– Την ευθύνη της ανάδειξης του Αμερικανού προέδρου την έχει (με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του) ένα ειδικό σώμα, το «εκλεκτορικό κολέγιο», προερχόμενο από τις επί μέρους πολιτείες, σε αριθμό ίσο προς τους κοινοβουλευτικούς τους εκπροσώπους συνολικά. Κάθε πολιτεία διαθέτει τόσους εκλέκτορες όσοι είναι οι βουλευτές τους οποίους, κατ’ αναλογία προς τον πληθυσμό της, στέλνει στη Βουλή των Αντιπροσώπων, προσαυξημένοι κατά δύο, που είναι ο κοινός για όλες τις πολιτείες αριθμός γερουσιαστών. Αυτό σημαίνει πως η κατανομή των εκλεκτόρων μεταξύ των πολιτειών δεν είναι απόλυτα ανάλογη του πληθυσμού τους, αφού υπεραντιπροσωπεύονται οι μικρότερες πολιτείες.
-Οι εκλέκτορες είναι 538 (δηλαδή τα 435 μέλη της βουλής των αντιπροσώπων + 100 γερουσιαστές + οι 3 εκπρόσωποι της πολιτείας Columbia, που είναι αποκλειστική δικαιοδοσία του Κογκρέσου με πρωτεύουσα την Ουάσινγκτον).
Άρα, για την εκλογή προέδρου χρειάζονται 270 μεγάλοι εκλέκτορες. Όταν ουδείς υποψήφιος συγκεντρώνει αυτόν τον αριθμό, ή την εκάστοτε απόλυτη πλειοψηφία του εκλεκτορικού σώματος, ο πρόεδρος επιλέγεται από την Βουλή των Αντιπροσώπων μεταξύ των τριών υποψηφίων που προηγούνται σε αριθμό εκλεκτόρων.
Για τον σκοπό αυτό, πάντως, στη Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζουν οι πολιτείες – επομένως δεν ψηφίζει η περιφέρεια της Κολούμπια-, κάθε πολιτεία δε , ανεξαρτήτως πληθυσμού και αριθμού κοινοβουλευτικών εκπροσώπων, διαθέτει μία μόνο ψήφο:
Ο πρόεδρος εκλέγεται με την απόλυτη πλειοψηφία των (πενήντα σήμερα) πολιτειών, και όχι με την πλειοψηφία των μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων. Τη μοναδική για τον σκοπό αυτόν ψήφο της κάθε πολιτείας, οι αντιπρόσωποι της την προσδιορίζουν κατ’ απόλυτη πλειοψηφία του αριθμού τους. Διαφορετικά, αν δηλαδή μεταξύ των βουλευτών της πολιτείας δεν σχηματιστεί απόλυτη πλειοψηφία υπέρ ενός υποψήφιου προέδρου, η πολιτεία χάνει το δικαίωμα ψήφου .
-Στην ιστορία των ΗΠΑ μόνο δύο φορές έχει χρειαστεί, ελλείψει απόλυτης πλειοψηφίας στους εκλέκτορες, να εκλέξει τον πρόεδρο η Βουλή των Αντιπροσώπων:
Το 1800, όταν είχαν ισοψηφίσει σε μεγάλους εκλέκτορες –από 73 ο καθένας – ο Jefferson και ο Burr. Και το 1824, όταν ο A.Jackson είχε κερδίσει 91 προεδρικούς εκλέκτορες, ο J. Adams 84, o W. Grawford 41 και ο H. Clay 37. Τότε ο Clay, αποκλειόμενος ως 4ος από την περαιτέρω διαδικασία, ζήτησε από τους οπαδούς του στη Βουλή να ψηφίσουν υπέρ του Adams, ο οποίος έτσι εξελέγη πρόεδρος, μολονότι είχε αποσπάσει και λιγότερες ψήφους και λιγότερους μεγάλους εκλέκτορες από τον Jackson.
– Αυτές είναι οι μόνες περιπτώσεις που η προεδρική εκλογή, ελλείψει απόλυτης πλειοψηφίας στο «εκλεκτορικό κολέγιο», παραπέμφθηκε στο Κογκρέσο. Δεν υπάρχει, αντιθέτως, ιστορικό προηγούμενο που η Βουλή των Αντιπροσώπων να μη σχημάτισε απόλυτη πλειοψηφία – των πολιτειών- και να μην μπόρεσε να εκλέξει ούτε αυτή πρόεδρο.
Στη θεωρητική περίπτωση που θα συνέβαινε κάτι τέτοιο ,η ευθύνη μετατίθεται στη Γερουσία: Αυτή με την απόλυτη πλειοψηφία των μελών της, και όχι των πολιτειών, εκλέγει αντιπρόεδρο της χώρας, ο οποίος αναλαμβάνει προεδρικά καθήκοντα. Στην περίτωση δε που ούτε οι γερουσιαστές θα σχημάτιζαν απόλυτη προεδρική πλειοψηφία, στο ενδεχόμενο π.χ. 50-50, προεδρικά καθήκοντα αναλαμβάνει ο πρόεδρος της Βουλής ή σε περίπτωση κωλύματος του, ο πρόεδρος της Γερουσίας.
-Όσον αφορά τον συνήθη τρόπο εκλογής του προέδρου, μέσω των προεδρικών εκλεκτόρων, η ανάδειξη τους γίνεται με έναν αρκετά ομοιόμορφο τρόπο:
Μολονότι το Σύνταγμα της χώρας δεν το αξιώνει ρητά, όλες οι πολιτείες αναδεικνύουν με την ψήφο των πολιτών τους εκλέκτορες. Σε σχέση με το εκλογικό σύστημα ανάδειξης των προεδρικών εκλεκτόρων, κατά κανόνα ισχύει και εδώ το αμιγώς πλειοψηφικό «winner-take-all» – «ο νικητής τα παίρνει όλα». Οι 48 από τις 50 πολιτείες παραχωρούν το σύνολο των εκλεκτόρων τους στον, έστω και σχετικώς, πλειοψηφούντα στην πολιτεία υποψήφιο πρόεδρο. Οι υπόλοιπες δύο πολιτείες, το Μέιν και η Νεμπράσκα, χωρίς να εισαγάγουν βέβαια κάποια μορφή αναλογικής, εισήγαγαν ,ένα σύστημα που επιτρέπει και ο υποψήφιος που ήρθε δεύτερος σε λαϊκές ψήφους στην πολιτεία να αποσπάσει κάποιον από τους προεδρικούς εκλέκτορές της.
Σύμφωνα με τον συγγραφέα- καθηγητή Θανάση Διαμαντόπουλο στο καινουργιο του βιβλίο «Το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ ενας ιδιόρρυθμος δικομματισμός» ο έντονα πλειοψηφικός χαρακτήρας του όλου συστήματος έχει δυο σημαντικές πολιτικές συνέπειες:
- Οι υποψήφιοι πρόεδροι επικεντρώνουν την προσοχή τους , αν όχι αποκλειστικά τουλάχιστον κατά κύριο λόγο, στις πολιτείες εκείνες όπου η υπεροχή κάποιου δεν είναι καταφανής, αλλά αντίθετα προβλέπεται οριακό ή έστω «ανοικτό» αποτέλεσμα.
- Δεν αποκλείεται, όπως άλλωστε σε όλα τα πλειοψηφικά εκλογικά συστήματα με σχετική πλειοψηφία, ο δεύτερος σε λαϊκές προτιμήσεις να είναι, λόγω ανισοκατανομής των ψήφων, νικητής σε έδρες, εν προκειμένω σε εκλέκτορες και να εκλεγεί πρόεδρος.
Όπως επισημαίνει ο Διαμαντόπουλος θεωρητικά υπάρχει το πρόβλημα των «ασυνεπών» εκλεκτόρων, που για διάφορους λόγους, ιδιοτελείς ή όχι, θα μπορούσαν να ψηφίσουν υπέρ υποψηφίου άλλου από αυτόν με τη σημαία του οποίου εξελέγησαν. Κάτι που θα έδινε στο όλο σύστημα χαρακτήρα έμμεσης εκλογής . Όμως: Στα περίπου 210 χρόνια λειτουργίας του συστήματος αυτού, και επί 18.000 περίπου εκλεγέντων μεγάλων εκλεκτόρων, 9 μόνο απέκλιναν με την ψήφο τους από τις προεκλογικές τους δεσμεύσεις…
Το πως εκλέγεται ο πρόεδρος της δυτικής υπερδύναμης προσδιορίζει και την τύχη ολόκληρου του πλανήτη…!
ΠΗΓΗ-ΑΠΕ/ Θανάσης Διαμαντοπουλος, «Το πολιτικό σύστημα των ΗΠΑ- ένας ιδιόρρυθμος δικομματισμός», Πατάκη.