Η οργάνωση Ισλαμικό Κράτος ανέλαβε την ευθύνη για τις συντονισμένες βομβιστικές επιθέσεις στη Σρι Λάνκα που είχαν ως αποτέλεσμα τον θάνατο 321 ανθρώπων και τον τραυματισμό περίπου 500 άλλων, σύμφωνα με το πρακτορείο ειδήσεων της οργάνωσης, το AΜΑQ.
H οργάνωση δεν έδωσε στοιχεία που να τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό της.
«Αντίποινα» έβλεπε ο Υφυπουργός Άμυνας της χώρας
Τα πρώτα στοιχεία της έρευνας για τις επιθέσεις στη Σρι Λάνκα, που στοίχισαν τη ζωή σε περισσότερους από 300 ανθρώπους, κυρίως μέσα σε εκκλησίες, δείχνουν πως οι επιθέσεις αυτές διαπράχθηκαν σε αντίποινα για τους φόνους σε τζαμιά του Κράισττσερτς, στη Νέα Ζηλανδία, δήλωσε σήμερα ο υφυπουργός Άμυνας της Σρι Λάνκα.
«Οι προκαταρκτικές έρευνες αποκάλυψαν πως αυτό που συνέβη στη Σρι Λάνκα διαπράχθηκε σε αντίποινα για την επίθεση εναντίον των μουσουλμάνων του Κράισττσερτς», δήλωσε ενώπιον του κοινοβουλίου ο υφυπουργός Άμυνας Ρουβάν Βιζεβαρντένε, αναφερόμενος στην επίθεση της 15ης Μαρτίου που στοίχισε τη ζωή σε 50 ανθρώπους σε δύο τζαμιά της μεγάλης πόλης του νότου της Νέας Ζηλανδίας.
Σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία της έρευνας, η ντόπια οργάνωση Εθνική Ταουχίτ Τζαμα’άτ (NTJ) που κατηγορείται από τις αρχές ότι βρίσκεται πίσω από τις επιθέσεις, είχε συνδεθεί με μια ριζοσπαστική ισλαμιστική οργάνωση που είναι λίγο γνωστή στην Ινδία, δήλωσε ο Βιζεβαρντένε.
«Αποκαλύφθηκε πλέον πως αυτή η οργάνωση Εθνική Ταουχίτ Τζαμα’άτ, που διέπραξε τις επιθέσεις, είχε στενούς δεσμούς με την JMI», δήλωσε αναφερόμενος προφανώς σε μια οργάνωση γνωστή ως Τζαμαάτ-ουλ-Μουτζαχεντίν Ινδία.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, η JMI δημιουργήθηκε πέρυσι και συνδέεται με μια ομώνυμη οργάνωση στο Μπανγκλαντές.
Ο υφυπουργός προσέθεσε πως η Σρι Λάνκα δέχεται διεθνή αρωγή για την έρευνα, χωρίς όμως να δώσει άλλες διευκρινίσεις.
Σύμφωνα με ανώνυμο αξιωματούχο των δυνάμεων επιβολής του νόμου, τον οποίο επικαλείται η αμερικανική εφημερίδα Washington Post, πράκτορες του αμερικανικού Ομοσπονδιακού Γραφείου Ερευνών (FBI) στέλνονται στη Σρι Λάνκα για να βοηθήσουν στην έρευνα.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ / Φωτογραφία αρχείου Reuters