Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Τζιμ Μάτις έφτασε σήμερα στο Πακιστάν, την ώρα που η ένταση μεταξύ Ουάσινγκτον και Ισλαμαμπάντ είναι οξυμένη μετά την απελευθέρωση ενός από τους δράστες της τρομοκρατικής επίθεσης στο Μουμπάι το 2008.
Η πρώτη επίσκεψη Μάτις στο Πακιστάν ως υπουργού Άμυνας πραγματοποιείται την ώρα που οι ΗΠΑ πιέζουν εδώ και μήνες το Ισλαμαμπάντ να αντιμετωπίσει τις εξτρεμιστικές οργανώσεις που δρουν από το έδαφός του και οι οποίες πολεμούν εναντίον των στρατευμάτων του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν.
«Το πρώτο πράγμα που θα κάνω είναι να ακούσω (…) Στόχος μου είναι να βρεθεί κοινός τόπος», τόνισε ο Μάτις στους δημοσιογράφους που τον συνόδευαν, προτού προσγειωθεί στην Ραουαλπίντι, κοντά στο Ισλαμαμπάντ, στις 12:30 (τοπική ώρα, 06:30 ώρα Ελλάδας).
Ο Αμερικανός υπουργός θα συναντηθεί με τον Πακιστανό πρωθυπουργό Σαχίντ Χάκαμ Αμπάσι και τον επικεφαλής των ενόπλων δυνάμεων στρατηγό Κάμαρ Τζαβέντ Μπάζουα.
Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι είναι αγανακτισμένοι από την απροθυμία, όπως τη χαρακτηρίζουν, του Πακιστάν, να αναλάβει δράση εναντίον των οργανώσεων, όπως οι Αφγανοί Ταλιμπάν και το δίκτυο Χακάνι, που εκμεταλλεύονται το ασφαλές καταφύγιο που έχουν βρει στο πακιστανικό έδαφος για να εξαπολύσουν επιθέσεις στο Αφγανιστάν.
«Έχουμε ακούσει από τους Πακιστανούς ηγέτες ότι δεν στηρίζουν την τρομοκρατία (…) αναμένουμε να ενεργήσουν βάσει των συμφερόντων τους και υπέρ της ειρήνης και της περιφερειακής σταθερότητας», πρόσθεσε ο Μάτις.
Τον Αύγουστο ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ παρουσίασε τη νέα του στρατηγική για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν, επικρίνοντας το Πακιστάν για τη φερόμενη στήριξη που παρέχει στους Αφγανούς αντάρτες. Όμως πέρα από αυτό η κυβέρνηση Τραμπ έχει κάνει λίγα για να ξεκαθαρίσει την στρατηγική της, επισημαίνουν οι ειδικοί.
Στα τέλη Νοεμβρίου οι διπλωματικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, συμμάχων από την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, επιδεινώθηκαν μετά την απελευθέρωση από την πακιστανική δικαιοσύνης του Χαφίζ Σαΐντ, έναν από τους δράστες της τρομοκρατικής επίθεσης στο Μουμπάι.
«Αν το Πακιστάν δεν λάβει νομικά μέτρα για τη σύλληψη του Σαΐντ και την καταδίκη του για τα εγκλήματά του, η αδράνειά του θα έχει επιπτώσεις στις διμερείς σχέσεις και τη φήμη του Πακιστάν παγκοσμίως», είχε προειδοποιήσει ο Λευκός Οίκος σε ανακοίνωσή του.
Ο Σαΐντ, επικεφαλής της οργάνωσης Τζαμάαρ ουντ Ντάουα, θεωρείται τρομοκράτης από τον ΟΗΕ και έχει χαρακτηριστεί «διεθνής τρομοκράτης» από τις ΗΠΑ. Μάλιστα η Ουάσινγκτον είχε προσφέρει το 2012 το ποσό των 10 εκατομμυρίων δολαρίων σε όποιον έδινε πληροφορίες που θα οδηγούσαν στη σύλληψή του.
Η απόφαση για την απελευθέρωση του Σαΐντ ελήφθη λίγο πριν την υπογραφή από τον στρατό μιας συμφωνίας με μια ισλαμιστική οργάνωση, η οποία είχε κλείσει επί τρεις μήνες την κύρια είσοδο της πόλης του Ισλαμαμπάντ.
Βάσει της συμφωνίας αυτής και έπειτα από αίτημα της ισλαμιστικής οργάνωσης, παραιτήθηκε ο υπουργός Δικαιοσύνης, ο οποίος προωθούσε μια τροποποίηση στη νομοθεσία για τη βλασφημία.