Ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη Συρία Στάφαν ντε Μιστούρα δήλωσε χθες Τρίτη ότι ανησυχεί για το ενδεχόμενο ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ Άσαντ να εξαπολύσει νέα επιχείρηση για την ανακατάληψη του ανατολικού Χαλεπιού πριν αναλάβει την προεδρία των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου.
Ο ντε Μιστούρα δεν εξήγησε για ποιον λόγο πιστεύει ότι η Δαμασκός ίσως κάνει κάτι τέτοιο, όμως Ευρωπαίοι διπλωμάτες έχουν πει ότι ο Άσαντ ενδέχεται να έχει ενθαρρυνθεί από τη δέσμευση του Τραμπ να έχει πιο στενές σχέσεις με τη Ρωσία, ενώ παράλληλα ο Μπαράκ Ομπάμα θα διστάσει να αντιδράσει στρατιωτικά στη Συρία καθώς σύντομα θα αποχωρήσει από την εξουσία.
Ο ειδικός απεσταλμένος του ΟΗΕ για τη Συρία συντάχθηκε με τον Γερμανό υπουργό εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ στην έκκλησή του για τερματισμό του βομβαρδισμού αμάχων στη Συρία και για εξεύρεση μιας πολιτικής λύσης στην κρίση.
Ο ίδιος τόνισε ότι οι κινήσεις της Δαμασκού προς μια κλιμάκωση της στρατιωτικής σύγκρουσης ενδέχεται να έχουν τραγικές συνέπειες για τους 275.000 αμάχους που βρίσκονται παγιδευμένοι στο ανατολικό Χαλέπι, ενώ παραλλήλισε την κατάσταση στη συριακή πόλη με την πολιορκία 87 ημερών του Βούκοβαρ στην Κροατία από τις σερβικές δυνάμεις το 1991.
«Ανησυχώ πάρα πολύ για το τι μπορεί να συμβεί πριν από τις 20 Ιανουαρίου», δήλωσε ο ντε Μιστούρα μιλώντας σε μια ομάδα βουλευτών των Σοσιαλδημοκρατών στο Βερολίνο. «Ανησυχούμε πολύ (για την πιθανότητα ο Άσαντ) (…) να ανακαταλάβει με έναν βίαιο επιθετικό τρόπο ό,τι έχει απομείνει από το ανατολικό Χαλέπι», εξήγησε. «Μπορεί να είναι τραγικό. Μπορεί να είναι ένα νέο Βούκοβαρ».
Ο ντε Μιστούρα επεσήμανε ότι δεν γνωρίζουμε πολλά για την πολιτική που θα ακολουθήσει ο Τραμπ όσον αφορά τη Μέση Ανατολή, αλλά πρόσθεσε ότι ενδέχεται να υπάρξει μια πιθανότητα προόδου προς τον τερματισμό της κρίσης στη Συρία, αν ο νεοεκλεγείς πρόεδρος δεν τηρήσει την προεκλογική του δέσμευση να πολεμήσει εναντίον του Ισλαμικού Κράτους μαζί με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν.
Η Ρωσία θεωρεί τον Άσαντ ανάχωμα κατά της ισλαμιστικής απειλής, ενώ η κυβέρνηση του απερχόμενου προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα πιέζει για την αποχώρησή του από την εξουσία.
Ο Σταϊνμάιερ αναφέρθηκε σε συζητήσεις που έγιναν για τη μεταφορά ανθρωπιστικής βοήθειας στο Χαλέπι μέσω της Τουρκίας, όμως δεν έδωσε άλλες διευκρινίσεις ενώ τόνισε ότι δεν υπάρχουν εγγυήσεις για την επιτυχία της προσπάθειας.
Ο Ρολφ Μίτσενιχ, πιθανός αντικαταστάτης του Σταϊνμάιερ αν εκλεγεί πρόεδρος της Γερμανίας τον Φεβρουάριο, δήλωσε ότι η Δαμασκός και η Μόσχα χρησιμοποιούν τον χρόνο πριν από την ορκωμοσία του Τραμπ για να εντείνουν τις επιθέσεις τους στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές στη Συρία.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η αποτυχία του νεοεκλεγέντος προέδρου των ΗΠΑ να παρουσιάσει μια ξεκάθαρη ατζέντα για τη Μέση Ανατολή έχει δημιουργήσει ένα «θεμελιώδες κενό» το οποίο ενδέχεται να οδηγήσει σε «περαιτέρω αστάθεια και ίσως ακόμη και σε νέους πολέμους δι’ αντιπροσώπων» στην περιοχή.
Την ίδια ώρα οι ανταρτοκρατούμενες συνοικίες του ανατολικού Χαλεπιού, που πολιορκούνται εδώ και τέσσερις μήνες, βομβαρδίζονται συνεχώς από τον συριακό στρατό, ενώ η διεθνής κοινότητα μοιάζει να έχει παραιτηθεί.
Συνολικά 143 άμαχοι, μεταξύ αυτών και 19 παιδιά, έχουν σκοτωθεί στη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας από τους βομβαρδισμούς του συριακού στρατού και της αεροπορίας στο ανατολικό Χαλέπι, ενώ 16 άμαχοι, εκ των οποίων 10 παιδιά, σκοτώθηκαν από τα πυρά των ανταρτών στο δυτικό Χαλέπι που ελέγχεται από το καθεστώς, σύμφωνα με το Συριακό Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
«Δεν υπάρχει κανένα ασφαλές μέρος για τα παιδιά στη σύγκρουση αυτή», κατήγγειλε η μη κυβερνητική οργάνωση Save the Children μέσω της αντιπροσώπου της στη Συρία Σόνια Κους, επισημαίνοντας τις ωμότητες που διαπράττουν και οι δύο πλευρές.
Παρά τις συνεχείς καταδίκες, η διεθνής κοινότητα μοιάζει ανίσχυρη να αντιμετωπίσει την αποφασιστικότητα της Δαμασκού να ανακαταλάβει το ανατολικό Χαλέπι, ένα από τα κύρια μέτωπα της σύγκρουσης στη Συρία, που έχει προκαλέσει τον θάνατο περισσότερων από 300.000 ανθρώπων εδώ και σχεδόν έξι χρόνια.
Αποφασισμένη να πετύχει την παράδοση των ανταρτών, η αεροπορία του Άσαντ έριξε χθες φυλλάδια στο Χαλέπι στα οποία ήταν τυπωμένη μια εικόνα ενός λεωφορείου και η λεζάντα: «Σε όσους φέρουν όπλα, εμείς τείνουμε το χέρι. Κλείστε τη θέση σας στο λεωφορείο πριν να είναι πολύ αργά. Επιτρέψτε στους αμάχους που το επιθυμούν να φύγουν, σταματήστε να τους χρησιμοποιείτε σαν ανθρώπινες ασπίδες και ομήρους».
Εκτός όμως από τα φυλλάδια η συριακή αεροπορία έριξε και βόμβες στις συνοικίες Σάχουρ, Μασάκεν Χανάνο και Σέιχ Νάτζαρ.
Το Παρατηρητήριο έκανε επίσης λόγο για πολλές περιπτώσεις ασφυξίας κατοίκων μετά τη ρίψη τεσσάρων βαρελιών με εκρηκτικά στις συνοικίες Κατέρτζι και Νταχράτ Άουαντ. Ιατρικές πηγές πιστεύουν ότι πιθανόν να πρόκειται για αέριο χλωρίου.
Ο Οργανισμός για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (ΟΑΧΟ), που εξετάζει «περισσότερες από 20» καταγγελίες για τη χρήση χημικών όπλων στη Συρία, δέχθηκε χθες την πρόταση της Ρωσίας να προσφέρει στοιχεία «που ενδέχεται να της φανούν χρήσιμα».
Ο ρωσικός στρατός καταγγέλλει ότι διαθέτει αποδείξεις για τη χρήση χημικών όπλων από τους αντάρτες στο Χαλέπι.
Το ένα τρίτο της συνοικίας Μασάκεν Χανάνο βρίσκεται πλέον υπό τον έλεγχο του συριακού στρατού, γεγονός που θα του επιτρέψει «να αποκόψει το βόρειο ανατολικό Χαλέπι από το υπόλοιπο», επεσήμανε το Παρατηρητήριο. Η προέλαση των κυβερνητικών δυνάμεων στο Χαλέπι προσθέτει στην απόγνωση των περισσότερων από 250.000 ανθρώπων που βρίσκονται στο ανατολικό τμήμα της χώρας χωρίς εφόδια και βοήθεια εδώ και περισσότερους από τέσσερις μήνες.