Σοβαρή υποχώρηση για το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) συνιστά το αποτέλεσμα των χθεσινών εκλογών στην Τουρκία, καθώς το ισλαμοσυντηρητικό κόμμα χάνει για πρώτη φορά την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Με 40% των ψήφων και 254 βουλευτές σε σύνολο 550, το κόμμα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν παραμένει το πρώτο κόμμα της χώρας, αλλά η ήττα του είναι εντυπωσιακή.
«Με τη θέληση του Θεού, η απόφαση του έθνους είναι η σωστή», δήλωσε ο πρωθυπουργός Αχμέτ Νταβούτογλου όταν ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματα, ενώ ο ίδιος ο Ερντογάν – λαλίστατος κατά την προεκλογική περίοδο – δεν προέβη σε καμιά δήλωση.
Ο πίνακας των αποτελεσμάτων κατά περιοχή απεικονίζει τη μεγάλη δυσαρέσκεια στη χώρα, τόσο στις κουρδικές περιοχές της Ανατολής όσο και στις παράκτιες περιοχές (Μαρμαράς, Μεσόγειος, Αιγαίο), όπου η δύναμη του ΑΚΡ υποχώρησε σε σχέση με τις βουλευτικές εκλογές του 2011.
Πάνω απ’όλα όμως, σχολιάζει η Marie Jego στη Μοντ, το εκλογικό αποτέλεσμα συνιστά υποχώρηση για τον Ερντογάν, ο οποίος συμπεριφερόταν ήδη ως υπερπρόεδρος. Τοποθετώντας το σχέδιό του να γίνει «σουλτάνος» στο επίκεντρο των εκλογών, τις μετέτρεψε σε προσωπικό δημοψήφισμα. Η απάντηση του τουρκικού λαού είναι συντριπτική. Ο Ερντογάν ονειρευόταν να έχει 400 βουλευτές και θα έχει 254. Ονειρευόταν να τροποποιήσει το Σύνταγμα για να ενισχύσει τις εξουσίες του, αλλά δεν θα το πετύχει. Όχι μόνο τα σχέδιά του ματαιώνονται, αλλά και το άστρο του είναι φανερό ότι έχει αρχίσει να δύει.
Η απόφασή του να ριχτεί προσωπικά στην προεκλογική μάχη – παρόλο που θα έπρεπε να τηρεί ουδετερότητα – και να πολώσει την κοινωνία στους λόγους του (λαϊκοί εναντίον θρήσκων, Σουνίτες εναντίον Αλεβιτών, Κούρδοι εναντίον Τούρκων) είχε ως αποτέλεσμα να χάσει την υποστήριξη μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος. Καμιά σχέση με τον Ταγίπ του 2002, που μαγνήτιζε τα πλήθη μιλώντας για πλουραλισμό, ελευθερία και μεταρρυθμίσεις. Το 2015, οι λέξεις που δείχνει να προτιμά είναι «συνωμοσία», «τρομοκρατία» και «παράλληλες δομές».
Ο αυταρχισμός του δεν έχει όρια, επισημαίνει η αρθρογράφος της Μοντ. Ο Τύπος, η δικαιοσύνη, η αστυνομία, τέθηκαν υπό τον πλήρη έλεγχό του. Εξαπολύοντας τον Δεκέμβριο του 2013 μια σφοδρή επίθεση εναντίον της αδελφότητας του πρώην μέντορά του, του ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν, φίμωσε, καθαίρεσε ή συνέλαβε πολλούς αστυνομικούς, δικαστές και εισαγγελείς.
Τολμούσε ένας δημοσιογράφος να ασκήσει κριτική; Ο πρόεδρος τον κατηγορούσε για «τρομοκρατία» ή «συνωμοσία κατά του κράτους» και φρόντιζε να απολυθεί. Κυκλοφορούσε στο YouTube ή στο Twitter ένα βίντεο που δεν του άρεσε; Το μπλοκάριζε. Οι αντίπαλοί του είναι «τρομοκράτες».
Και ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς, ο αρχηγός του φιλοκουρδικού Λαϊκού Δημοκρατικού Κόμματος (ΗDP), είναι «άθεος».
Ο τελευταίος, ένας 42χρονος χαρισματικός δικηγόρος, αποτελούσε το κλειδί αυτών των εκλογών. Πρώην αγωνιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, και γνωστός ως «κούρδος Ομπάμα», πήρε από την αρχή τις αποστάσεις του από το ΡΚΚ και ανταμείφθηκε με την είσοδο του κόμματός του στο κοινοβούλιο.
Ο Ντεμιρτάς, που διακρίνεται για το χιούμορ του και λέει ότι σιδερώνει ο ίδιος τα πουκάμισά του, έπεισε ότι αποτελεί τον εκπρόσωπο μιας άλλης Τουρκίας, της Τουρκίας των μειονοτήτων, των γυναικών, των ομοφυλόφιλων και των οικολόγων. Η νίκη του αποτελεί ισχυρό μήνυμα και προς το ΡΚΚ, αφού δείχνει ότι είναι καιρός να σκεφτεί το κόμμα αυτό τις εκλογές και να ξεχάσει τα όπλα.
«Μόνο με τις κάλπες μπορούμε να σταματήσουμε ή τουλάχιστον να φρενάρουμε τον Ερντογάν», έλεγε στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας ο Ντεμιρτάς, ο οποίος θα παίξει χωρίς αμφιβολία ενεργό ρόλο στην τουρκική πολιτική σκηνή τα επόμενα χρόνια. «Τόσο με την ηλικία του, όσο και με το στιλ του, έχει εκτοπίσει τους άλλους ηγέτες», σχολιάζει ο πανεπιστημιακός Αχμέτ Ινσέλ, σύμφωνα με τον οποίο ο Ντεμιρτάς «ενσαρκώνει σε μεγάλο βαθμό το πνεύμα του Γκεζί», της μεγάλης εξέγερσης δηλαδή που σημειώθηκε την άνοιξη του 2013 στην Κωνσταντινούπολη. «Είμαστε το κόμμα με τις περισσότερες γυναίκες υποψήφιες στις βουλευτικές εκλογές», έλεγε στις συνεντεύξεις του. «Ολες οι μειονότητες έχουν θέση σε μας, είναι ζήτημα αρχής».
Η στρατηγική αυτή είχε ήδη φέρει αποτελέσματα στις προεδρικές εκλογές του περασμένου Αυγούστου, όπου ο Ντεμιρτάς έλαβε 9,7%, ενώ το κουρδικό κίνημα δεν ξεπερνούσε μέχρι τότε το 6% ή το 7%. Τότε ήταν που ο κούρδος ηγέτης έπεισε το κόμμα του να ριχτεί στη μάχη των βουλευτικών εκλογών, προκειμένου να αναγνωριστεί ως μια από τις μεγάλες πολιτικές δυνάμεις της χώρας.
Γεννημένος το 1973 στο Ελαζίγκ της νοτιοανατολικής Τουρκίας από μια «φτωχή και ευσεβή» σουνιτική οικογένεια, ο Ντεμιρτάς πρέπει να λάβει υπόψη του τις απαιτήσεις τόσο των ανταρτών του ΡΚΚ που μάχονται στο βόρειο Ιράκ, όσο και του Αμπντουλάχ Οτσαλάν που είναι φυλακισμένος στο Ιμραλί. Οι αδελφές του φορούν μαντήλα. Ο αδελφός του ο Νουρετίν έχει καταδικαστεί σε κάθειρξη 22 ετών για συμμετοχή στο ΡΚΚ. «Πολεμά στο βόρειο Ιράκ τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους, οι οποίοι εξοπλίζονται εν μέρει από τη σημερινή τουρκική κυβέρνηση», λέει ο Ντεμιρτάς κάθε φορά που τον ρωτούν για τον αδελφό του.
Όπως και ο Ερντογάν, ο Ντεμιρτάς έχει το χάρισμα να μιλά τη γλώσσα του καθημερινού πολίτη. Αντίθετα με τον μεγαλομανή πρόεδρο, όμως, εκείνος είναι σεμνός και μοντέρνος. Παντρεμένος με μια δασκάλα, και πατέρας δύο κοριτσιών, αγαπά τη μουσική και συνθέτει ο ίδιος τραγούδια. Είναι ένας άνθρωπος που «εισέβαλε» στο πολιτικό τοπίο της Τουρκίας για να μείνει.
Πηγές: Le Monde, Liberation,ΑΠΕ-ΜΠΕ