Ο γάλλος στρατηγός Πολ Οσαρές, ο οποίος επαίρετο για τη θητεία του ως βασανιστή στον πόλεμο της Αλγερίας, πέθανε σε ηλικία 95 ετών, ανακοίνωσε στην ιστοσελίδα της η ένωση βετεράνων αλεξιπτωτιστών «Qui Ose Gagne» (Ο τολμών νικά).
Πρώην αξιωματικός των γαλλικών υπηρεσιών Πληροφοριών στο Αλγέρι, είχε ομολογήσει το 2001, «χωρίς τύψεις και ενοχές» ότι είχε εφαρμόσει βασανιστήρια κατά τη διάρκεια του πολέμου της Αλγερίας. Το 2004, καταδικάσθηκε ως απολογητής των βασανιστηρίων και αποκλείσθηκε από τη γαλλική Λεγεώνα της Τιμής.
Στο βιβλίο του με τίτλο «Ειδικές Υπηρεσίες, Αλγερία 1955-1957», που εκδόθηκε το 2001, ο στρατηγός Οσαρές παραδεχόταν ότι είχε εφαρμόσει βασανιστήρια, τα οποία η γαλλική πολιτική ηγεσία «αν όχι συνιστούσε, ανεχόταν». Για τον ίδιο, τα βασανιστήρια είναι «νόμιμα, όταν η ανάγκη επιτάσσει». Η παραδοχή του αυτή , μαζί με τις δηλώσεις του σε πληθώρα συνεντεύξεων που έδωσε εκείνο το διάστημα προκάλεσαν πολιτική θύελλα στη Γαλλία.
Ο Πολ Οσαρές γεννήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 1918 και, το 1941, κατετάγη εθελοντικά στις γαλλικές μυστικές υπηρεσίες. Αργότερα, συμμετείχε στην ίδρυση του σώματος 11ο Σοκ, της ένοπλης πτέρυγας των γαλλικών Υπηρεσιών Εξωτερικής Ασφαλείας και Αντικατασκοπείας. Στη συνέχεια, ως διοικητής τάγματος αλεξιπτωτιστών υπηρέτησε στην Ινδοκίνα.
Το 1957, ο στρατηγός Ζακ Μασί, διοικητής της 11ης Μεραχίας Αλεξιπτωτιστών τού ζήτησε «να αποκαταστήσει την τάξη στο Αλγέρι». Εκεί ετέθη επικεφαλής ενός «τάγματος θανάτου», σύμφωνα με δική του έκφραση, το οποίο ήταν επιφορτισμένο με νυκτερινές συλλήψεις, συνεδρίες βασανιστηρίων και τη φυσική εξόντωση ορισμένων συλληφθέντων.
Αυτές τις «τεχνικές της Μάχης του Αλγερίου» εκλήθη αργότερα να διδάξει στη βάση των Πράσινων Μπερέ στο Φορτ Μπραγκς της Βόρειας Καρολίνας. Το 1966 ανέλαβε τη διοίκηση του επίλεκτου 1ου Συντάγματος Αλεξιπτωτιστών. Το 1973 διορίσθηκε στρατιωτικός ακόλουθος της Γαλλίας στη Βραζιλία.
«Αν τα βασανιστήρια μού προκάλεσαν πρόβλημα; Πρέπει να πω πως όχι. Είχα συνηθίσει», είχε δηλώσει το 2001, δίνοντας τη διαβεβαίωση ότι όλες οι ενέργειές του διαπράχθηκαν με τη σύμφωνη γνώμη των ανωτέρων του και της πολιτικής ηγεσίας της Γαλλίας.