Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον άρθρο του Edward Stafford δημοσίευσε η τουρκική εφημερίδα Ahval, στην οποία ο Αμερικανός αναλυτής εξηγεί γιατί, μέχρι στιγμής, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και η ομάδα του αποφάσισαν να αποφύγουν τις όποιες διαβουλεύσεις με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε ό,τι αφορά ζητήματα αμοιβαίου συμφέροντος.
Ο ίδιος τονίζει πως, παρά το γεγονός ότι οι Αμερικανοί δεν μπορούν να αγνοήσουν τον Τούρκο Πρόεδρο, εντούτοις μπορούν να υποβαθμίσουν τις διμερείς επαφές και διαβουλεύσεις μαζί του, για να στείλουν στον Ερντογάν ένα δυνατό και σαφές μήνυμα, μέσω του οποίου του εκφράζουν την δυσαρέσκεια της Ουάσινγκτον για τη στάση, συμπεριφορά και ρητορική της Άγκυρας.
Πρόσφατα η ομάδα εθνικής ασφάλειας του Προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επικοινώνησε με δεκάδες ηγέτες ξένων κρατών, σχετικά με τον πρόσφατο κύκλο βίας στη Μέση Ανατολή μεταξύ των ισραηλινών στρατιωτικών δυνάμεων και της Χαμάς, όμως δεν επικοινώνησαν με την Τουρκία και τον Πρόεδρο Ερντογάν, κάτι που ο τελευταίος έχει παρατηρήσει και δεν του αρέσει καθόλου.
Η «δημόσια διπλωματία» και η σκληρή ρητορική
Αυτό αποδεικνύεται και από τα πρόσφατα σχόλιά του, πως ο Πρόεδρος Μπάιντεν έχει «αίμα στα χέρια του» επειδή επιτρέπει τις πωλήσεις όπλων από τις ΗΠΑ, που είχε, μεταξύ άλλων, στόχο να προκαλέσει την αντίδραση της Ουάσινγκτον και κατ’επέκταση μια αναφορά στον ίδιο από την αμερικανική κυβέρνηση, για να δείξει ότι οι ΗΠΑ δεν τον…αγνοούν.
Στο πλαίσιο αυτό, οι επίσημες δημόσιες δηλώσεις των ΗΠΑ εναντίον του Ερντογάν δεν αναμένεται να επηρεάσουν καθόλου τη συμπεριφορά του ή να αλλάξουν ποια πορεία δράσης θα ακολουθήσει ο Τούρκος Πρόεδρος. Είναι πιο πιθανό ο ίδιος να τα χρησιμοποιήσει για να συσπειρώσει τη βάση του ενάντια σε ξένες επεμβάσεις, τα «νεο-ϊμπεριαλιστικά έθνη» που επιδιώκουν να διαλύσουν την Τουρκία, τους Ισλαμοφοβικούς Δυτικούς,, όπως έχει κάνει στο παρελθόν.
Σύντομα, όμως, είναι πιθανό η ομάδα του Μπάιντεν να συνειδητοποιήσει ότι η δημόσια καταγγελία του Ερντογάν ως αντισημίτη μπορεί να συγκεντρώνει τα χειροκροτήματα από πολλούς στις ΗΠΑ, Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους, αλλά παράλληλα θα ενισχύσει τη θέση του Ερντογάν ως ηγέτη της Τουρκίας, που την προστατεύει από ξένες δυνάμεις.
Η συσπείρωση στο πρόσωπο του Ερντογάν
Αυτό περιπλέκει σχετικά κατάσταση, καθώς για τη διαχείριση της σχέσης ΗΠΑ-Τουρκίας, ο Αμερικανός Πρόεδρος συγκριτικά το πιο δύσκολο έργο, διότι ο συνασπισμός του είναι πιο διαφορετικός και λιγότερο αφοσιωμένος σε αυτόν προσωπικά από τον αντίστοιχο του Προέδρου Ερντογάν, ο οποίος επίσης γνωρίζει ότι οι υποστηρικτές του θα συσπειρωθούν στο πρόσωπό του, εάν αυτός και κατ ‘επέκταση η Τουρκία ή οι Μουσουλμάνοι γενικά, αντιμετωπίσζουν διεθνείς επικρίσεις και καταγγελτικές δηλώσεις.
Φυσικά, διπλωμάτες και λοιπό κυβερνητικό προσωπικό και στις δύο χώρες θα προσπαθήσουν να συνεργαστούν για τα κοινά συμφέροντα των δύο πλευρών. Αλλά χωρίς ένα σαφές μήνυμα από την κορυφή τηε ηγεσίας, για να συνεχίσουν ενεργά τη δέσμευση με τους ομολόγους τους, οι επαφές σε επίπεδο εργασίας θα χρησιμεύσουν απλώς για να επιβραδύνουν την επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ τους.
Κάποιος πρέπει να ελπίζει ότι οι επαφές ανώτερου επιπέδου πραγματοποιούνται ήσυχα και εμπιστευτικά για την ανάπτυξη πιο εποικοδομητικών αλληλεπιδράσεων. Η διπλωματία μέσα δημόσιες τοποθετήσεις και δηλώσεις σπάνια βελτιώνουν τις διμερείς σχέσεις, γι’αυτό σπάνια βελτιώνει τις σχέσεις. Ο Αμερικανός αναλυτής στο σημείο αυτό υπογραμμίζει πως ο Πρόεδρος Μπάιντεν και οι συνεργάτες του μπορούν να μισούν τον Πρόεδρο Ερντογάν, αλλά δεν θα μπορούν να συνεχίζουν να τον αγνοούν.
Πηγή: Ahval / Φωτογραφίες αρχείου Reuters