Πηγές: ΑΠΕ, DW, CNN, Liberation, Al-Monitor
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κέρδισε χθες Κυριακή από τον πρώτο γύρο τις πρώτες άμεσες προεδρικές εκλογές οι οποίες διεξήχθησαν στη χώρα. Πρόκειται για την πρώτη άμεση εκλογή προέδρου της δημοκρατίας στη χώρα αυτή, όπου ως τώρα τον αρχηγό του κράτους ανεδείκνυε το κοινοβούλιο.
Ο Ερντογάν δήλωσε ότι θα επιδιώξει να υπάρξει μια περίοδος εθνικής συμφιλίωσης, στην πρώτη του ομιλία ως ο εκλεγμένος πρόεδρος της χώρας. «Το λέω αυτό από την καρδιά μου. Ας ανοίξουμε σήμερα μια νέα περίοδο κοινωνικής συμφιλίωσης και ας αφήσουμε τις διενέξεις του παρελθόντος στην Τουρκία του παρελθόντος», δήλωσε ο Ερντογάν ενώπιον χιλιάδων υποστηρικτών του στην Άγκυρα. «Κλείσαμε σήμερα (σ.σ. χθες) μια εποχή και εισερχόμαστε σε μια νέα εποχή», υποστήριξε ο επικεφαλής της τουρκικής κυβέρνησης, υποσχόμενος να είναι «πρόεδρος και των 77 εκατομμυρίων Τούρκων». Χαρακτήρισε την εκλογική του νίκη ως «πλήρη λαϊκή κυριαρχία», είπε ότι «σήμερα αγκαλιάζεται το κράτος με το έθνος». Έκανε έκκληση για «νέα κοινωνική συναίνεση» και είπε : «Υπάρχουν Μουσουλμάνοι, Χριστιανοί, Ιουδαίοι, Αλεβίδες, Σουνίτες, Κούρδοι, Λάζοι, Τσερκέζοι, Έλληνες, Αρμένιοι, αλλά πάνω από όλα υπάρχουν πολίτες της Τουρκίας».
Η τουρκική κυβέρνηση θα αρχίσει άμεσα να μεταφέρει τραυματισμένους Παλαιστίνιους από τη Λωρίδα της Γάζας, δήλωσε ο Ερντογάν στην επινίκια ομιλία του το βράδυ της Κυριακής. Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου είχε δηλώσει σε μια συνέντευξη την οποία είχε παραχωρήσει στο πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς την περασμένη Τετάρτη ότι η Άγκυρα επιδιώκει να εξασφαλίσει τη συμφωνία του Ισραήλ και της Αιγύπτου ώστε να δημιουργηθεί μια αερογέφυρα και να μεταφερθούν στο τουρκικό έδαφος για νοσηλεία πιθανόν χιλιάδες τραυματίες από τη Λωρίδα της Γάζας.
Tι σημαίνει η νίκη Ερντογάν
Τα διεθνή πρακτορεία αφιερώνουν μια σειρά άρθρων αναφορικά με το τι σημαίνει η εκλογή Ερντογάν στην Προεδρία για την Τουρκία αλλά και την ευρύτερη περιοχή.
Ισλαμοφοβία των Γερμανών
Σύμφωνα με το DW, η καθαρή νίκη του Ερντογάν είναι μόνο η μια όψη του νομίσματος. Η άλλη είναι ότι η Τουρκία πλέον θεωρείται βέβαιο ότι θα προχωρήσει περαιτέρω προς την μετατροπή του πολιτεύματος της σε Ισλαμική Δημοκρατία. Ο Ερντογάν θα είναι πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας για τα επόμενα πέντε χρόνια. Για την ώρα φαίνεται πολύ πιθανό το ενδεχόμενο να παραμείνει στη θέση του και για την επόμενη θητεία που θα ακολουθήσει. Αυτό σημαίνει ότι το 2023, όταν η Τουρκική Δημοκρατία θα φθάσει στο ορόσημο των 100 χρόνων από την ίδρυση της, ως ενεργός πρόεδρος θα μείνει στην ιστορία ως ο άνθρωπος που ακύρωσε ουσιαστικά σχεδόν όλες τις δυτικού τύπου μεταρρυθμίσεις που εφάρμοσε ο Κεμάλ Ατατούρκ. Σύμφωνα με τη γαλλική Liberation, ενώ ο Κεμάλ είχε ανατρέψει τον σουλτάνο, είχε καταργήσει το χαλιφάτο και είχε αλλάξει το αλφάβητο, επιβάλλοντας με τη βία τον δυτικό εκσυγχρονισμό, ο Ερντογάν σήμερα θέλει να επαναφέρει την Τουρκία στο ισλαμικό αυλάκι. «Θέλουμε να διαμορφώσουμε μια θρήσκα και μοντέρνα νεολαία, που θα διεκδικεί τη θρησκεία της, τη γλώσσα της, τη σοφία της και την αγνότητά της», είχε πει πριν από δύο χρόνια σε μια από τις πλέον διάσημες ομιλίες του. Για να γίνει αυτό το όραμα πραγματικότητα, ο νέος πρόεδρος χρειάζεται διευρυμένες εξουσίες οι οποίες μπορούν να του ανατεθούν μόνο εφόσον ψηφιστεί η μετάβαση σε ένα είδος προεδρικού συστήματος, η οποία όμως προϋποθέτει αναθεώρηση του Συντάγματος, που μπορεί να γίνει με μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία που σήμερα το APK δεν διαθέτει. Ίσως για αυτόν τον λόγο η επιχειρηματολογία του Ερντογάν εστιάζεται στη “Νέα Τουρκία”.
Ποιες μεταρυθμίσεις θεωρεί εκσυχρονιστικές ο Ερντογάν
Ποιες ήταν οι μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά την πρωθυπουργία του Ερντογάν και που τελικά τον οδήγησαν σε μια καθαρή εκλογική νίκη στις προεδρικές εκλογές της 10ης Αυγούστου; Σύμφωνα με τον Γιαβούζ Γιμπρίτ, μέλους της νεολαίας του AKP, σε άρθρο του στο CNN, η επιτυχία του Ερντογάν, στο εσωτερικό της Τουρκίας, είναι οικονομική αλλά όχι μόνο. Η Τουρκία αναγνωρίζει ο Τούρκος αρθρογράφος, “έχει πολύ δρόμο να διανύσει προς την πλήρη δημοκρατία”, αλλά ο Ερντογάν έχει αντιμετωπίσει τρία σημαντικά προβλήματα:
1. Έχει επιτρέψει στον στρατό να κάνει τη δουλειά του. Να λειτουργήσει ως στρατός και μόνο αυτό.
2. Πέτυχε εξελίξεις στο κουρδικό ζήτημα με απώτερο στόχο την οριστική λύση. Το κουρδικό στην Τουρκία έχει στοιχίσει περισσότερο από 30.000 ζωές και ένα πρόσθετο βάρος $450 εκατ. Δολαρίων στην τουρκική οικονομία.
3. “Εκσυγχρόνισε την τουρκική κοινωνία” με την άρση της απαγόρευσης της μαντίλας στα πανεπιστήμια και το Δημόσιο Τομέα, “απελευθερώνοντας”, όπως αντιλαμβάνονται οι θρησκευόμενοι Τούρκοι, τις γυναίκες που ακολουθούν αυτόν τον συντηρητικό για εμάς τους δυτικούς τρόπο ένδυσης.
Όπως επισημαίνει ο Γιμπρίτ, ο Ερντογάν ήταν ο πρώτος πολιτικός που εξέφρασε τα συλλυπητήρια του προς τον αρμενικό λαό για τη σφαγή το 1915, κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Περαιτέρω, ξεκίνησε μεταρρυθμίσεις για τις μη-μουσουλμανικές κοινότητες, όπως είναι η ελληνορθόδοξη, με τον νόμο του 2008, όπου επετράπη στα ιδρύματα να πάρουν πίσω ακίνητα αξίας $ 2.500.000.000, που “άδικα”, όπως αναγνωρίζει το AKP, είχε κατάσχει το τουρκικό κράτος και επιβαλλόταν να επιστραφούν στις μειονότητες της Τουρκίας.
Σύνθετο γεωστρατηγικό πλαίσιο και Τουρκία
Ο Ερντογάν κατά την DW, μπορεί να χαίρει σεβασμού εντός των τουρκικών συνόρων, αλλά πρέπει να ενισχύσει την εικόνα του στο εξωτερικό. Σε ένα κρίσιμο γεωστρατηγικό μοτίβο, με συρράξεις και πολέμους στο Ιράκ και στην Συρία, στη Γάζα και στο Ισραήλ και στην Ρωσία και στην Ουκρανία, όπως και για την λιγότερο γνωστή διαμάχη μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας για την κυριαρχία στην περιοχή Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ο Ερντογάν πρέπει να αποδείξει ότι είναι παράγοντας ειρήνευσης και όχι κλιμάκωσης σε αυτές τις εμπόλεμες αναφλέξεις.
πηγή: wikipedia
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικά η Γερμανία, πάντα κατά το DW, θα πρέπει να διαχειριστούν μια διαρκώς πιο δυσκοίλια σχέση με τον Ερντογάν. Η επιρροή της ΕΕ ως προς τις πολιτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας είναι πιθανό να μειωθεί, όσο η διαδικασία ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ εξελίσσεται σε μια μάλλον ατελέσφορη προσπάθεια. Εάν αυτό εξυπηρετεί τα ευρωπαϊκά συμφέροντα στην περιοχή αναμένουμε να το δούμε.
Η νίκη Ερντογάν απίθανο να φέρει σταθερότητα στην Τουρκία
Όπως επισημαίνει η ιστοσελίδα που ειδικεύεται σε θέματα Μέσης Ανατολής, Al-Monitor, και εδρεύει στην Ουάσιγκτον, η νίκη Ερντογάν είναι απίθανο να φέρει σταθερότητα στην Τουρκία. Πολλοί αναμένουν ότι ο Ερντογάν θα συνεχίσει να ρίχνει λάδι στη φωτιά των εθνικών διεκδικήσεων που ενδεχομένως που οδηγήσει σε μια ενδεχόμενη διαίρεση της Τουρκίας, παρά τον ισχυρισμό του Ερντογάν ότι μετά τη νίκη του θα είναι «πρόεδρος και των 77 εκατομμυρίων Τούρκων». Πάντα κατά το Αλ-Μόνιτορ, αφού χρησιμοποίησε τα ισλαμικά διαπιστευτήρια του για να προσελκύσει τους μουσουλμάνους ψηφοφόρους του, εφάρμοσε εκδικητικές πρακτικές εξόντωσης των κοινωνικών ομάδων που θεωρεί φυσικούς εχθρούς του, είναι αμφίβολο κατά πόσο αν πράγματι καταφέρει να γίνει ο αμερόληπτος ηγέτης μιας πραγματικής κοσμικής και δημοκρατικής Τουρκίας. Οι θητεία του στην προεδρία και οι φιλοδοξίες διεύρυνσης των ορίων της εξουσίας του προϋποθέτει ένα νέο πρωθυπουργό που θα είναι “συμβατός” με τις επιθυμίες Ερντογάν. Οι φιλοδοξίες αυτές θα πυροδοτήσουν νέες πολιτικές εξελίξεις και αυτό συνεπάγεται ότι η εκλογή Ερντογάν ως προέδρου, παρά την καθαρή νίκη του, είναι απίθανο να εγκαινιάσει μια περίοδο πολιτικής ηρεμίας και σταθερότητας που η πλειονότητα των Τούρκων επιθυμούν.
πηγή φωτογραφίας: Ρόιτερς
Ενδεικτικό του θερμού κλίματος στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας είναι η φωτογραφία που ήρθε στην δημοσιότητα μια εβδομάδα πριν τις εκλογές. Εδώ ο Muhyettin Aksak, ένας βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ, γρονθοκοπούσε το βουλευτή του Εθνικιστικού Κινήματος Κόμματος (MHP) Sinan Ogan. Τρία μέλη του κοινοβουλίου τραυματίστηκαν τότε, στις 4 Αυγούστου, κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης του τουρκικού κοινοβουλίου. Το περιστατικό σημειώθηκε με αφορμή το καυτό ζήτημα συμμετοχής Τούρκων πολιτών στις ομάδες τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους και είναι ενδεικτικό της ιδιαίτερα πολωμένης κατάστασης που επικρατεί στην πολιτική σκηνή της Τουρκίας σήμερα.
Πηγές: ΑΠΕ, DW, CNN, Liberation, Al-Monitor