Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ – σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ραδιόφωνο του δικτύου Fox – μίλησε για την στάση που κράτησε απέναντι στους διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν τις προηγούμενες ημέρες και νύχτες έξω από τον Λευκό Οίκο και διέψευσε ότι μεταφέρθηκε σε ασφαλές καταφύγιο, λέγοντας ότι πήγε όντως εκεί αλλά απλώς «για να επιθεωρήσει» τον χώρο.
Σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times, το βράδυ της περασμένης Παρασκευής άνδρες της Μυστικής Υπηρεσίας συνόδευσαν τον Αμερικανός πρόεδρο σε αυτό το καταφύγιο, στο οποίο είχε οδηγηθεί ο τότε αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Ντικ Τσένεϊ μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
«Πρόκειται για ψευδή πληροφορία», είπε σήμερα Τραμπ, υποστηρίζοντας ότι ήταν μέρα όταν πήγε στο καταφύγιο.
Μάλιστα, πρόσθεσε ότι έχει πάει «δύο ή τρεις φορές» τις τελευταίες ημέρες, όμως πάντα για να κάνει «επιθεώρηση». «Μια ομάδα ανθρώπων ήρθε μαζί μου», συνέχισε.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ είπε ακόμα ότι δεν ζήτησε να απομακρυνθούν από την Πλατεία Λαφαγιέτ της Ουάσινγκτον οι διαδηλωτές, προκειμένου να κάνει ο ίδιος δημόσια εμφάνιση σε μια ιστορική εκκλησία που είχε υποστεί ζημιές την προηγούμενη ημέρα και διέψευσε ότι οι δυνάμεις ασφαλείας χρησιμοποίησαν δακρυγόνα εναντίον των διαδηλωτών, όπως αναφέρουν πολλοί από αυτούς αλλά και δημοσιογράφοι που ήταν παρόντες. «Όταν πήγα (σ.σ. στην εκκλησία) δεν είπα: Διώξτε τους. Δεν ήξερα ποιος ήταν εκεί», πρόσθεσε.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Washington Post, ο υπουργός Δικαιοσύνης Μπιλ Μπαρ ήταν εκείνος που ζήτησε να απωθηθούν οι διαδηλωτές από την Πλατεία Λαφαγιέτ, αφού διαπίστωσε προηγουμένως ότι δεν είχε εφαρμοστεί η απόφαση να διευρυνθεί η περίμετρος ασφαλείας γύρω από τον Λευκό Οίκο. Η απόφαση αυτή είχε ληφθεί αργά το βράδυ της Κυριακής ή νωρίς το πρωί της Δευτέρας, σύμφωνα με δύο αξιωματούχους των υπηρεσιών επιβολής του νόμου. Όταν έφτασε ο Μπαρ στο πάρκο απέναντι από τον Λευκό Οίκο, το απόγευμα της Δευτέρας, είδε ότι δεν την είχαν εφαρμόσει και ζήτησε από την αστυνομία να αναλάβει δράση, είπε ένας αξιωματούχος του υπουργείου Δικαιοσύνης στην εφημερίδα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ-Reuters