Όπως δήλωσε ο Πεσκόφ, παρόμοια δημοσιεύματα «μας υποχρεώνουν να προβληματιστούμε για πολλά πράγματα, αλλά ταυτόχρονα αυτά συνιστούν ένα προφανές γεγονός της πρακτικής που υιοθετούν οι ΗΠΑ το τελευταίο διάστημα».
«Λαμβάνοντας υπ’ όψιν το ότι τέτοιοι επιχειρηματίες όπως ο Όλεγκ Ντεριπάσκα, είναι μεγαλομέτοχοι και διευθύνουν τεράστιους επιχειρηματικούς ομίλους, και παραγωγικές μονάδες στις οποίες απασχολούνται δεκάδες και ίσως σε κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, μεταξύ των οποίων και εργαζόμενους σε ευαίσθητους τομείς της ρωσικής οικονομίας, μπορεί να ειπωθεί ότι παρόμοια περιστατικά δείχνουν εύγλωττα τις προσπάθειες επέμβασης στις εσωτερικές υποθέσεις της Ρωσίας» δήλωσε ο Πεσκόφ.
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου απέφυγε να απαντήσει στο ερώτημα, αν οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες επιχείρησαν να προσεγγίσουν με τον ίδιο σκοπό άλλους Ρώσους μεγαλοεπιχειρηματίες, αλλά αρκέστηκε να πει ότι για αυτό πρέπει να ρωτήσουν τους Ρώσους μεγαλοεπιχειρηματίες».
Πρόσφατα η εφημερίδα The New York Times, επικαλούμενη δικές της πηγές, είχε γράψει ότι το FBI και το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης αποπειράθηκαν να κάνουν τον Όλεγκ Ντεριπάσκα πληροφοριοδότη τους από το 2014 έως το 2016, υποσχόμενοι ότι θα του δώσουν αμερικανική βίζα. Όλες οι προσπάθειες ωστόσο απέβησαν άκαρπες.
Όπως επισημαίνει η εφημερίδα The New York Times, εξαρχής οι ΗΠΑ ήθελαν να μάθουν από τον Ντεριπάσκα για τις σχέσεις του ρωσικού οργανωμένου εγκλήματος με την πολιτική ηγεσία της Ρωσίας. Ωστόσο ο Ρώσος επιχειρηματίας, σύμφωνα με τις πηγές της εφημερίδας, κατά την διάρκεια συνάντησης που είχε με εκπροσώπους της αμερικανικής κυβέρνησης, δήλωσε ότι παρόμοιοι ισχυρισμοί είναι λαθεμένοι, ενώ δήλωσε ότι δεν θα ήθελε να ξανασυναντηθεί μαζί τους. Σύμφωνα με τις πηγές της εφημερίδας, ο Όλεγκ Ντεριπάσκα ενημέρωσε τις ρωσικές αρχές για τις προσπάθειες που έγιναν να τον στρατολογήσουν.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ