O πόλεμος στο Ιράκ κλιμακώνεται και πάλι. Τις τελευταίες ημέρες οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους έχουν εντείνει τις αεροπορικές επιθέσεις κατά των τζιχαντιστών. Μόνο την επομένη των Χριστουγέννων 31 αεροπορικές επιθέσεις εκτοξεύτηκαν κατά των τζιχαντιστών σε Ιράκ και Συρία.
Την ίδια ώρα 3.000 Αμερικανοί στρατιωτικοί σύμβουλοι έχουν αναπτυχθεί στο Ιράκ και συνοδεύουν, πλέον, τα ιρακινά στρατεύματα στη μάχη, υπό την υποστήριξη επιθετικών ελικοπτέρων. Τόσο δε ο επικεφαλής του Κοινού Επιτελείου στρατηγός Μάρτιν Ντέμπσεϊ, όσο και ο υπουργός Εξωτερικών Τζον Κέρι, έχουν αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο αποστολής αμερικανικών χερσαίων δυνάμεων στο Ιράκ.
Στο βόρειο Ιράκ, όμως, πολλοί σουνίτες, αλλά και σιίτες οπλαρχηγοί, αντιμετωπίζουν με δυσπιστία την προοπτική νέας αμερικανικής εμπλοκής, λόγω του ιστορικού προηγούμενου που υπάρχει.
Ωστόσο οι Αμερικανοί σκέφτονται μια νέα επέμβαση έχοντας στο μυαλό τους την επίτευξη τριών βασικών στόχων, πρώτον της αποτροπής σφαγών, δεύτερον της προστασίας των Αμερικανών στο Ιράκ και τρίτον και σημαντικότερο, της ενίσχυσης των Κούρδων του Ιράκ.
Φαίνεται πάντως πως οι τζιχαντιστές, δεν είναι, πλέον, σε θέση, να νικήσουν τους Κούρδους. Επίσης πίσω από τα λεγόμενα των Αμερικανών υποκρύπτονται άλλα σχέδια, πολύ ευρύτερα της προστασίας των μειονοτήτων ή των Αμερικανών πολιτών και στρατιωτικών.
Οι Αμερικανοί, αν και νίκησαν τον Σαντάμ Χουσείν και γκρέμισαν το εγκληματικό καθεστώς του, δεν κατάφεραν να φέρουν την ειρήνη στο Ιράκ. Το 2011 τα αμερικανικά στρατεύματα αποσύρθηκαν από τη χώρα. Η ενέργεια αυτή είχε επικριθεί από αμερικανικούς συντηρητικούς κύκλους και από άτομα όμως ο γερουσιαστής Μακέιν ή ο πρώην επικεφαλής της CIA Λίον Πανέτα, οι οποίοι είχαν χαρακτηρίσει την αποχώρηση ως “’ήττα”.
Μετά την αποχώρηση του 2011 οι Αμερικανοί οφείλουν να εμπλακούν ξανά σε έναν νέο πόλεμο στο Ιράκ. Ωστόσο τα εμπόδια για τη νίκη κατά των τζιχαντιστών είναι πολλά.
Η αεροπορική εκστρατεία κατά των τζιχαντιστών δεν πρόκειται να τους υποχρεώσει σε παράδοση. Χρειάζεται οπωσδήποτε η εμπλοκή χερσαίων δυνάμεων για κάτι τέτοιο. Αυτή την στιγμή όμως δεν υπάρχουν πρόθυμοι σύμμαχοι να συμμετάσχουν σε μια τέτοια περιπέτεια. Ακόμα όμως και χερσαίες δυνάμεις εξευρίσκονταν και νικούσαν τους τζιχαντιστές, θα έπρεπε να αναπτυχθούν και δυνάμεις ελέγχου των απελευθερωμένων, από αυτούς, περιοχών, σε Ιράκ και Συρία.
Ο Ιρακινός στρατός έδειξε πως δεν είναι ικανός να αντιμετωπίσει τους τζιχαντιστές. Έτσι η ιρακινή κυβέρνηση επιστράτευσε σιίτες πολιτοφύλακες. Αυτοί είχαν μεγαλύτερη επιτυχία κατά των τζιχαντιστών, αλλά ήρθαν σε σύγκρουση με τους σουνίτες κατοίκους των περιοχών που απελευθέρωσαν, δημιουργώντας νέα προβλήματα.
Στην Συρία η προοπτική επιτυχίας των ΗΠΑ έναντι των τζιχαντιστών είναι ακόμα πιο μακρινή.
Οι Αμερικανοί υποστηρίζουν το Συριακό Εθνικό Μέτωπο κατά του Άσαντ, το οποίο όμως δεν έχει λαϊκή υποστήριξη. Το σχέδιο του προέδρου Ομπάμα να μεταφέρει τους “μετριοπαθείς” αντάρτες για εκπαίδευση στην Σαουδική Αραβία και, μετά από έναν χρόνο να τους επαναφέρει στην Συρία για να πολεμήσουν Άσαντ και τζιχαντιστές, δεν θεωρείται ρεαλιστικό. Ανάπτυξη δε αμερικανικών δυνάμεων στην Συρία δεν μπορεί να υπάρξει, χωρίς να σημειωθεί και ρωσική εμπλοκή.
Έτσι, χωρίς σοβαρούς συμμάχους, στο έδαφος, οι ΗΠΑ έχουν μικρές ελπίδες να νικήσουν τους τζιχαντιστές. Οι πιο “σκληροί” στις ΗΠΑ πιέζουν όλο και περισσότερο για αποστολή μεγαλύτερων αμερικανικών δυνάμεων στο Ιράκ. Άλλωστε η κυριαρχία των Ρεπουμπλικανών στα δύο αμερικανικά νομοθετικά σώματα προδιαθέτει για αυτό.
Ακόμα όμως και η αποστολή χιλιάδων επιπλέον στρατιωτών δεν είναι βέβαιο πως θα εξασφαλίσει τη νίκη, καθώς οι τζιχαντιστές μπορούν εύκολα να καλυφθούν, ανάμεσα στους σουνίτες κατοίκους των περιοχών που κατέχουν.
Το κονδύλι του 64 δισ. δολαρίων που αναμένεται να εγκριθεί εντός του μηνός για την αντιμετώπιση των τζιχαντιστών δεν αποτελεί εχέγγυο για την επιτυχία. Υπάρχει άλλωστε και η αμερικανική κοινή γνώμη που, για την ώρα, δεν επιθυμεί νέα αμερικανική εμπλοκή στη Μέση Ανατολή.
Πηγή: aljazeera
Απόδοση-επιμέλεια: On Alert