Επαναλαμβάνεται η δίκη των δύο τούρκων δημοσιογράφων που κατηγορούνται για «κατασκοπεία και απόπειρα πραξικοπήματος», σε μία υπόθεση που θεωρείται «τεστ» για την «ελευθερία του Τύπου» στην Τουρκία.
Σφοδροί επικριτές του ισλαμο-συντηρητικού καθεστώτος του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο Τζαν Ντουντάρ, διευθυντής της Cumhuriyet, και ο Ερντέμ Γκιούλ, επικεφαλής του γραφείου της εφημερίδας στην Άγκυρα, απειλούνται με ισόβια κάθειρξη διότι αποκάλυψαν ότι η χώρα τους προμήθευε με όπλα τους ισλαμιστές αντάρτες της Συρία.
«Θα κερδίσουμε, πάντα έχουμε κερδίσει στην Ιστορία. Θεωρούμε ότι οι νόμοι θα μας δικαιώσουν και θα απαλλαγούμε», δήλωσε ο Ντουντάρ φθάνοντας στο δικαστήριο για τη δεύτερη ημέρα της δίκης που ξεκίνησε στις 25 Μαρτίου, όταν αποφασίσθηκε ότι η ακροαματική διαδικασία θα διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών «για λόγους εθνικής ασφαλείας».
«Σήμερα δικάζεται η δημοσιογραφία, αυτή η δίκη δεν έχει λόγο ύπαρξης διότι η δημοσιογραφία δεν αποτελεί έγκλημα», δήλωσε ο Γκιούλ μπροστά σε μία ομάδα υποστηρικτών περικυκλωμένων από ισχυρή αστυνομική δύναμη.
Η παρουσία κατά την πρώτη συνεδρίαση του δικαστηρίου δυτικών παρατηρητών, ανάμεσά τους και εκπροσώπων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, προκάλεσε την οργή του Ερντογάν, που φρόντισε να κάνει γνωστή τη δυσαρέσκειά του στις ενδιαφερόμενες χώρες.
Οι δύο δημοσιογράφοι έχουν περάσει ήδη τρεις μήνες στη φυλακή, πριν από την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου τον Φεβρουάριο που διέταξε την αποφυλάκισή τους.
Οι δημοσιογράφοι δημοσίευσαν τον Μάιο 2014 ρεπορτάζ που αποκάλυπτε την αποστολή όπλων με φορτηγά των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών MIT στους ισλαμιστές αντάρτες της Συρίας τον Ιανουάριο 2014.
Το δημοσίευμα προκάλεσε την οργή του Ερντογάν που επιμένει να αρνείται ότι η Άγκυρα υποστηρίζει τις εχθρικές προς το καθεστώς της Δαμασκού ένοπλες ισλαμιστικές οργανώσεις, που κατέθεσε προσωπικά μήνυση κατά των δύο δημοσιογράφων, οι οποίοι φυλακίστηκαν τον Νοέμβριο και ο εισαγγελέας έχει ζητήσει την επιβολή ποινής ισόβιας κάθειρξης.