Ο Έντουαρντ Σνόουντεν, ο οποίος καταζητείται από τις αμερικανικές αρχές και βρίσκεται στη Ρωσία, όπου του έχει χορηγηθεί προσωρινό πολιτικό άσυλο, δήλωσε σε χθεσινή τηλεοπτική του συνέντευξη ότι υπέβαλε αίτηση ασύλου στη Βραζιλία.
«Θα μου άρεσε πολύ να ζω στη Βραζιλία», είπε ο πρώην αναλυτής της αμερικανικής Υπηρεσίας Εθνικής Ασφαλείας (NSA) στον βραζιλιάνικο τηλεοπτικό σταθμό Globo TV.
Το προσωρινό άσυλο που του έχει χορηγηθεί από τη Ρωσία λήγει τον Αύγουστο. Η Ουάσινγκτον του έχει κατασχέσει το αμερικανικό του διαβατήριο κι ως εκ τούτου οι πιθανές κινήσεις του σε άλλες χώρες είναι περιορισμένες.
Ο Σνόουντεν παραχώρησε τη συνέντευξη έχοντας στο πλευρό του τον δημοσιογράφο Γκλεν Γκρίνγουολντ, ο οποίος είναι Αμερικανός αλλά ζει στη Βραζιλία, εργάζεται στην εφημερίδα Guardian κι έχει δημοσιεύσει πολλές από τις απόρρητες πληροφορίες που του παρέδωσε ο Σνόουντεν.
Ο νεαρός πληροφοριοδότης είπε ότι έχει επισήμως ζητήσει άσυλο από αρκετές χώρες περιλαμβανομένης της Βραζιλίας.
Ωστόσο, το υπουργείο Εξωτερικών της Βραζιλίας ανακοίνωσε ότι δεν έχει λάβει επίσημη αίτηση ασύλου από τον Σνόουντεν.
Στην ίδια συνέντευξη, ο Σνόουντεν είπε ότι δεν θα προσφέρει απόρρητα έγγραφα σε καμία χώρα με αντάλλαγμα την παροχή ασφαλούς καταφυγίου γιατί το πολιτικό άσυλο πρέπει να χορηγείται για ανθρωπιστικούς λόγους.
Ωστόσο, είπε ότι έχει στην κατοχή του περισσότερα έγγραφα να δώσει στη δημοσιότητα σχετικά με τις παρακολουθήσεις από τις ΗΠΑ σε χώρες περιλαμβανομένων της Βρετανίας και της Βραζιλίας.
Όταν από τα έγγραφα που δημοσιοποίησε τον περασμένο χρόνο προέκυψε ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες κατασκόπευαν τη Βραζιλία, η πρόεδρος Ντίλμα Ρούσεφ ματαίωσε επίσημη επίσκεψή της στην Ουάσινγκτον.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του στο NBC, ο Σνόουντεν δήλωσε θετικός στο ενδεχόμενο να του δοθεί αμνηστία ή χάρη και είπε ότι θα ήθελε να επιστρέψει στην πατρίδα του κάποια στιγμή.
Η κυβέρνηση Ομπάμα δηλώνει ότι ο Σνόουντεν είναι ευπρόσδεκτος, αλλά μόνο υπό την προϋπόθεση ότι θα δικαστεί για την αποκάλυψη ευαίσθητων πληροφοριών οι οποίες –όπως υποστηρίζει–βοήθησαν τους εχθρούς των ΗΠΑ.