Από την έναρξη του λεγόμενου “συριακού εμφυλίου πολέμου”, η Τουρκία, χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, έχει διαδραματίσει έναν αποφασιστικό ρόλο στην υποδαύλιση και την τροφοδότηση του πολέμου, διαθέτοντας τεράστιο αριθμό όπλων και μαχητών, στους τζιχαντιστές, στην Συρία. Χωρίς την Τουρκία οι τζιχαντιστές δεν θα είχαν ποτέ ισχυροποιηθεί στον βαθμό που ισχυροποιήθηκαν.
Η πολιορκία του Κομπάνι έτρεψε την προσοχή της διεθνούς κοινότητας στις σχέσεις της Τουρκίας με του τζιχαντιστές, υποχρεώνοντας ακόμα και παραδοσιακά φιλοτουρκικές φωνές να αναγνωρίσουν την τουρκική υποστήριξη προς το Ισλαμικό Κράτος, η οποία παρεχόταν με κάθε δυνατό τρόπο.
Παρόλα αυτά η Τουρκία δεν έγινε ο παράδεισος των τρομοκρατών τώρα. Η Τουρκία έχει εδώ και χρόνια χρησιμοποιηθεί ως βάση για διάφορες επιχειρήσεις των ΗΠΑ. Από τη δεκαετία του 1990 η Τουρκία και το Αζερμπαϊτζάν είχαν κρίσιμη συμμετοχή στην επιχείρηση “Gladio B”, κατά την οποία, για πρώτη φορά, χρησιμοποιήθηκαν τζιχαντιστές μισθοφόροι στα Βαλκανια, την Κεντρική Ασία και τον Καύκασο.
Κατά συνέπεια δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι πολλοί Τσετσένοι τρομοκράτες βρίσκονται στην Τουρκία, όπως καταγγέλλουν οι Ρώσοι. Μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις του περασμένου Δεκεμβρίου στο Γκρόζνι της Τσετσενίας, η Τουρκία έγινε το καταφύγιο πολλών ακόμα Τσετσένων.
Ο πρόεδρος της Τσετσενίας Ραζμάν Καντίροφ κατηγόρησε για τις επιθέσεις αυτές την Τουρκία και τον Αχμάτ Ουμάροφ, ως οργανωτές των επιθέσεων. Ζήτησε δε από τον πρόεδρο Πούτιν να πιέσει την Τουρκία ώστε αυτή να εκδώσει τον Ουμάροφ, ο οποίος έχει καταφύγει σε αυτήν.
Οι τουρκικές αρχές γνωρίζουν πως να αξιοποιούν τους Τσετσένους, σε διάφορες επιχειρήσεις, τόσο στον βόρειο Καύκασο, όσο και στην Συρία. Η δολοφονία, στην Άγκυρα τον περασμένο Μάιο, του Μεντέτ Ονλού, του τουρκογενούς επικεφαλής των Τσετσένων στην Τουρκία, αποδόθηκε στη Ρωσία, αλλά στην πραγματικότητα μάλλον τον δολοφόνησαν οι ίδιοι οι Τούρκοι, γιατί αρνήθηκε να επιτρέψει την εμπλοκή Τσετσένων μαχητών στην Συρία.
Με τη δολοφονία αυτή οι Τούρκοι ευχαρίστησαν τους Ρώσους και προσπάθησαν να αποσείσουν από πάνω τους τις ευθύνες ότι συνεργάζονται με τρομοκράτες. Το ίδιο έπραξαν με τον γιο του Οσάμα μπιν Λάντεν, Σουλεϊμάν Αμπού Γκαίθ, ο οποίος ζούσε, ελεύθερα, σε ξενοδοχείο 5 αστέρων στην Άγκυρα και οι τουρκικές αρχές το γνώριζαν. Τελικά οι Τούρκοι, πιεζόμενοι από τις ΗΠΑ, συνέλαβαν το Γκαίθ, αλλά δεν τον εξέδωσαν στις ΗΠΑ. Αντίθετα τον έστειλαν πίσω στο Κουβέιτ. Βέβαια ο Γκαίθ δεν έφτασε ποτέ εκεί, καθώς τον περίμενε η CIA και τον άρπαξε αστραπιαία.
Η περίπτωση αυτή έχει το παράλληλό της στην σύλληψη του ηγέτη της αλ Κάιντα Αμπντ αλ Μπασέτ Αζούζ, επικεφαλής της οργάνωσης στη Λιβύη. Ο Αζούζ συνελήφθη στην Τουρκία, υποτίθεται, αλλά τελικά οι Αμερικανοί τον έπιασαν στην Ιορδανία.
Ο Αζούζ ζούσε επίσης, ασφαλής, στην Τουρκία, στέλνοντας Λίβυους τζιχαντιστές και όπλα στην Συρία. Ο Αζούζ ήταν επίσης ο εγκέφαλος της επίθεσης κατά του αμερικανικού προξενείου στη Βεγγάζη.
Ο Αζούζ ξεκίνησε την “σταδιοδρομία” του, στη δεκαετία του 1980, στο Αφγανιστάν. Για ένα διάστημα είχε σχέσεις με τους Αμερικανούς, μέχρι που στράφηκε εναντίον τους. Η σύλληψή του προσφέρει στην Τουρκία μια καλή δικαιολογία για να κρύψει κάτω από το χαλί την υποστήριξη που εξακολουθεί να παρέχει στους τζιχαντιστές.
Πηγή:boilingfrogspost
Απόδοση-επιμέλεια: On Alert