Σε μια «σιωπηρή συμφωνία» μεταξύ των κυβερνήσεων των ΗΠΑ και της Τουρκίας για την αποστολή βοήθειας στο Κομπάνι αναφέρεται δημοσίευμα της εφημερίδας «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» (Wall Street Journal).
Όπως υποστηρίζεται σε ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη, «η Τουρκία απάντησε στις αμερικανικές πιέσεις και επέτρεψε στις κουρδικές δυνάμεις του Ιράκ να διασχίσουν τα εδάφη της προκειμένου να ενισχύσουν τους Κούρδους αντάρτες της Συρίας, στην πολιορκημένη πόλη Κομπάνι, μια εντυπωσιακή αλλαγή στάσης για μια χώρα που θεωρούσε μέχρι πρότινος τους εν λόγω μαχητές εχθρούς της».
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, «η αλλαγή πολιτικής σημειώθηκε μόλις λίγες ώρες αφότου αμερικανικό αεροσκάφος προέβη στη ρίψη οπλισμού, για πρώτη φορά, με στόχο τον εφοδιασμό των ανταρτών στο Κομπάνι και αφού Αμερικανοί αξιωματούχοι ενημέρωσαν την Τουρκία για τις προθέσεις τους, τονίζοντας ότι οι ΗΠΑ θα βοηθήσουν τις δυνάμεις αυτές χωρίς τη συναίνεση της Άγκυρας».
Όπως δήλωσε στην εφημερίδα ο Τούρκος αναλυτής Σινάν Ουλκέν, πρώην διπλωμάτης και νυν συνεργάτης του Carnegie Endowment στις Βρυξέλλες, «η μεταστροφή της Άγκυρας προκύπτει από την επιθυμία της να αποκαταστήσει τις τριβές στη σχέση της με την Ουάσιγκτον για την αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους. Στοχεύει επίσης στην ενίσχυση της αμφίβολης ειρηνευτικής διαδικασίας με το PKK στην Τουρκία, η οποία έχει τεθεί εν αμφιβόλω λόγω της κρίσης στο Κομπάνι».
Όπως τόνισε, «δύο είναι οι λόγοι για τους οποίους η Τουρκία αναγκάστηκε να συναινέσει: καταρχήν, μια εντονότερη συνειδητοποίηση της Άγκυρας ότι η πτώση του Κομπάνι μπορεί να ανατρέψει την ειρηνευτική διαδικασία της Τουρκίας και δεύτερον, η Άγκυρα θέλει να αυξήσει την επιρροή της στην Ουάσιγκτον για να επιτύχει τον απώτατο σκοπό της, να πείσει δηλαδή τις ΗΠΑ να προσφέρουν ισχυρότερη στήριξη στον τουρκικό στόχο για αλλαγή καθεστώτος στη Συρία».
Στη συνέχεια, στο δημοσίευμα διατυπώνεται η άποψη ότι «η κίνηση της Τουρκίας άφησε τους Αμερικανούς αξιωματούχους όχι πλήρως ικανοποιημένους από το επίπεδο συνεργασίας που επέδειξε ένας σημαντικός τους σύμμαχος σε μια περιφερειακή διαμάχη καθοριστικής σημασίας. Παράλληλα, ανώτατος Αμερικανός αξιωματούχος σημείωσε ότι η Τουρκία επιτρέπει μόνο στους Κούρδους από το Ιράκ και όχι σ’ αυτούς από τα εδάφη της ή τη Συρία να ενισχύσουν το Κομπάνι, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να ανταποκριθεί η χώρα καλύτερα στις νατοϊκές της υποχρεώσεις. Από την πλευρά τους, οι Τούρκοι αξιωματούχοι αισθάνονται απογοήτευση απ’ αυτή την οποία θεωρούν αποτυχία της κυβέρνησης Ομπάμα να αντιμετωπίσει τη ρίζα των προβλημάτων στη Συρία, το καθεστώς δηλαδή του προέδρου Μπασάρ αλ ‘Ασαντ».
Τέλος, σημειώνεται ότι «η Τουρκία επιθυμεί οι ΗΠΑ να συμφωνήσουν στη δημιουργία μιας ουδέτερης ζώνης για την προστασία των πολιτών και των μετριοπαθών μαχητών του συριακού καθεστώτος και των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους, ωστόσο ο Λευκός Οίκος και το Πεντάγωνο δεν ενθουσιάστηκαν με την ιδέα».
Για το ίδιο θέμα κάνει αναφορά και η «Νιου Γιορκ Τάιμς» (New York Times), η οποία σημειώνει, μεταξύ άλλων, τη συνομιλία του Αμερικανού προέδρου, Μπαράκ Ομπάμα, με τον Τούρκο ομόλογό του, στο πλαίσιο της οποίας ενημερώθηκε ο [Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ] Ταγίπ Ερντογάν «για την απόφαση των ΗΠΑ να διεξάγουν αεροπορικές ρίψεις οπλισμού και πυρομαχικών προς τους υπερασπιστές του Κομπάνι».
Όπως υπογραμμίζεται, «δεν είναι σαφές σε τι είδους συμφωνία κατέληξαν οι δύο πρόεδροι, αν και αναλυτές επισημαίνουν πως η Τουρκία πιθανότατα επιδιώκει να έχει διαβεβαιώσεις ότι τα εν λόγω εφόδια δεν θα χρησιμοποιηθούν από το PKK κατά της ίδιας».