Άρχισε σήμερα στην Τουρκία η πολυαναμενόμενη δίκη των δύο δημοσιογράφων που έχουν γίνει το σύμβολο των αυξανόμενων πιέσεων που ασκούνται στα ΜΜΕ από τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σε μια χώρα που έχει τεθεί στο στόχαστρο ενός χωρίς προηγούμενο κύματος επιθέσεων.
Ο Τζαν Ντουντάρ, διευθυντής της εφημερίδας Cumhuriyet, και ο Ερντέμ Γκιουλ, επικεφαλής του γραφείου της εφημερίδας στην Άγκυρα, που ασκούν κριτική επί πολλά χρόνια στο ισλαμο-συντηρητικό καθεστώς, δικάζονται από το κακουργιοδικείο της Κωνσταντινούπολης με σοβαρές κατηγορίες, οι οποίες τους έχουν ήδη κοστίσει τρεις μήνες προφυλάκισης.
Κατηγορούμενοι για κατασκοπεία, αποκάλυψη κρατικών μυστικών, απόπειρα πραξικοπήματος και συνδρομή τρομοκρατικής οργάνωσης, οι δύο άνδρες, που αφέθηκαν πρόσφατα ελεύθεροι με μια απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου που επικρίνεται από την κυβέρνηση, κινδυνεύουν να καταδικαστούν σε ισόβια κάθειρξη.
Περίπου 200 υποστηρικτές, συνάδελφοι, εκλεγμένοι της αντιπολίτευσης ή απλοί πολίτες τους χειροκρότησαν κατά την άφιξή τους στο δικαστήριο, φωνάζοντας «δεν θα φιμώσετε την ελευθερία του Τύπου».
«Βρισκόμαστε εδώ για να υπερασπιστούμε τη δημοσιογραφία», δήλωσε ο Ντουντάρ πριν από την έναρξη της διαδικασίας.
«Ήρθα εδώ για να επιβεβαιώσω ότι η δημοσιογραφία δεν είναι έγκλημα», συμπλήρωσε ο συνάδελφός του Γκιουλ.
Οι δύο δημοσιογράφοι δημοσίευσαν τον Ιανουάριο του 2014 ένα μεγάλο άρθρο, συνοδευόμενο από φωτογραφίες και ένα βίντεο, για την κατάσχεση φορτηγών των τουρκικών υπηρεσιών πληροφοριών (MIT), γεμάτων όπλα που προορίζονταν για τους Σύρους ισλαμιστές αντάρτες.
Το άρθρο αυτό προκάλεσε την οργή του Ερντογάν, ο οποίος αρνείται ότι υποστηρίζει τα ριζοσπαστικά κινήματα που μάχονται εναντίον των αρχών της Δαμασκού.
«Εκείνος που δημοσίευσε αυτή την πληροφορία θα πληρώσει βαρύ τίμημα, δεν θα τον αφήσω έτσι», δεσμεύτηκε.
Η φυλάκιση των δύο δημοσιογράφων τον Νοέμβριο προκάλεσε κατακραυγή, κυρίως στο εξωτερικό όπου ερμηνεύθηκε ως μία ακόμη ένδειξη της αυταρχικής παρέκκλισης ενός καθεστώτος που κατηγορείται ότι θέλει να φιμώσει οποιαδήποτε επικριτική φωνή.
Η πολεμική που ακολούθησε την απελευθέρωση, τον Φεβρουάριο, των Ντουντάρ και Γκιουλ κατάφερε μόνο να επιβεβαιώσει τη μεγάλη ευαισθησία που υπάρχει για την υπόθεση αυτή.
Μόλις εξέδωσε την απόφασή του το Συνταγματικό Δικαστήριο, ένα από τα ελάχιστα όργανα του κράτους ο έλεγχος του οποίου διαφεύγει ακόμη του κόμματος του προέδρου σχεδόν 14 χρόνια μετά την άνοδό του στην εξουσία, ο Ερντογάν δήλωσε ότι «δεν θα πειθαρχήσει» και μάλιστα απείλησε καθαρά ότι θα το διαλύσει σε περίπτωση «υποτροπής». »Οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε τις πολιτικές, δικαστικές και οικονομικές πιέσεις», σημείωσε επίσης ο Ντουντάρ. »Ο πρόεδρος δήλωσε ότι δεν θα αναγνωρίσει και δεν θα σεβαστεί την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου», πρόσθεσε, «σε λίγο θα διεξάγουμε τον δικαστικό αγώνα, θα δούμε ποιος, η δικαιοσύνη ή το (προεδρικό) μέγαρο, θα βγει νικητής», κατέληξε.
«Αυτό που αναμένουμε από αυτήν τη δίκη είναι προφανώς η καθαρή και ξάστερη αθώωση των δύο δημοσιογράφων που κατηγορούνται», δήλωσε σήμερα πριν από την έναρξη της δίκης τους ο γενικός γραμματέας των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα (RSF) Κριστόφ Ντελουάρ.
«Πρόκειται για δύο δημοσιογράφους κι όχι για επικίνδυνους τρομοκράτες. Υπάρχουν αρκετές απειλές σε αυτήν τη χώρα, απειλές για την σταθερότητά της, για τη δημοκρατία, ώστε οι δικαστές να χάνουν τον χρόνο τους για να εφευρίσκουν ψευδείς απειλές», κατέληξε.