Ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ απέκλεισε τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών στη χώρα, με συνέντευξη που έδωσε στο πρακτορείο Bloomberg, ενώ δήλωσε ότι πλησιάζουν στο τέλος οι διώξεις εναντίον όσων θεωρείται ότι συμμετείχαν στην απόπειρα πραξικοπήματος. Παράλληλα, ο Γιλντιρίμ τόνισε ότι η κυβέρνηση σχεδιάζει τη δημιουργία επενδυτικού ταμείου, αξίας δεκάδων δισ. δολαρίων, για τη χρηματοδότηση υποδομών και τη διατήρηση της αναπτυξιακής τροχιάς της χώρας. «Αυτό που λέμε στους παγκόσμιους επενδυτές είναι: Η ζωή επέστρεψε στην ομαλότητα στην Τουρκία», πρόσθεσε ο Γιλντιρίμ στη συνέντευξη που έδωσε χθες στην ‘Αγκυρα.
Η οικονομική επίπτωση από την αναταραχή που προκάλεσε η απόπειρα του πραξικοπήματος περιορίσθηκε κυρίως στις αγορές και την υποβάθμιση του αξιόχρεου της Τουρκίας από τον οίκο S&P Glοbal Ratings. Ο οίκος Moody’s Investors Service έθεσε το αξιόχρεο της χώρας υπό αναθεώρηση, με πιθανή την υποβάθμισή του, αναφέρει το Bloomberg.
«Δεν ήταν ένα καταστροφικό αποτέλεσμα», τόνισε ο Τούρκος πρωθυπουργός, σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση είναι δεσμευμένη να διατηρήσει την ισχυρή αναπτυξιακή πορεία. Ο ίδιος έδωσε λίγες λεπτομέρειες για το νέο «ταμείο διαχείρισης πλούτου», πέραν του ότι αυτό θα έχει αξία «δεκάδων δισ. δολαρίων» και δεν θα θέτει σε κίνδυνο το χαμηλό δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας. «Είναι μία δομή που θα χρηματοδοτεί μεγάλης κλίμακας προγράμματα. Πρόκειται να χρηματοδοτούμε επενδύσεις μέσω του Ταμείου αυτού αντί μέσω του κρατικού προϋπολογισμού», δήλωσε. Η κυβέρνηση, πρόσθεσε, αναμένει ότι οι τουρκικές τράπεζες θα παίξουν έναν ρόλο στη διατήρηση της ισχυρής ανάπτυξης. «Οι τράπεζές μας θα στραφούν σε μία νοοτροπία χορήγησης δανείων για την οικονομική ανάπτυξη, πέρα από τα κριτήρια δανεισμού τους. Εάν χρειασθεί, θα εφαρμοσθούν προνομιακά επιτόκια για επενδύσεις σε τομείς προτεραιότητας, ενώ η διαφορά θα πληρώνεται από το κρατικό ταμείο εγγύησης δανείων», είπε.
Οι «αιφνιδιαστικές εκλογές», είπε ο Γιλντιρίμ, το μόνο που θα έκαναν θα ήταν να σκοτεινιάσουν τις προοπτικές (της οικονομίας), προσθέτοντας ότι οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν το 2019, όπως είναι προγραμματισμένο. «Δεν έχουμε χρόνο να χάσουμε με τη διεξαγωγή εκλογών. Για εμάς, οι εκλογές σημαίνουν επιβράδυνση της οικονομίας, μείωση της ορατότητας και αναβολής για το μέλλον κυβερνητικών σχεδίων». Το κόμμα του Ερντογάν δεν διαθέτει τις αναγκαίες ψήφους στη Βουλή για να αλλάξει το Σύνταγμα και να επιβάλει ένα προεδρικό σύστημα που θα έδινε στον Τούρκο πρόεδρο μεγαλύτερο έλεγχο, αναφέρει το Bloomberg, σημειώνοντας ότι πολλοί παρατηρητές ανέμεναν ότι ο Ερντογάν θα εκμεταλλευόταν την έξαρση της δημοτικότητάς του μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος για να ζητήσει πρόωρες εκλογές και μεγαλύτερη στήριξη στη Βουλή.
Ο Γιλντιρίμ σημείωσε ότι ο στρατός, που έχει ανατρέψει τρεις φορές τουρκικές κυβερνήσεις από το 1960, χρειάζεται περαιτέρω αναδιάρθρωση. «Υπάρχει σοβαρή ανάγκη αναδιάρθρωσης των Ένοπλων Δυνάμεων. Είδαμε κατά τη διάρκεια της απόπειρας του πραξικοπήματος ότι υπήρχε μία αδυναμία ασφάλειας, υπάρχουν κάποια προβλήματα στην ιεραρχία», σημείωσε. Η κυβέρνηση εξετάζει επίσης την αδυναμία των μυστικών υπηρεσιών πριν από την απόπειρα του πραξικοπήματος, για να προσδιορίσει αν υπήρξαν αμέλειες ή σκόπιμες παραλείψεις», πρόσθεσε, όταν ρωτήθηκε αν η κυβέρνηση εξετάζει την αντικατάσταση του επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών ή του κορυφαίου στρατιωτικού διοικητή.
Οι σαρωτικές μετακινήσεις και συλλήψεις, που ακολούθησαν το πραξικόπημα πλησιάζουν στο τέλος, δήλωσε ο Τούρκος πρωθυπουργός. «Οι περισσότεροι από αυτούς που συμμετείχαν στην απόπειρα του πραξικοπήματος έχουν παραδοθεί στη Δικαιοσύνη και δεν νομίζω ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός προσώπων» που είχαν εμπλακεί, τα οποία δεν έχουν συλληφθεί ακόμη. Η κυβέρνηση θα επιπέσει «σαν βαριοπούλα» σε όποιες μελλοντικές προσπάθειες για την αμφισβήτησή της, πρόσθεσε. Για τις κατασχέσεις των περιουσιών ιδρυμάτων που συνδέονται με τον Γκιουλέν, που θεωρείται ο εγκέφαλος της απόπειρας του πραξικοπήματος, ο Γιλντιρίμ δήλωσε: «Το κράτος κατάσχεσε τις περιουσίες τους, αλλά οι λειτουργίες τους δεν θα σταματήσουν, τα σχολεία και τα νοσοκομεία θα διοικούνται υπό τον έλεγχο του κράτους».