Οι δυτικές κυρώσεις στην Ρωσία κόστισαν στην αμυντική της βιομηχανία και πόσο; Τον υπολογισμό κάνει ο Αλεξάντρ Κορολκόφ, σε ανάλυσή του για τη RBTH. Το σίγουρο είναι πάντως ότι αλλάζει προσανατολισμό.
Διαβάστε την ανάλυση:
Αμυντική ανασκόπηση 2014: Πόσο κόστισαν οι Δυτικές κυρώσεις στη ρωσική στρατιωτική βιομηχανία, η οποία, πάντως, έως τώρα «αμύνεται» με επιτυχία στο εμπάργκο ΗΠΑ – Ευρώπης;
Οι ευρωπαϊκές κυρώσεις έχουν απογοητεύσει τη ρωσική κυβέρνηση και πλέον η ιδέα της αμυντικής – τεχνολογικής συνεργασίας με τις χώρες της Ευρώπης δεν είναι και τόσο δελεαστική. Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε στις 4 Δεκεμβρίου ο αναπληρωτής πρωθυπουργός, αρμόδιος για τη στρατιωτική βιομηχανία, Ντμίτρι Ρογκόζιν, η απόφαση για την αγορά από τη Γαλλία ελικοπτεροφόρων πολεμικών πλοίων κλάσης «Mistral», είναι ένα «σφάλμα της προηγούμενης ηγεσίας του υπουργείου Άμυνας». Τώρα το ρωσικό αμυντικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα προσπαθεί να λύσει τα προβλήματα που εμφανίζονται στον κλάδο με τις δικές του δυνάμεις.
Στα τέλη Ιουλίου, όταν η ΕΕ μόλις είχε ξεκινήσει το εμπάργκο στις εισαγωγές και τις εξαγωγές όπλων, προϊόντων διπλής χρήσης και τεχνολογιών για στρατιωτική χρήση στη Ρωσία, η RBTH είχε ερευνήσει διεξοδικά τις επιπτώσεις στις βιομηχανίες του κλάδου και στα αμυντικά έργα που μπορούσαν να επηρεαστούν από τη συγκεκριμένη απόφαση. Από τότε, στο εμπάργκο του Ιουλίου, προστέθηκαν η απαγόρευση δανειακής χρηματοδότησης σε τρεις από τις μεγαλύτερες αμυντικές επιχειρήσεις της Ρωσίας, της «Uralvagonzavod», της «Oboronprom και της «United Aircraft Corporation», καθώς και οι κυρώσεις εναντίον εννέα βασικών αμυντικών βιομηχανιών. Φυσικά, δεν λείπει από τη συζήτηση και το συμβόλαιο για την προμήθεια των προηγμένων πολεμικών πλοίων «Mistral», που όμως δεν εμπίπτει σε καμιά κατηγορία κυρώσεων.
Σε αυτό το πλαίσιο, αξίζει, ως είθισται στη λήξη του έτους, να κάνουμε την ετήσια οικονομική ανασκόπηση και να εξάγουμε κάποια συμπεράσματα: Ποιό είναι το μέχρι σήμερα κόστος των Δυτικών κυρώσεων στη ρωσική αμυντική βιομηχανία; Τι θα ακολουθήσει στη συνέχεια; Το Σεπτέμβριο, από το ρωσικό υπουργείο Άμυνας δήλωναν ότι «δεν ανησυχούν για τις κυρώσεις», σημειώνοντας παράλληλα, ότι από αυτές μπορεί να υποφέρουν τρίτες χώρες που αγοράζουν ρωσικό εξοπλισμό. Για το ίδιο θέμα, ο Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε, ότι «η ρωσική αμυντική βιομηχανία θα πρέπει να είναι έτοιμη να παράγει τον κρίσιμο –βασικό- εξοπλισμό, εξαρτήματα και υλικά, και να διαθέτει για το σκοπό αυτό την κατάλληλη παραγωγική ισχύ, τη τεχνολογία, τις μηχανικές λύσεις και την αναγκαία τεχνογνωσία».
Σύμφωνα με την «Rosoboronexport», οι αγορές ολοκληρωμένων οπλικών συστημάτων από τη Δύση, ανέρχονται σε όχι περισσότερο από το 1% του συνόλου των αναγκών των ρωσικών ΕΔ, και η άρνηση για αυτές τις συναλλαγές δεν θα έχει επιπτώσεις στην αμυντική ικανότητα της Ρωσίας.
L’affaire «Mistral»
Οι κυρώσεις, όπως και κάθε νόμος, δεν μπορούν να έχουν αναδρομική ισχύ και να επεκταθούν σε συμφωνίες που έχουν ήδη κλειστεί και υπογραφεί. Αυτό όμως ακριβώς συνέβη με τα «Mistral». Μπορούμε να περιμένουμε τα ίδια και για τα συμβόλαια που αφορούν σε τρίτες χώρες; Προς το παρόν, τίποτα σχετικό με «εμπόδια» και «αποτυχίες» στην υλοποίηση τέτοιων συμβολαίων δεν έχει αναφερθεί. Για παράδειγμα, αυτό θα μπορούσε κάλλιστα να συμβεί με τις γαλλικές θερμικές κάμερες Thales Catherine-FC και Sagem Matiz, που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή εξοπλισμού για ρωσικά τεθωρακισμένα. Σύμφωνα με τις υφιστάμενες συμβάσεις, η εταιρεία Thales θα προμηθεύσει στη Ρωσία 331 θερμικές κάμερες Catherine-FC εκ των οποίων, οι 130 κάμερες αφορούν εξοπλισμό ρωσικών οπλικών συστημάτων και οι 201 για εγκατάσταση σε άρματα για πελάτες του εξωτερικού. Αυτές οι θερμικές κάμερες θα πάνε κυρίως στο εξαγωγικό μοντέλο του ρωσικού τανκ T-90S, το οποίο πωλείται στην Αλγερία και την Ινδία. Θα εκτελεστεί χωρίς εμπόδια αυτό το συμβόλαιο; Τι θα γίνει στη συνέχεια με άλλα έργα; Αυτό το ερώτημα, αφορά κυρίως στον ηλεκτρονικό εξοπλισμό για τις εξαγωγικές εκδόσεις των Su-30MK και MiG-29K.
Η Ρωσία εξαρτάται κατά 100% από τους εισαγόμενους αεριοστρόβιλους για τις φρεγάτες, τις κορβέτες και άλλα πλοία του ΠΝ. Τώρα, η ρωσική αμυντική βιομηχανία στρέφεται προς την παραγωγή εγχώριων αναλόγων των σύγχρονων αυτών τουρμπίνων στις εγκαταστάσεις της ερευνητικής – κατασκευαστικής επιχείρησης «Saturn» και τους μηχανισμούς μετάδοσης κίνησης στο εργοστάσιο «Svezda».
Στην πορεία, μπορεί να εμφανιστούν προβλήματα με τα ηλεκτρονικά εξαρτήματα, η παραγωγή των οποίων στη Ρωσία μόλις τώρα αρχίζει να μπαίνει σε σταθερή βάση. Αλλά πάντα υπάρχει η δυνατότητα να αλλάξουμε τον προμηθευτή, ιδίως, όταν οι Δυτικοί ποτέ δεν παρέδιδαν στη Ρωσία ηλεκτρονικά συστήματα με τεχνολογία αιχμής για αμυντικούς ή για διαστημικούς σκοπούς (κλάσεις «military» και «space»). Με τις τρίτες χώρες, το ζήτημα μπορεί να επιλυθεί μέσω της συνεργασίας των ευρωπαϊκών εταιρειών με τις χώρες αυτές για την ανατροφοδότηση του ρωσικού εξοπλισμού.
Υποκατάσταση εισαγωγών
Ο αναπληρωτής υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου, Σεργκέι Τσιμπ, παρέθεσε στοιχεία από την έρευνα που διενεργήθηκε στις βιομηχανίες που έχουν τις καλύτερες προοπτικές ανάπτυξης, από την σκοπιά της υποκατάστασης των εισαγωγών. Η εξάρτηση από το εξωτερικό σε πολλούς κλάδους της βιομηχανίας είναι καταλυτική. Στις εργαλειομηχανές, το ποσοστό των εισαγωγών είναι περισσότερο από 90%, στο βαρύ μηχανολογικό εξοπλισμό 60%-80%, στη ραδιο-ηλεκτρονική βιομηχανία, 80%- 90%.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του υπουργείου Βιομηχανίας και Εμπορίου, στην περίπτωση υλοποίησης της πολιτικής για την υποκατάσταση των εισαγωγών, το 2020 μπορούμε να περιμένουμε ότι η εξάρτηση από τους ξένους προμηθευτές στους πιο «κρίσιμους» κλάδους της βιομηχανίας θα υποχωρήσει από το επίπεδο του 70%-90% σε 50-60%. Πλήρης υποκατάσταση των εισαγωγών δεν είναι δυνατόν να γίνει. Πάντως, εκτός από την αναδιοργάνωση της εγχώριας παραγωγής και τη δημιουργία νέων τεχνολογικών και βιομηχανικών εγκαταστάσεων, η Ρωσία θα πρέπει να αλλάξει και τους προμηθευτές.
Η «αναδίπλωση» της αμυντικής συνεργασίας με τη Δύση άρχισε πριν την κρίση στην Ουκρανία. Από το 2012, το υπουργείο Άμυνας δεν έχει συνάψει νέες συμβάσεις για την προμήθεια σημαντικών ποσοτήτων έτοιμων ευρωπαϊκών αμυντικών προϊόντων. Επιπλέον, τον Αύγουστο του 2013, σε νομοθετικό επίπεδο απαγορεύτηκε η χρήση εισαγόμενων μηχανημάτων σε περίπτωση που υπάρχουν ρωσικά ανάλογα και τέθηκε σαν στόχος η αναβίωση του σχεδόν κατεστραμμένου σοβιετικού κλάδου κατασκευής εργαλειομηχανών με την αύξηση της παραγωγής ρωσικού ανταγωνιστικού μηχανολογικού εξοπλισμού στο ένα τρίτο του συνόλου των αναγκών της βιομηχανίας. Διενεργήθηκαν επίσης, οι αντίστοιχες εργασίες για τη σταδιακή εγκατάλειψη της εκτέλεσης επισκευαστικών εργασιών στα πλοία σε ξένα ναυπηγεία.
Το πρόγραμμα υποκατάστασης των εισαγωγών, που παρουσίασε το υπουργείο Βιομηχανίας και Εμπορίου στις 25 Ιουλίου 2014 προβλέπει την υποκατάσταση με ντόπια ανάλογα, αρχικά ουκρανικών προϊόντων και στη συνέχεια, προϊόντων άλλων προμηθευτών από χώρες που έχουν επιβάλει κυρώσεις ενάντια στη Ρωσία. Έχουν εκπονηθεί σχέδια που προβλέπουν την επέκταση της συνεργασίας με τις χώρες της Τελωνειακής Ένωσης, τη Λευκορωσία και το Καζακστάν.
Ένας άλλος εταίρος της Ρωσίας μπορεί να είναι επίσης η Κίνα. Το Πεκίνο μπορεί να γίνει ο σημαντικότερος προμηθευτής ηλεκτρονικών εξαρτημάτων της Μόσχας, δήλωσε ο Βλαντίμιρ Σβαριόφ, αναπληρωτής διευθυντής του Κέντρου ανάλυσης παγκόσμιου εμπορίου όπλων (CAWAT), ο οποίος είπε ότι οι σχετικές διαπραγματεύσεις βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη. Ο αρμόδιος υπουργός Βιομηχανίας και Εμπορίου της Ρωσίας, Ντενίς Μαντούροφ, πιστεύει ότι το πρόγραμμα υποκατάστασης των εισαγωγών, θα επιτρέψει στις ρωσικές εταιρείες να αυξήσουν την παραγωγή τους κατά 30 δισεκατομμύρια ρούβλια ετησίως, ξεκινώντας ήδη από το 2015.
ΠΗΓΗ: Σύχρονη Ρωσία