Μπορούν να τα «βρουν» Ρωσία-Τουρκία; Όλα είναι ανοιχτά

Του Σεργκέι Μαρκεντόνοφ*

Το συμβάν με την κατάρριψη του ρωσικού αεροσκάφους από την τουρκική Πολεμική Αεροπορία θα αποτελέσει ένα δύσκολο τεστ για τις διμερείς σχέσεις μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας.
Μέχρι πρόσφατα πολιτικοί και αναλυτές τις θεωρούσαν επιτυχημένο παράδειγμα ομαλοποίησης των σχέσεων ανάμεσα σε χώρες με ιστορική αντιπαλότητα. Ταυτόχρονα, θα ήταν σφάλμα να θεωρηθεί ότι τα σημερινά προβλήματα προέκυψαν ξαφνικά και χωρίς εμφανείς αιτίες. Ο γνωστός τούρκος αναλυτής Μπουλέντ Αράζ χαρακτήρισε τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις σαν μια «ανταγωνιστική συνεργασία».
Κριμαία και Καύκασος
Και όντως, σε αρκετά πολιτικά θέματα οι απόψεις Μόσχας και Άγκυρας δεν συνέπιπταν. Αφορούσε αυτό και τη σύγκρουση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ και τη Γεωργία, την εδαφική ακεραιότητα της οποίας οι τούρκοι πολιτικοί δεν έθεταν υπό αμφισβήτηση. Και παρά το γεγονός ότι η Άγκυρα δεν επεδίωκε να θέσει ανοιχτά το θέμα της Κριμαίας ως πρόβλημα, η στάση της απέναντι στην αλλαγή που συντελέστηκε στη χερσόνησο μπορεί να χαρακτηριστεί ως προσεκτική και επιφυλακτική.   
Ωστόσο, οι διαφορές αυτές στάθηκε δυνατό για αρκετό καιρό να κουκουλώνονται μέσω της ανάπτυξης αμοιβαία επωφελών οικονομικών σχέσεων. Φαινόταν πως ο πραγματισμός θα συνεχίσει να παραμερίζει σε δεύτερο πλάνο τις αντιφάσεις και διαφορές στα πολιτικά ζητήματα. Πόσο μάλλον που οι σχέσεις του πρωταγωνιστή την τελευταία δεκαετία στην τουρκική πολιτική σκηνή, Ρετζέπ Ερντογάν, με την ΕΕ και τις ΗΠΑ ήταν αρκετά προβληματικές.
Ευρωπαϊκή πορεία, Κούρδοι, Κυπριακό
Η Άγκυρα ήταν δυσαρεστημένη λόγω των σχέσεων της Ουάσιγκτον με τα κουρδικά κινήματα της Μέσης Ανατολής, ενώ και η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας δεν γινόταν δεκτή με ιδιαίτερο ενθουσιασμό από τις Βρυξέλλες. Δεν υπήρξε πρόοδος ούτε και στο Κυπριακό. Αλλά και το κουρδικό ζήτημα στο εσωτερικό της Τουρκίας προκάλεσε και αυτό συζητήσεις για τη σκοπιμότητα ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ.
Πούτιν: «Πισώπλατη μαχαιριά η κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού»
Πόσο μάλλον που η Τουρκία ήταν η μοναδική χώρα μέλος του ΝΑΤΟ, η οποία έλαβε το καθεστώς του εταίρου στο διάλογο με τον Οργανισμό Συνεργασίας της Σαγκάης (SCO). Με δυο λόγια, Ρωσία και Τουρκία συμφωνούσαν… στη διαφωνία σε μια σειρά θεμάτων, αλλά δεν ξεπερνούσαν τις «κόκκινες γραμμές» και δεν αμφισβητούσαν την ανάγκη ενίσχυσης της οικονομικής συνεργασίας. Απόδειξη αυτού αποτέλεσε η προετοιμασία για την υλοποίηση του ενεργειακού προγράμματος Turkish Stream, το οποίο είχε σκοπό να μειωθεί η εξάρτηση της Ρωσίας από τους ευρωπαίους καταναλωτές του φυσικού αερίου.
Διαφορετικές πολιτικές
Ωστόσο η λογική της «συμφωνίας στη διαφωνία» είχε αρχίσει να διαρρηγνύεται σίγουρα πριν από το 2015. Οι απαρχές θα πρέπει ν’ αναζητηθούν στα γεγονότα του 2011, όταν έφτασε στη Μέση Ανατολή η Αραβική άνοιξη. Η Μόσχα εξέλαβε το συγκεκριμένο γεγονός ως μια επικίνδυνη πρόκληση που απειλεί με κατάρρευση την κοσμική κρατική δομή στην περιοχή, που ενισχύει τον ισλαμικό φονταμενταλισμό και την εξαγωγή του στις πρώην σοβιετικές χώρες και στην ίδια τη Ρωσία. Η Τουρκία, αντίθετα, το θεώρησε ως μια ευκαιρία για να επιστρέψει σε μια περιοχή, η οποία για πολλά χρόνια δεν αποτελούσε προτεραιότητα για την Άγκυρα.
Από εδώ προκύπτει και τουρκική υποστήριξη προς τον ηγέτη των αιγύπτιων Αδελφών Μουσουλμάνων, τον Μοχάμεντ Μόρσι, η απότομη στροφή με την εκτόξευση κατηγοριών κατά του Ισραήλ, η πολιτική φιλίας απέναντι στους Παλαιστίνιους, καθώς και η μάχη κατά του καθεστώτος του Μπασάρ Άσαντ. Η Άγκυρα ουσιαστικά άρχισε εμπλέκεται στη Μέση Ανατολή, σαν σε ένα «εγγύς εξωτερικό».

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι δυο γίγαντες της Ευρασίας να διαμορφώσουν μια διαφορετική πολιτική οπτική. Στη Συρία, η Μόσχα θεωρεί ως κύρια απειλή το Ισλαμικό Κράτος και την κατάρρευση του κοσμικού κράτους, ενώ η Άγκυρα φοβάται την ενίσχυση των Κούρδων και των Αλεβιτών, καθώς και την ήττα των «πελατών» της που ενδιαφέρονται για την ενίσχυση της τουρκικής επιρροής στην περιοχή.
Θα βρεθεί modus vivendi;
Δεν χωρά αμφιβολίες ότι η κατάρριψη του αεροσκάφους απειλεί τις σχέσεις των δυο μεγάλων δυνάμεων της Ευρασίας. Και για τις δυο διακυβεύεται το κύρος της χώρας και η δική τους αντίληψη των προοπτικών εξόδου από τη σημερινή κατάσταση. Η κατάσταση βέβαια θα αλλάζει. Τα συναισθήματα και στην Άγκυρα και στη Μόσχα έχουν φτάσει στο εντονότερο σημείο τους. Όμως:
1.Οι δυο πλευρές διαθέτουν ήδη συγκεκριμένη εμπειρία εξόδου από δύσκολες και αδιέξοδες καταστάσεις.
2.Ούτε η μια ούτε η άλλη πλευρά θα ήθελαν αποδυναμώνοντας η μια την άλλη να βοηθήσουν τρίτες δυνάμεις.
3.Η Τουρκία κατανοεί πολύ καλά ότι, παρά την αντιπάθεια προς τον Άσαντ, η αποσταθεροποίηση στη γειτονική χώρα μπορεί να γίνει μπούμερανγκ για την ίδια την τουρκική κοινωνία. Πόσο μάλλον, αφού υπάρχουν μέσα και σε αυτή ριζοσπαστικά στοιχεία που είναι έτοιμα να πολεμήσουν τον Ερντογάν, παρά τις σχέσεις που διαμορφώνονται με τη Ρωσία. Ακόμη κι αν αυτές χειροτερέψουν, για τα άτομα αυτά ο τούρκος πρόεδρος δεν θα εξασφαλίσει τη συμπάθεια και υποστήριξή τους.
Όλα αυτά δίνουν μια δειλή ελπίδα ότι οι δυο χώρες θα φτάσουν σε ένα modus vivendi στις νέες δύσκολες συνθήκες. 

*Ο Σεργκέι Μαρκεντόνοφ είναι καθηγητής στην έδρα μελετών περιοχών του εξωτερικού και εξωτερικής πολιτικής του Ρωσικού Κρατικού Πανεπιστημίου Ανθρωπιστικών Επιστημών.


ΠΗΓΗ: ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΡΩΣΙΑ