Η καταδικαστική απόφαση σε βάρος του Μπράντλεϊ Μάνινγκ, του Αμερικανού στρατιώτη που παρέδωσε χιλιάδες απόρρητα έγγραφα στον WikiLeaks, καταδεικνύει τον «επικίνδυνο εξτρεμισμό (…) της κυβέρνησης Ομπάμα», υποστήριξε ο ιστότοπος στη σελίδα του στο Twitter.
«Ο Μάνινγκ κινδυνεύει να καταδικαστεί σε κάθειρξη 136 ετών για τις κατηγορίες για τις οποίες κρίθηκε ένοχος σήμερα. Επικίνδυνος εξτρεμισμός, όσον αφορά την εθνική ασφάλεια, εκ μέρους της κυβέρνησης Ομπάμα» ανέφερε ο ιστότοπος.
Το στρατοδικείο όπου δικαζόταν ο 25χρονος στρατιώτης τον έκρινε αθώο για την κατηγορία της συνεργασίας με τον εχθρό αλλά ένοχο για άλλες 19 κατηγορίες.
«Πρόκειται για μια ιστορική απόφαση», δήλωσε η Ελίζαμπεθ Γκόιτιν, ειδικός σε θέματα ασφαλείας του Κέντρου Μπρέναν για τη Δικαιοσύνη στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης. «Ο Μάνινγκ είναι ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους που έχουν προσαχθεί σε δίκη με βάση το Νόμο περί Κατασκοπείας για διαρροή πληροφοριών σε μέσα ενημέρωσης. Μολονότι δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι σκόπευε να βλάψει τις ΗΠΑ, ο Μάνινγκ αντιμετωπίζει ποινή πολλών δεκάδων ετών φυλάκισης. Πρόκειται για ένα τρομακτικό προηγούμενο», πρόσθεσε.
Στις αρχές του έτους ο Μάνινγκ είχε δηλώσει ένοχος για μια σειρά από κατηγορίες που επισύρουν ποινή κάθειρξης 20 ετών. Με τη σημερινή καταδικαστική απόφαση αναμένεται ότι όταν θα του απαγγελθεί η ποινή, θα προστεθούν στα χρόνια αυτά αρκετές δεκάδες ακόμη.
Η απόφαση σημαίνει επίσης ότι θα είναι ιδιαίτερα δύσκολο για τον ιδρυτή του WikiLeaks Τζούλιαν Ασάντζ να πείσει άλλους πληροφοριοδότες να μοιραστούν απόρρητες πληροφορίες με τον ιστότοπο. «Θα είναι πιο δύσκολα τα πράγματα για όσους θέλουν να συνεργαστούν με τον Ασάντζ. Θα αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους κινδύνους και αυτό θα έχει σοβαρές επιπτώσεις για το WikiLeaks», εξήγησε ο καθηγητής διεθνών σχέσεων του Πανεπιστημίου της Βοστόνης και εν αποστρατεία αξιωματικός του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού Μάικλ Κόργκαν.
Ο Μάνινγκ, που κατάγεται από το Κρέσεντ της Οκλαχόμα, επέλεξε να εξεταστεί η υπόθεσή του από δικαστή και όχι από ενόρκους. Κατά τη διάρκεια της δίκης του οι στρατιωτικοί εισαγγελείς τον αποκάλεσαν «προδότη» επειδή δημοσιοποίησε πληροφορίες που σύμφωνα με την αμερικανική κυβέρνηση θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια και τις επιχειρήσεις των μυστικών υπηρεσιών.
Από την άλλη πλευρά, οι συνήγοροί του υποστήριξαν ότι ο στρατιώτης ήταν καλοπροαίρετος αλλά αφελής καθώς πίστευε ότι με τις αποκαλύψεις του θα προκαλούσε μια δημόσια συζήτηση στις ΗΠΑ για τις διπλωματικές και στρατιωτικές ενέργειες της χώρας στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Περισσότερα από τρία χρόνια μετά τη σύλληψη του Μάνινγκ, τον Μάιο του 2010, οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών βρίσκονται και πάλι αντιμέτωπες με μια νέα διαρροή απόρρητων εγγράφων. Αυτή τη φορά υπεύθυνος για τη διαρροή είναι ένας πρώην τεχνικός σύμβουλός τους, ο Έντουαρντ Σνόουντεν, ο οποίος εδώ και ένα μήνα βρίσκεται εγκλωβισμένος στο χώρο μετεπιβίβασης του αεροδρομίου Σερεμέτιεβα της Μόσχας.
Ο ιδρυτής του WikiLeaks, ο Τζούλιαν Ασάντζ βρέθηκε ξανά στο επίκεντρο και της νέας αυτής υπόθεσης, καθώς προσέφερε στον Σνόουντεν βοήθεια για να μπορέσει να ζητήσει άσυλο σε άλλη χώρα.
Ο Ασάντζ, που σήμερα ζει στον Ισημερινό, είχε καταφύγει στην πρεσβεία της χώρας αυτής στο Λονδίνο και έμεινε εκεί επί ένα χρόνο προκειμένου να αποφύγει την έκδοσή του στη Σουηδία, όπου δύο γυναίκες τον κατηγορούσαν για βιασμό. Ο ίδιος ισχυριζόταν ότι από τη Σουηδία θα μπορούσε να εκδοθεί στις ΗΠΑ όπου θα αντιμετώπιζε κατηγορίες για τη δημοσιοποίηση των απόρρητων εγγράφων που παρέλαβε από τον Μάνινγκ.