Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ανακοίνωσε την Κυριακή ότι ενέκρινε τη χρήση των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου των ΗΠΑ, αν κριθεί αναγκαίο και σε ποσότητα που θα καθοριστεί, έπειτα από τις επιθέσεις εναντίον των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της εταιρείας Aramco στη Σαουδική Αραβία.
«Έπειτα από τις επιθέσεις στη Σαουδική Αραβία, που ενδεχομένως να έχουν επιπτώσεις στις τιμές του πετρελαίου, ενέκρινα τη χρήση στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου, αν κριθεί αναγκαίο, και σε ποσότητα που πρόκειται να καθοριστεί ώστε να παραμείνουν οι αγορές επαρκώς εφοδιασμένες», δήλωσε ο Τραμπ με ανάρτηση στο twitter.
«Επίσης ενημέρωσα όλες τις αρμόδιες υπηρεσίες να επισπεύσουν τις εγκρίσεις από πετρελαιαγωγούς, επί του παρόντος σε διαδικασία αδειοδοτήσεων στο Τέξας, και σε πολυάριθμες άλλες Πολιτείες».
Από τις επιθέσεις με τηλεκατευθυνόμενα μη επανδρωμένα αεροσκάφη εναντίον των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της εταιρείας Aramco, διακόπηκε προσωρινά η παραγωγή. Τα πλήγματα διέκοψαν την εξόρυξη 5,7 εκατομμυρίων βαρελιών αργού, ήτοι σχεδόν του 50% του συνόλου της παραγωγής ή πάνω από το 5% του παγκόσμιου εφοδιασμού.
Ποιος είναι «πίσω από τις επιθέσεις»
Οι Ηνωμένες Πολιτείες πιστεύουν ότι ξέρουν ποιός κρύβεται πίσω από τις επιθέσεις εναντίον των πετρελαϊκών υποδομών της Σαουδικής Αραβίας και είναι έτοιμες να προβούν σε αντίποινα, αλλά περιμένουν εξακρίβωση και την εκτίμηση των Σαουδαράβων για το ποιοι ευθύνονται για την επίθεση, πριν αποφασίσουν πως θα δράσουν, δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο κατηγόρησε το Ιράν για τις επιθέσεις στις σαουδαραβικές πετρελαϊκές εγκαταστάσεις.
«Ο πετρελαϊκός εφοδιασμός της Σαουδικής Αραβίας δέχθηκε επίθεση. Υπάρχει λόγος να πιστεύουμε ότι γνωρίζουμε τον ένοχο, είμαστε έτοιμοι και οπλισμένοι με βάση τις επαληθεύσεις, αλλά περιμένουμε από το Βασίλειο να μας πει ποιος πιστεύει ότι είναι ο ένοχος αυτής της επίθεσης και υπό ποιους όρους θα δράσουμε!», έγραψε ο Τραμπ στο twitter.
«ΑΦΘΟΝΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ!» πρόσθεσε σε επόμενο tweet του.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφία αρχείου Reuters