Ο αντίπαλος της χούντας του Τσαντ, Γιάγια Ντίλο Τζέρου, σκοτώθηκε σε επίθεση στην έδρα του κόμματός του, δύο μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές, στις οποίες εμφανιζόταν ως ο κυριότερος υποψήφιος, απέναντι στον μεταβατικό πρόεδρο, τον στρατηγό και εξάδελφό του, Μαχάματ Ίντρις Ντέμπι Ίτνο.
Η ηρεμία επέστρεψε σήμερα στην πρωτεύουσα Ντζαμένα, λίγες ώρες μετά τον θάνατό του, έπειτα από την ένταση που επικράτησε χθες Τετάρτη στην καρδιά της πόλης, όπου ισχυρές δυνάμεις του στρατού περιπολούσαν και περικύκλωσαν την έδρα του Σοσιαλιστικού Κόμματος Χωρίς Σύνορα (PSF) του Ντίλο. Το απόγευμα, αφού διακόπηκε το Ίντερνετ σε όλη την πόλη, μετά τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις προς τους υποστηρικτές του να κατέβουν στον δρόμο για να τον «υπερασπιστούν», ο στρατός επιτέθηκε στην έδρα του κόμματος με αυτόματα τυφέκια ή και με βαρέα όπλα, κρίνοντας από τα σημάδια στην πρόσοψη του κτιρίου.
Ο Γιάγια Ντίλο πέθανε «εκεί όπου είχε κρυφτεί, στην έδρα του κόμματός του. Δεν θέλησε να παραδοθεί και πυροβόλησε τις δυνάμεις της τάξης» υποστήριξε σήμερα ο υπουργός Επικοινωνιών Αμπντεραμάν Κουλαμαλάχ.
Άνδρες των δυνάμεων ασφαλείας είχαν πάει στο κόμμα για να συλλάβουν ένα μέλος του που κατηγορείται από την κυβέρνηση για «απόπειρα δολοφονίας» του προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δέκα ημέρες νωρίτερα. Η κυβέρνηση κατηγόρησε στη συνέχεια τον Γιάγια Ντίλο ότι εξαπέλυσε επίθεση εναντίον της έδρας της πανίσχυρης υπηρεσίας πληροφοριών ANSE, σε αντίποινα για τη σύλληψη του άνδρα αυτού, του Αχμεντ Τοράμπι. Η επίθεση του Ντίλο είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν «πολλοί άνθρωποι», υποστήριξε η κυβέρνηση, χωρίς να διευκρινίσει από ποια πλευρά.
Οι εκδοχές που δίνουν οι δύο πλευρές διαφέρουν μεταξύ τους: στην ανακοίνωση της κυβέρνησης αναφέρεται ότι η υπηρεσία πληροφοριών δέχτηκε επίθεση από μέλη του κόμματος. Όσον αφορά τον Τοράμπι, τον άνθρωπο που κατηγορείται για την απόπειρα δολοφονίας του προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Σαμίρ Άνταμ Ανούρ, συνελήφθη.
Ο γενικός γραμματέας του PSF είπε στο πρακτορείο Reuters ότι οι θάνατοι κοντά στην έδρα της ANSE σημειώθηκαν όταν στρατιώτες άνοιξαν πυρ εναντίον μιας ομάδας μελών του κόμματος. Υποστήριξε επίσης ότι ο Τοράμπι σκοτώθηκε την Τρίτη και η σορός του μεταφέρθηκε στην έδρα της υπηρεσίας αυτής. Το πρωί της Τετάρτης, μέλη του κόμματος και συγγενείς του Τοράμπι πήγαν να ζητήσουν τη σορό και οι στρατιώτες τους πυροβόλησαν.
«Σκηνοθετημένη» η απόπειρα δολοφονίας του δικαστή, σύμφωνα με τον Ντίλο
Λίγες ώρες πριν από τον θάνατό του ο Ντίλο διέψευδε κατηγορηματικά τις κατηγορίες και κατήγγειλε στο Γαλλικό Πρακτορείο τα «ψέματα» και μια «σκηνοθετημένη» υπόθεση με στόχο να αποκλειστεί από τις προεδρικές εκλογές της 6ης Μαΐου. Η ημερομηνία αυτή ανακοινώθηκε μόλις την Τρίτη. Ο 49χρονος Ντίλο μιλούσε συχνά για εκ των προτέρων νοθευμένες εκλογές, που ορίστηκαν με τόσο μικρό χρονικό περιθώριο για να επωφεληθεί ο Ντέμπι Ίτνο. Απαιτούσε να αλλάξει το χρονοδιάγραμμα, δηλώνοντας ότι σε κάθε περίπτωση θα είναι υποψήφιος.
Ο Μαχάματ Ντέμπι ανακηρύχθηκε αρχηγός του κράτους από τον στρατό στις 20 Απριλίου 2021, όταν έγινε γνωστό ότι σκοτώθηκε ο πατέρας του, Ίντρις Ντέμπι Ίτνο, σε συγκρούσεις με αντάρτες. Ο Ίντρις Ντέμπι Ίτνο κυβερνούσε με σιδηρά πυγμή το Τσαντ επί 30 χρόνια. Αφού ανακηρύχθηκε πρόεδρος, επικεφαλής μιας χούντας 15 στρατηγών, ο 37χρονος Μαχάματ Ντέμπι υποσχέθηκε ότι θα παρέδιδε την εξουσία στους πολιτικούς με εκλογές, έπειτα από μια μεταβατική περίοδο 18 μηνών. Αφού πέρασε όμως αυτό το διάστημα, παρέτεινε για δύο χρόνια τη μεταβατική περίοδο, χωρίς να κρύβει πλέον την πρόθεσή του να είναι υποψήφιος για την προεδρία. Η αντιπολίτευση κατήγγειλε τη «συνέχιση της δυναστείας» των Ντέμπι.
Σε ένα ηχητικό μήνυμα προς το Γαλλικό Πρακτορείο λίγες ώρες πριν από τον θάνατό του ο Ντίλο υποστήριζε ότι η χούντα και ο πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου «σκηνοθέτησαν τη λεηλασία» του γραφείου ενός δικαστή, ο οποίος δεν τραυματίστηκε, για να δικαιολογήσουν την ακύρωση της υποψηφιότητάς του στις εκλογές.
Η επίθεση στην έδρα του PSF έγινε ακριβώς τρία χρόνια έπειτα από μια παρόμοια επίθεση του στρατού στο γενικό επιτελείο του Ντίλο και του κόμματός του, όπου σκοτώθηκαν η μητέρα του και ένας από τους γιους του. Τότε, η κυβέρνηση του πατρός Ντέμπι έλεγε ότι ήθελε να συλλάβει τον Ντίλο επειδή «δυσφήμισε» την πρώτη κυρία της χώρας, κατηγορώντας την για κατάχρηση δημοσίων πόρων. Ο πρώην αντάρτης, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του 2000 είχε υπηρετήσει ως υπουργός στην κυβέρνηση του θείου του, του Ιντρις Ντέμπι, κατάφερε να φύγει από τη χώρα. Λίγες ημέρες αργότερα, το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε την υποψηφιότητά του στις εκλογές του Απριλίου του 2021.
Ο Ντίλο επέστρεψε στο Τσαντ επί προεδρίας του εξαδέλφου του, του Μαχάματ Ντέμπι, διαβεβαιώνοντας ότι έχει «συγχωρέσει» εκείνους που σκότωσαν την μητέρα και τον γιο του. Πολύ γρήγορα όμως έγινε ένας από τους δριμύτερους επικριτές της κυβέρνησης και ήταν ο άνθρωπος που, σύμφωνα με την αντιπολίτευση, τον φοβόταν περισσότερο η οικογένεια Ντέμπι: επειδή προερχόταν από την ίδια οικογένεια και την εθνότητα των Ζαγάουα που, μολονότι μειονότητα στο Τσαντ, μονοπωλεί εδώ και 33 χρόνια όλες τις υψηλές θέσεις στον στρατιωτικό μηχανισμό του κράτους.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφία αρχείου Reuters