγορά και αφορούν τους οικονομικούς πόρους και τις ευκαιρίες που δημιουργούνται. Τα κόμματα πολλές φορές συγκατατίθενται σε διαδικασίες που γεννούν αυτές τις ανισότητες. Και είναι τότε που η πολιτική συρρικνώνεται στην παραπολιτική και τις ετικέτες. Παύουν να πρωταγωνιστούν οι ιδέες, τα προγράμματα, και επικρατεί η επετηρίδα των στελεχών και τα συνθήματα. Σε τελική ανάλυση το παιχνίδι της δημοκρατίας ακυρώνεται στην αφετηρία του.
Για να είναι αξιόπιστο ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα χρειάζεται, πέραν των άλλων, να επικοινωνεί με τις κρατούσες τάσεις στην κοινωνία και να πείθει με τις πράξεις και παρεμβάσεις του, όχι μόνο με τη θεωρία. Και οι πολιτικές απαντήσεις που πηγάζουν από ένα σύγχρονο κόμμα πρέπει να είναι πιο θαρραλέες και πιο πρωτότυπες απ’ ότι σε παλαιότερες εποχές, για τον λόγο ότι οι αλλαγές στην κοινωνία είναι ταχύτερες και πιο περίπλοκες.
Σήμερα, η αξιοπιστία του κόμματος επιβεβαιώνεται από ευαισθησίες σε πολιτικά πεδία, που ως τώρα ήταν πολιτικά προβλήματα δευτέρας γραμμής, σε σχέση με τα ζητήματα των δημοκρατικών θεσμών, της οικονομίας και της εξωτερικής πολιτικής. Ένα σύγχρονο και δη ευρωπαϊκό κόμμα δεν αρκεί, για παράδειγμα, να δηλώνει το σεβασμό του στη κοινοβουλευτική δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Πρέπει να δίνει απαντήσεις στη βαθειά κρίση αξιοπιστίας των αντιπροσωπευτικών θεσμών, και να επιμένει στο σεβασμό των δημοκρατικών εγγυήσεων, κάθε φορά που αυτές απειλούνται από τη σημερινή ανασφάλεια και αβεβαιότητα της κοινωνίας. Δεν αρκεί να κηρύσσει την ανάγκη κοινωνικής αλληλεγγύης και την υποστήριξη του στο κράτος πρόνοιας. Αλλά να δίνει απαντήσεις που να λαμβάνουν υπ’ όψη την πολυπλοκότητα και αντιφατικότητα της κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Δεν αρκεί να υποστηρίζει λεκτικά την πολιτική της πλήρους απασχόλησης. Αλλά και να διαμορφώνει αξιόπιστες πολιτικές που να υπερβαίνουν τους μέχρι τώρα μηχανισμούς αύξησης της απασχόλησης.
Ζούμε σε μια εποχή που κυριαρχείται από βαθειά κρίση στην αξιοπιστία του πολιτικού στελεχικού δυναμικού, κρίση αξιοπιστίας αλλά και πειστικότητας του πολιτικού λόγου.
Από όλη τη δημόσια ζωή μόνο η δραστηριότητα των κομμάτων είναι αυτή που υπόκειται κάθε φορά στη διαδικασία της εκλογής ή της απόρριψης, και προβάλλει η ανάγκη να πείσουμε ότι ο χώρος των κομμάτων είναι χώρος διαφανής και θεσμικός. Ότι τα κόμματα δεν είναι η γκρίζα ζώνη στη δημόσια ζωή, αλλά διάφανοι δημοκρατικοί θεσμοί του τόπου. Ότι η ενασχόληση με την πολιτική δεν είναι τρόπος κοινωνικής προβολής ή πλουτισμού, αλλά δημοκρατική υποχρέωση κάθε πολίτη. Ότι οι εσωκομματικές διαδικασίες δεν είναι διαδικασίες αριθμητικών συσχετισμών ομάδων και δικτύων, αλλά ευκαιρίες να επικοινωνήσουμε με την ευρύτερη κοινή γνώμη και να προσαρμόσουμε τις πολιτικές μας. Σε τελική ανάλυση δεν μπορούμε να ευτελίζουμε τα κόμματα και τις ενδοκομματικές διαδικασίες, και να τις μετατρέπουμε σε δίκτυα στελεχών του ευρύτερου δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, που θέλουν να έχουν μια πολιτική ταυτότητα και μια πολιτική στέγη.
Έπειτα χρειάζεται έλεγχος των κομματικών οργάνων από τη βάση. Για να πάψει το κόμμα να είναι προσωπικός στρατός κομματικών παραγόντων, μηχανισμός εξυπηρέτησης κομματαρχών και βαρόνων της πολιτικής. Αυτό γίνεται όταν το κόμμα ανοίγει στην κοινωνία, για να γίνει ανοιχτό, συμμετοχικό και πολυτασικό, για να απορρίπτει τις λογικές επικυριαρχίας και αποκλεισμών. Για να αντιπροσωπεύει κοινωνικές δυνάμεις, και να μην είναι εργαλείο μηχανισμού στα χέρια μιας αυτοαναγνωριζόμενης και αυτοεξυπηρετούμενης πολιτικής ελίτ. Η σημερινή κοινωνία έχει ισχυρή διάθεση για αλλαγή και ανανέωση σε όλα τα επίπεδα, και πολύ περισσότερο σε στελέχη. Έχει συνειδητοποιήσει ότι χρειάζεται στελέχη που να έχουν κοινωνική αναφορά, και να συνδέουν το κόμμα με τους θεσμούς που εκπροσωπούν. Χρειάζεται στελέχη πραγματικά, που να νοιάζονται για τα προβλήματα του τόπου, και όχι κρατικοδίαιτους και καρεκλοκένταυρους, αμοραλιστές και «τζουμπέδες» της πολιτικής.
Η σύγχρονη μεταβιομηχανική κοινωνία είναι κοινωνία των εσωτερικών αντιθέσεων και αντιφάσεων. Τα κόμματα για να έχουν λόγο ύπαρξης, είναι αναγκασμένα να διαμορφώνουν κοινωνικές συναινέσεις και να είναι πολυσυλλεκτικά. Με την έννοια αυτή, δεν μπορούν να εγκλωβιστούν ούτε στους παραδοσιακούς ιδεολογικούς συμβολισμούς της δεκαετίας του 60, ούτε σε μια γραφειοκρατική κομματική αντίληψη «ετικέτας», όπως πολλές φορές γίνεται στις μέρες μας. Πρέπει να δηλώνουν μετριοπάθεια και ευελιξία, αλλά όχι ιδεολογική και πολιτική παραίτηση. Πολυσυλλεκτικότητα και ευρυχωρία, αλλά όχι απώλεια ταυτότητας.
Η πολυπλοκότητα της μεταβιομηχανικής κοινωνίας ανοίγει σήμερα τους ορίζοντες της εκλογικής της βάσης σε πολύ περισσότερα στρώματα και τάσεις. Δεν είναι μόνο τα παραδοσιακά ασθενή λαϊκά στρώματα, αγρότες και εργάτες, που αφήνονται πολλές φορές στη τύχη τους και ζητούν εκπροσώπηση. Είναι πληθώρα τα αδικημένα από τη διάρθρωση της σημερινής κοινωνίας και οικονομίας στρώματα, που εμφανίζονται δυναμικά στο προσκήνιο και ζητούν πολιτική εκπροσώπηση. Η οικονομία σήμερα δεν μετριέται με τα μακροοικονομικά μόνο μεγέθη. Μετριέται και υπολογίζεται με την αγωνία, με την προσπάθεια, με τον αγώνα μιας ζωής. Οικονομία είναι το πρόβλημα της ανεργίας, το φάσμα της απόλυσης, η δυσκολία της αγοράς, το κόστος του χρήματος.
Στις εκλογές που έρχονται τα κόμματα θα πρέπει να κριθούν με βάση τη στάση τους και την απάντηση που δίνουν στα προβλήματα του πολίτη. Κάθε κόμμα και κάθε παράταξη δίνει τη δική της απάντηση, με βάση τη δική της ιδεολογία και το δικό της χρώμα. Και η απάντηση αυτή δεν πρέπει να είναι ανερμάτιστη, αλλά να έχει αξιοπιστία και συνέπεια. Να είναι σύμφωνη με την δύναμη των ιδεών της παράταξης, και την ορμή της εσωτερικής της ανασύνταξης και ανανέωσης, που προβάλλει σήμερα αναγκαία περισσότερο από κάθε άλλη φορά.-
*Ο Γιώργος Γκορέζης είναι Υποστράτηγος ε.α., μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών και Συγγραφέων Ηπείρου.-