Την άνοιξη του 1999 το ΝΑΤΟ αποφασίζει να λάβει μέτρα κατά του καθεστώτος Μιλόσεβιτς στη Γιουγκοσλαβία λόγω των σφοδρών διωγμών που υφίσταντο οι Αλβανοί του Κοσόβου από την κεντρική κυβέρνηση του Βελιγραδίου.
Η Βορειοατλανικτική εξαπέλυσε αεροπορικές επιδρομές εναντίον στρατηγικών στόχων στη Γιουγκοσλαβία προκειμένου να πείσει τον Μιλόσεβιτς να παραδοθεί, κάτι που συνέβη τον Ιούνιο του ίδιου έτους. Ένα από τα περιστατικά που τράβηξαν την προσοχή ήταν και ο βομβαρδισμός της κινεζικής πρεσβείας από αμερικανικά αεροσκάφη και συγκεκριμένα ένα βομβαρδιστικό B-2 Spirit στις 7 Μαΐου του ’99.
Οι ΗΠΑ ανέφεραν πως ο βομβαρδισμός της Πρεσβείας της Κίνας συνέβη κατά λάθος και ζήτησε συγγνώμη από το Πεκίνο. Από την επίθεση έχασαν τη ζωή τους 3 Κινέζοι δημοσιογράφοι, ενώ 27 άτομα τραυματίστηκαν.
Το Πεκίνο όπως αναμενόταν διαμαρτυρήθηκε έντονα για την επίθεση και οργανώθηκαν οργισμένες αντιαμερικανικές διαδηλώσεις κατά των ΗΠΑ σε όλη τη χώρα. Οι συγκεκριμένες διαδηλώσεις όπως αποδείχτηκε ήταν σε μεγάλο βαθμό καθοδηγούμενες και από το κινεζικό καθεστώς.
Τα αίτια της επίθεσης παραμένουν αδιευκρίνιστα αν και η εκδοχή που έδωσαν οι ΗΠΑ περί αστοχίας των χαρτών που διέθεταν δεν έπεισαν πολλούς. Κάποιοι ισχυρίζονται ότι η Κίνα διέθετε στην Πρεσβεία της στο Βελιγράδι ηλεκτρονικές συσκευές με τις οποίες ανίχνευε τα σήματα των Αμερικανών και στη συνέχεια τα παρέδιδε στους Γιουγκοσλάβους.