Στην Τουρκία του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η δημοσιογραφία φαίνεται πως έχει γίνει ένα επάγγελμα υψηλού κινδύνου. Από τον Ιούνιο, δεκάδες δημοσιογράφοι, αρθρογράφοι και επιφυλλιδογράφοι έχουν χάσει τη δουλειά τους: έγιναν παράπλευρα θύματα της καταστολής του κινήματος αμφισβήτησης της κυβέρνησης που ξέσπασε στη χώρα το καλοκαίρι.
Ανάμεσά τους είναι ο Αλί Εκμπέρ Ερτούρκ, ο οποίος απολύθηκε τον περασμένο μήνα από την εφημερίδα Aksam διότι, όπως λέει ο ίδιος, εξέφρασε την υποστήριξή του στους διαδηλωτές. «Είχα υποστηρίξει τις διαδηλώσεις του πάρκου Γκεζί στη σελίδα μου στον (ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης) Facebook και στον λογαριασμό μου στο Twitter, εκφράζοντας τις προσωπικές μου απόψεις, όχι αυτές της εφημερίδας», ανέφερε.
Ένα χρόνο νωρίτερα η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (CPJ), μια μη κυβερνητική οργάνωση η οποία εδρεύει στη Νέα Υόρκη, κατέγραφε 76 δημοσιογράφους που κρατούνται στην Τουρκία και χαρακτήριζε τη χώρα αυτή «τη μεγαλύτερη φυλακή του κόσμου» για τους εργαζόμενους στον Τύπο. Πάνω από την Κίνα και το Ιράν στην σχετική κατάταξη. Το κύμα διαδηλώσεων εναντίον του επικεφαλής της ισλαμοσυντηρητικής κυβέρνησης δεν βελτίωσε την κατάσταση.
«Η κατάσταση γίνεται όλο και χειρότερη. Πλέον βασιλεύει ο φόβος σε πολλά (τουρκικά) μέσα ενημέρωσης», επισήμανε ένα σημαίνον στέλεχος της ένωσης των Τούρκων δημοσιογράφων, ο Ερτζάν Ιπεκτσί.
Σύμφωνα με τον ίδιο, τουλάχιστον 85 δημοσιογράφοι οι οποίοι θεωρείτο ότι τάσσονταν εναντίον της κυβέρνησης είτε έχουν απολυθεί ή έχουν εξαναγκαστεί σε παραίτηση αφότου είχαν ξεσπάσει οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, μετά τα επεισόδια στο πάρκο Γκεζί της Κωνσταντινούπολης την 31η Μαΐου.
Δεν έχουν γλιτώσει ούτε οι γνωστότερες πένες. Στα 52 του, ο Τζαν Ντιντάρ απολύθηκε αυτό το καλοκαίρι από την εφημερίδα Milliyet, στην οποία εργαζόταν από το 2001. Για τον γνωστό αυτό σχολιογράφο, οι επιθέσεις εναντίον της ελευθερίας του Τύπου που σημειώνονται στη χώρα του την γυρνούν πίσω στις πιο σκοτεινές ημέρες της στρατιωτικής δικτατορίας.
«Ως ένας δημοσιογράφος που γνώρισε την 12η Σεπτεμβρίου (σ.σ. του 1980, όταν είχε γίνει στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία), μπορώ να πω ότι η λογοκρισία μου προκαλεί θλίψη. Όταν ένα άρθρο κοβόταν, ερχόταν ένας στρατιωτικός να σε ενημερώσει το πρωί ότι δεν δημοσιεύτηκε», ανέφερε.
«Σήμερα, ξέρω ότι ακόμη και η δημοσίευση φωτογραφιών που δεν είναι πολύ καλές για τον πρωθυπουργό αρκεί για να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα σε μια εφημερίδα», κατήγγειλε.
Η κυβέρνηση αρνείται ότι ασκεί την παραμικρή πίεση στα μέσα ενημέρωσης που επέδειξαν κάποια συμπάθεια προς το κίνημα αμφισβήτησης του Ιουνίου.
Αλλά παρ’ όλ’ αυτά τα παραδείγματα των εκφοβισμών δεν σταματούν. Ο Ισμαήλ Σαϊμάζ, ο οποίος εργάζεται για την εφημερίδα Radikal, έγινε στόχος απειλών από μέρους ενός τοπικού κυβερνήτη διότι ερεύνησε τις συνθήκες του θανάτου ενός 19χρονου διαδηλωτή και δημοσίευσε μια σειρά άρθρων στην οποία κατήγγειλε παραλείψεις από μέρους της αστυνομίας.
«Εάν συνεχίσετε να εργάζεστε στο θέμα αυτό και να κάνετε σχόλια, είστε ποταπός και ανέντιμος», του έγραψε ο κυβερνήτης του Εσκισεχίρ, Αζίμ Τουνά, σε ένα μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που του έστειλε.
«Δουλεύω υπό πίεση από το 2009 και έχουν κατατεθεί καμιά εικοσαριά αγωγές εναντίον μου», θυμήθηκε ο Σαϊμάζ, «αλλά είναι η πρώτη φορά που έλαβα ένα τέτοιο e-mail από έναν κυβερνήτη, σταλμένο μάλιστα από την προσωπική του διεύθυνση. Είναι απίθανο, είναι φαιδρό».
Οι δημοσιογράφοι δεν είναι μόνο στόχος απειλών από πλευράς πολιτικών αλλά και των ίδιων των ιδιοκτητών των ΜΜΕ, αφού στην πλειονότητά τους ανήκουν σε μεγάλους ομίλους που συνδέονται στενά με κρατικές συμβάσεις. Κατά την διάρκεια των διαδηλώσεων, πολλοί διαδηλωτές επέκριναν επίσης τα μέσα ενημέρωσης, που ήταν ένοχα κατ’ αυτούς για την υποβάθμιση της σημασίας των κινητοποιήσεων. Η περίπτωση του ιδιωτικού τηλεοπτικού δικτύου CNN Türk, το οποίο είχε προτιμήσει να μεταδώσει την 31η Μαρτίου ένα ντοκιμαντέρ για τους πιγκουίνους παρά απευθείας εικόνες των επεισοδίων στην πλατεία Ταξίμ, έγινε εμβληματικό παράδειγμα της στάσης πολλών τουρκικών ΜΜΕ.
Ο επίτιμος αντιπρόεδρος της Ένωσης ευρωπαίων δημοσιογράφων, ο Τούρκος Ντογάν Τιλίτς, δηλώνει ότι η τραγική κατάσταση στον τουρκικό Τύπο την οποία περιγράφουν οι ξένες ΜΚΟ είναι δυστυχώς «αλήθεια 100%». «Την δεκαετία του 1990 μιλάγαμε για τους δημοσιογράφους που δολοφονούνταν στην Τουρκία. Την δεκαετία του 2000, δεν είχαμε άλλες (δολοφονίες), αλλά διώξεις κι αυτολογοκρισία. Για ποιο πράγμα να δηλώσω ικανοποιημένος;»
Διαβάστε ακόμη:
Δύο χρόνια κάθειρξης για τα βελάκια στον Ερντογάν!
Αντιδράσεις για την απόλυση τουρκάλας λόγω ντεκολτέ